Θερμάνθηκε το κλίμα μεταξύ κυβέρνησης και περιβαλλοντικών οργανώσεων, όσον αφορά τον ενεργειακό σχεδιασμό της χώρας από τη σκοπιά αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, μετά τη διαρροή σχετικής μελέτης
Θερμάνθηκε το κλίμα μεταξύ κυβέρνησης και περιβαλλοντικών οργανώσεων, όσον αφορά τον ενεργειακό σχεδιασμό της χώρας από τη σκοπιά αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, μετά τη διαρροή σχετικής μελέτης. 

Η Greenpeace, η οποία έδωσε στη δημοσιότητα την επίμαχη μελέτη, την αντιμετώπισε ως κυβερνητικό έργο και την κατακεραύνωσε, λέγοντας πως αγνοεί τις «επιστημονικές επιταγές για μετάβαση σε ηλεκτρική ενέργεια με μηδενικές εκπομπές μέχρι το 2035». 

Ακολούθησε ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ, όπου αναφέρεται πως «η Μελέτη ανάλυσης και σχεδιασμού του ελληνικού ενεργειακού συστήματος για την περίοδο 2017-2035 δεν έχει υποδειχθεί από κάποιο θεσμικό όργανο και σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί τον Ενεργειακό Σχεδιασμό της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ». Οπως σημειώνεται, αποτελεί πόνημα του τμήματος Ενέργειας του κυβερνώντος κόμματος, το οποίο είναι ανοικτό στις διαφορετικές απόψεις και δίνεται στον δημόσιο διάλογο.

Ο καθένας βέβαια καταλαβαίνει πως η τοποθέτηση ενός κυβερνητικού κόμματος είναι πολύ σημαντική για τη θέση που θα πάρει η κυβέρνηση. Από την άποψη αυτή, ποιοι είναι οι βασικοί στόχοι που θέτει η μελέτη και πάνω σε αυτούς διαμορφώνει τέσσερα σενάρια; 

Κατ’ αρχάς, όσον αφορά τη διείσδυση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στη συνολική κατανάλωση ενέργειας μέχρι το 2020 διαμορφώνει σενάρια και με βάση τον στόχο του 18% (που είχε θέσει παλιότερα η Ε.Ε.) και με τον στόχο του 20% (που είχε αναβαθμίσει η ελληνική Βουλή). Δεν υπάρχει δηλαδή μια επιμονή στη μεγαλύτερη διείσδυση της «πράσινης ενέργειας», πολύ περισσότερο που μετά τη Συνθήκη του Παρισιού για περιορισμό της ανόδου της παγκόσμιας θερμοκρασίας στον 1,5 βαθμό Κελσίου, οι στόχοι για περιορισμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου θα γίνουν πολύ πιο φιλόδοξοι. 

Ταυτόχρονα, σχεδόν σε όλα τα σενάρια, η συμμετοχή των στερεών καυσίμων είναι μεγάλη. Το 2014, σύμφωνα με τη μελέτη, από λιγνίτη προέρχονται 22,62 TWh ηλεκτρικού ρεύματος. Στα τρία από τα τέσσερα σενάρια το 2025 η παραγωγή από λιγνίτη θα είναι μεγαλύτερη (!), ενώ και το 2035 θα παρέχει το 15-20% του ηλεκτρικού ρεύματος. Οπως σημειώνουν οι συντάκτες, το 2030 η αναμενόμενη παραγωγή από λιγνίτη θα είναι μεταξύ 12-14 TWh. Με καύση φυσικού αερίου το 2014 παρήχθησαν 7,63 TWh ρεύματος. Σε όλα τα σενάρια προβλέπεται το 2035 αύξηση του ηλεκτρικού ρεύματος από φυσικό αέριο από 45%-75%! Αυτό δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση απεξάρτηση από τους υδρογονάνθρακες.

Η μελέτη σημειώνει πως η εξοικονόμηση ενέργειας το 2030 θα ικανοποιεί τον στόχο του 30%, που έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή το 2007. Το ζήτημα είναι πως βρισκόμαστε δέκα χρόνια μετά και όλα δείχνουν πως απαιτούνται πολύ πιο αυστηροί στόχοι περιορισμού της κατανάλωσης ενέργειας (ειδικά των υδρογονανθράκων) και των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Δυστυχώς, η συγκεκριμένη μελέτη φαίνεται να κινείται με τη λογική business as usual...

Ο συγκεκριμένος μακροχρόνιος ενεργειακός σχεδιασμός «βρίσκεται εκτός κάθε κλιματικής και ενεργειακής πραγματικότητας και εγκλωβίζει τη χώρα στα ορυκτά καύσιμα για πολλές δεκαετίες», τονίζει στην ανακοίνωσή της η Greenpeace.

Η περιβαλλοντική οργάνωση υπογραμμίζει ορισμένα μελανά σημεία της μελέτης: Σε κανένα σενάριο η ηλεκτροπαραγωγή δεν καλύπτεται κατά 100% από ΑΠΕ και δεν μηδενίζονται οι εκπομπές από την ηλεκτροπαραγωγή. Στα σενάρια 1-3, οι επενδύσεις στην ηλιακή ενέργεια παγώνουν για το διάστημα 2025-2030. Η τελική κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας αυξάνεται περίπου κατά 30% έως το 2035 σε σύγκριση με τα επίπεδα του 2014. Οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου στον ηλεκτρισμό, στην καλύτερη περίπτωση, μειώνονται μόλις κατά 28% έως το 2035 σε σύγκριση με τα σημερινά επίπεδα. Αυξάνεται η εγκατεστημένη ισχύς του πετρελαίου ως το 2035, ενώ η πετρελαϊκή παραγωγή μειώνεται μόλις κατά 40%. Αγνοούνται οι τεχνολογίες των ηλιοθερμικών και της αποθήκευσης ενέργειας (συσσωρευτών).

Το πιο σημαντικό είναι πως λείπει μια ριζοσπαστική προσέγγιση.

(Πηγή: Καθημερινή)