Επενδύοντας στην Ελλάδα: Το Παράδειγμα των ΕΛ.ΠΕ.

Το από κάθε άποψη αρνητικό κλίμα που επικρατεί στην οικονομία της χώρας τα τελευταία χρόνια και που μάλιστα έχει επιδεινωθεί επικίνδυνα τους τελευταίους μήνες, ιδίως μετά την φυγή πολλών καταθέσεων δισεκατομμυρίων ευρώ προς πλέον ασφαλείς προορισμούς, ευθύνεται όχι μόνο για την επενδυτική απραξία, αλλά και για την μη ανάληψη οποιασδήποτε σοβαρής αναπτυξιακής πρωτοβουλίας τόσο σε επίπεδο επιχειρήσεων, όσο και κυβέρνησης
energia.gr
Παρ, 29 Ιουνίου 2012 - 17:09

Το από κάθε άποψη αρνητικό κλίμα που επικρατεί στην οικονομία της χώρας τα τελευταία χρόνια και που μάλιστα έχει επιδεινωθεί επικίνδυνα τους τελευταίους μήνες, ιδίως μετά την φυγή πολλών καταθέσεων δισεκατομμυρίων ευρώ προς πλέον ασφαλείς προορισμούς, ευθύνεται όχι μόνο για την επενδυτική απραξία, αλλά και για την μη ανάληψη οποιασδήποτε σοβαρής αναπτυξιακής πρωτοβουλίας τόσο σε επίπεδο επιχειρήσεων, όσο και κυβέρνησης. Και ένας βασικός λόγος για αυτήν την δυσπραγία αποτελεί ασφαλώς το κακό ψυχολογικό κλίμα, κάτι που έχει ενισχυθεί από την πολιτική αστάθεια των τελευταίων μηνών και που αποθαρρύνει και τους πλέον τολμηρούς από το να σκεφθούν δημιουργικά, να εκτιμήσουν τις μελλοντικές ανάγκες της αγοράς και να επενδύσουν.

 

Για αυτό η ανακοίνωση χθες κατά την Γενική Συνέλευση των μετόχων του μεγαλύτερου βιομηχανικού – εμπορικού ομίλου της χώρας από πλευράς πωλήσεων, των Ελληνικών Πετρελαίων, περί επιτυχούς ολοκλήρωσης και λειτουργίας εντός του Ιουλίου της νέας αναβαθμισμένης διυλιστικής μονάδας της Ελευσίνας, αποτελεί από μόνο του ένα χαρμόσυνο γεγονός και μία ισχυρή τόνωση και εμψύχωση για το επιχειρηματικό κλίμα. Έχει μεγάλο ενδιαφέρον το γεγονός ότι η εν λόγω επένδυση ύψους 2.0 δις ευρώ περίπου που είναι και η μεγαλύτερη που έχει πραγματοποιηθεί στον πετρελαϊκό – διυλιστικό κλάδο στην Ευρώπη τα τελευταία χρόνια, σχεδιάστηκε και άρχισε να υλοποιείται εν μέσω οικονομικής κρίσης το 2008, η δε κατασκευή του ξεκίνησε στις αρχές του 2010, δηλαδή ενώ η κρίση εκορυφώνετο. Η δε μονάδα κατασκευάστηκε και ολοκληρώθηκε ενώ η οικονομία εβυθίζετο σε νέα τέλματα και η παραμονή της χώρας στο ευρώ παιζόταν καθημερινά κορώνα – γράμματα. Και όμως, η επένδυση προχώρησε και ολοκληρώθηκε χάρις στην επιμονή και αφοσίωση της διοίκησης και των εργαζόμενων των ΕΛ.ΠΕ. σε μία σταθερή πορεία, σε ένα κοινό όραμα και προπαντός στις προσδοκίες τους (που δεν αρκούν πάντοτε) και στην πίστη τους για ένα καλύτερο μέλλον.

 

Και επειδή οι επενδύσεις, ιδίως τόσο μεγάλης κλίμακας και τόσο σύνθετες από άποψης μηχανολογικού εξοπλισμού και διεργασιών, δεν προχωρούν απλά μόνο λόγω πίστεως και ελπίδος, αλλά απαιτούν χρήματα και μάλιστα άφθονα θα πρέπει να επισημάνουμε ότι χωρίς τα ΕΛ.ΠΕ. να έχουν κτίσει όλα αυτά τα χρόνια μία απόλυτα υγιή χρηματοοικονομική βάση, με σωστή οργανωτική δομή, και με δείκτες λειτουργίας ( performance indicators ) πολύ άνω του Ευρωπαϊκού μέσου όρου, το έργο δεν θα μπορούσε να έχει χρηματοδοτηθεί ομαλά με συνεισφορά τόσο ίδιων κεφαλαίων, όσο και από project financing.

 

 

Επιπλέον, το εξαιρετικά φιλόδοξο αυτό επενδυτικό σχέδιο, που στην πράξη εσήμανε την κατασκευή ενός εντελώς νέου διυλιστηρίου στην θέση του παλαιού στην Ελευσίνα, μπόρεσε να πραγματοποιηθεί εντός του αυστηρού χρονοδιαγράμματος που είχε τεθεί από την διοίκηση και τις τράπεζες, επειδή τα ΕΛ.ΠΕ. είναι μία εξαιρετικά καλά οργανωμένη επιχείρηση, με σύγχρονο μάνατζμεντ, ορθολογική διάρθρωση, καλά εκπαιδευμένο προσωπικό, διαρκώς ανανεούμενο μηχανολογικό εξοπλισμό και μία συνεχή αναπτυξιακή πορεία. Η δε εισαγωγή και συνεχής προσαρμογή στα δεδομένα της εταιρείας προηγμένων τεχνικών διοίκησης, συμπεριλαμβανομένων και μεθόδων risk και crisis management, ιδίως τα τελευταία 5-6 χρόνια, έχει επιτρέψει στη διοίκηση του Ομίλου τον αποτελεσματικό έλεγχο του κόστους, την αύξηση των διαθεσίμων και την βελτίωση των χρηματορροών.

 

Η επιτυχής διαχείριση των χρηματοοικονομικών της επιχείρησης και οι σωστές επιλογές απεδείχθησαν έμπρακτα κατά την διάρκεια των τελευταίων μηνών όταν από την μία πλευρά το Αμερικανό – Ευρωπαϊκό embargo κατά των Ιρανικών εισαγωγών αργού – με το οποίο εφοδιάζετο η Ελληνική αγορά τα τελευταία 30 χρόνια, και από την άλλη η καταρράκωση της Ελληνικής πίστης (όπου οι ξένοι προμηθευτές άρχισαν να απαιτούν πληρωμή upfront), δημιούργησαν ασφυκτικές συνθήκες για την προμήθεια αργού. Όμως η σωστή οργάνωση, οι επαρκείς προβλέψεις και οι κατάλληλοι επιχειρηματικοί ελιγμοί (π.χ. δημιουργία νέας διεθνούς εμπορικής εταιρείας με την σύμπραξη των ΕΛ.ΠΕ. και τριών τραπεζών για εισαγωγές αργού) επέτρεψαν στα ΕΛ.ΠΕ. την απρόσκοπτη λειτουργία τους και τον αδιάκοπο εφοδιασμό τους, και κατά συνέπεια της Ελληνικής αγοράς με αργό από Ρωσία, Βόρεια Αφρική, Νιγηρία, Σ. Αραβία, Κουβέιτ και αλλού.

 

Τέλος, έχει ενδιαφέρον η παρατήρηση ότι τα ΕΛ.ΠΕ., όπως και αρκετές άλλες επιχειρήσεις του κλάδου με έδρα την Ελλάδα, λειτουργούν τα τελευταία χρόνια σε ένα περιβάλλον όπου υπάρχει συνεχής συρρίκνωση του μεγέθους της αγοράς (σύμφωνα με στοιχεία της BP το 2006 η συνολική κατανάλωση πετρελαιοειδών στην Ελληνική αγορά έφθανε τα 444.000 βαρέλια, ενώ το 2011 αυτή διαμορφώθηκε στα 350.000 βαρέλια), όπου αυξάνεται αμείλικτα ο ανταγωνισμός και ο αγώνας για διατήρηση μεριδίων και πελατών. Για αυτό τον λόγο έχει ιδιαίτερη σημασία η ολοκλήρωση και λειτουργία των νέων μονάδων στο διυλιστήριο της Ελευσίνας την συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Με την νέα αυτή επένδυση στην Ελευσίνα και την λειτουργία μέσα στους επόμενους μήνες των μονάδων Hydrocracker και Flexicoker, ως και την παράλληλη αναβάθμιση του Διυλιστηρίου στη Θεσσαλονίκη, τα ΕΛ.ΠΕ. βελτιώνουν εντυπωσιακά την παραγωγική τους βάση (π.χ. αυτάρκεια σε diesel) και ταυτόχρονα δημιουργούν τις απαραίτητες προϋποθέσεις για σημαντική αύξηση των εξαγωγών τους στη ΝΑ Ευρώπη, πράγμα που θα επεκτείνει τον κύκλο εργασιών τους και θα ενισχύσει την κερδοφορία τους. Ήδη, βάσει των σημερινών δεδομένων οι εξαγωγές προϊόντων το 2012 θα ανέλθουν στο 28% του τζίρου, έναντι 20% το 2011, με στόχο το 40% για το 2014/2015.

 

Επενδύοντας στη βιομηχανική τους βάση στην Ελλάδα τα ΕΛ.ΠΕ. όχι μόνο κεφαλαιοποιούν τα κέρδη και τις προσδοκίες τους αλλά επιβεβαιώνουν με τον πλέον έμπρακτο τρόπο την πίστη τους προς τις παραγωγικές δυνατότητες της χώρας και τις μακροχρόνιες θετικές προοπτικές της Ελληνικής οικονομίας.