Οι τιμές του πετρελαίου είναι πλέον της τάξεως των εκατό (100) δολλαρίων το βαρέλι. Εντός μιας γενιάς η ανθρωπότητα αντιμετωπίζει τον κλονισμό, το σόκ της τρίτης ενεργειακής κρίσης. Αλλ’ όμως η τρέχουσα άνοδος της τιμής του πετρελαίου είναι βασικά διαφορετική από τις προηγούμενες πετρελαϊκές κρίσεις καθόσον παρουσιάζει ευρύτερες και πιο μακροπρόθεσμες οικονομικές επιπτώσεις.

Οι τιμές του πετρελαίου είναι πλέον της τάξεως των εκατό (100) δολλαρίων το βαρέλι. Εντός μιας γενιάς η ανθρωπότητα αντιμετωπίζει τον κλονισμό, το σόκ της τρίτης ενεργειακής κρίσης. Αλλ’ όμως η τρέχουσα άνοδος της τιμής του πετρελαίου είναι βασικά διαφορετική από τις προηγούμενες πετρελαϊκές κρίσεις καθόσον παρουσιάζει ευρύτερες και πιο μακροπρόθεσμες οικονομικές επιπτώσεις. Σε σύγκριση με τις ενεργειακές κρίσεις των ετών 1970 και 1980 η παρούσα κρίσης εκ της ανόδου των τιμών προκαλεί σοβαρή ανησυχία στους καταναλωτές και πυροδοτεί ευρύτερους φόβους ως προς τις επιπτώσεις στην οικονομία.

Οι παλιές κρίσεις πετρελαίου οφείλοντο στις απότομες διακοπές εξαγωγών από την Μέση Ανατολή. Η τωρινή σοβαρή πετρελαϊκή κρίση πηγάζει από την σημαντική οικονομική ανάπτυξη εκατοντάδων εκατομμυρίων Κινέζων και Ινδών, από την με γοργότατο ρυθμό ανάπτυξη άλλων αναπτυσσομένων οικονομιών αλλά και από την σταθερή μεγαλύτερη ζήτηση βενζίνης στις ανεπτυγμένες χώρες. Τα προγνωστικά για τις μελλοντικές τιμές πετρελαίου ποικίλλουν σημαντικά μεταξύ τους. Μερικοί ειδικοί προβλέπουν για την επόμενη χρονιά πτώση της τιμής γύρω στα 75 δολλάρια, ενώ άλλοι απαισιοδοξούν και νομίζουν πως η τιμή του μαύρου χρυσού θα φθάσει τα 120 δολλάρια. Είναι αξιοσημείωτο πως ουδείς προβλέπει μία επάνοδο στα 20 δολλάρια της περασμένης δεκαετίας. Πάντως είναι αναμφισβήτητο πως η κατά 58% φετινή άνοδος σε σύγκριση από την περσινή οφείλεται στην άνευ προηγουμένου εκπληκτική αύξηση της παγκόσμιας οικονομίας.

Η ζήτηση από Κίνα και Ινδίες αναμένεται να διπλασιαστεί στις προσεχείς δύο δεκαετίες καθόσον οι οικονομίες τους συνεχίζουν να επεκτείνονται. Είναι δε ιδιαίτερα χαρακτηριστικό πως τα λαϊκά στρώματα σ’ αυτές τις παραπάνω χώρες αγοράζουν σωρηδόν αυτοκίνητα και μετακομίζουν στις πόλεις για αισθητή καλυτέρευση ζωής. Οι διεθνείς οικονομολόγοι και εντεταλμένοι σύμβουλοι διεθνών πολυεθνικών εταιρειών προβλέπουν πως ήδη οι υπάρχουσες υψηλές τιμές πετρελαίου θα πλήξουν αδιακρίτως τους πάντας, ήτοι τόσον τους παραγωγούς όσον και τους καταναλωτές.

Πλείστοι αναλυτές προσδοκούν πως τις επόμενες εβδομάδες η τιμή του πετρελαίου θα σπάσει το φράγμα των εκατό δολαρίων (100 δολάρια) ανά βαρέλι. Τον Απρίλιο του 1980 ήτοι την επόμενη ημέρα της ιρανικής επανάστασης των μουλάδων του Ιράν η τιμή του πετρελαίου έφθασε σε σημερινό νόμισμα τα 101,70 δολλάρια ανά βαρέλι. Παρά τα εξωφρενικά ύψη της τιμής του πετρελαίου πρέπει να υπογραμμισθεί πως το πετρέλαιο είναι σήμερα ακόμη φθηνότερο από μία εισαγόμενη φιάλη νερού που θα εκόστιζε 180 δολλάρια ανά βαρέλι, η μία φιάλη γάλακτος που θα ετιμάτο 150 δολλάρια ανά βαρέλι. Η ζήτηση ενέργειας αυξάνεται σε βαθμό που δεν έχει το προηγούμενό του. Η προσφορά πετρελαίου αγωνίζεται πάση δυνάμει ν’ ανταποκριθεί στην πλέον αυξανόμενη ζήτηση.

Αυτή είναι στην ουσία της η ενεργειακή πρόκληση. Εντεύθεν πηγάζει και η ανησυχία πως ο ενεργειακός τομέας θα μπορέσει ν’ ανταποκριθεί στην αυξανόμενη ζήτηση μακροπροθέσμως. Περισσότερο από κάθε άλλη χώρα η Κίνα αποτελεί την πεμπτουσία της πρόκλησης καθόσον το μεν ενεφάνισε γιγαντιαία οικονομική ανάπτυξη την τελευταία δεκαετία, το δε εξελίχθηκε σε μέγιστο ενεργειακό καταναλωτή.

Η οικονομία της Κίνας πήρε κολοσσιαίες διαστάσεις γύρω στο 10% ετησίως από την δεκαετία του 1990 και έτσι επέτυχε την προώθηση άνω του επιπέδου της φτώχειας περίπου τριακοσίων εκατομμυρίων πληθυσμού. Η ραγδαία βιομηχανοποίησή της είχε σαν επακόλουθο ένα τίμημα. Τουτέστιν η ζήτηση υπερτριπλασιάσθηκε μετά το έτος 1980 και έτσι η χώρα αυτή που ήταν κάποτε αυτάρκης μετατράπηκε σε άπληστο εισαγωγέα πετρελαίου εκ του εξωτερικού. Κίνα και Ινδίες στεγάζουν περίπου το ένα τρίτο (1/3) των ανθρωπίνων υπάρξεων της οικουμένης. Οι λαοί τους διεκδικούν επιμόνως απόκτηση ηλεκτρικής ενέργειας, αυτοκινήτων και καταναλωτικών αγαθών και ανταγωνίζονται αρκετά επιτυχώς την Δύση προς απόκτηση πλουτοπαραγωγικών πόρων.

Δοθέντος ότι οι παραπάνω γιγαντιαίες χώρες ενεργούν και δραστηριοποιούνται κατά τον περιγραφέντα τρόπον, επιφέρουν αναντιρρήτως τεραστίαν μετατροπή του ισοζυγίου της παγκόσμιας ενέργειας.

Σήμερα η Κίνα καταναλώνει μόνο το ένα τρίτο απ’ όσο καταναλώνουν οι Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες καταναλώνουν το ¼ της παγκόσμιας παραγωγής εκάστην ημέρα.

Μέχρι το 2030 οι Ινδίες και η Κίνα μαζί θα εισάγουν τόσο πετρέλαιο όσο οι ΗΠΑ μαζί με την Ιαπωνία εισάγουν σήμερα.

Ενόσω η ζήτηση αυξάνει ταχύτατα το Εξωτερικό, η όρεξη και η σπάταλη νοοτροπία των Αμερικανών για μεγάλα αυτοκίνητα (εκάστη τετραμελής οικογένεια φθάνει να διαθέτει περί τα τέσσερα αυτοκίνητα) καθώς και για μεγάλες ιδιόκτητες κατοικές ωθούν σταθερά προς τα πάνω την ζήτηση πετρελαίου στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η Ευρώπη έχει καταφέρει κάτι αξιόλογο στο θέμα του πετρελαίου. Ήτοι περιόρισε την σχετική κατανάλωση με συνδυασμό σχετικά υψηλού φόρου για την βενζίνη, έστρεψε την αγορά προς μικρά αυτοκίνητα και αποδοτικές και άνετες δημόσιες συγκοινωνίες. Στη κατανάλωση πετρελαίου στις ΗΠΑ, όπου η βενζίνη είναι πολύ φθηνότερη από ό,τι στην Ευρώπη, παρατηρήθηκε φέτος μία αύξηση στα 21 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως από 17 εκατομμύρια που ήταν στις αρχές της δεκαετίας 1990.

Εάν οι Κινέζοι και οι Ινδοί κατανάλωναν όσο πετρέλαιο για κάθε άτομο καταναλώνουν οι Αμερικανοί, τότε η παγκόσμια κατανάλωση θα ανήρχετο πάνω από 200 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως σε αντίθεση προς τα 85 εκατομμύρια βαρέλια που είναι σήμερα. Το παραπάνω ύψος παραγωγής πετρελαίου θεωρείται αδιανόητο από κάθε ειδήμονα επί του θέματος της πετρελαϊκής παραγωγής.

Πιο ρεαλιστικά αναμένεται ν’ ανέλθει η παγκόσμια ζήτηση περίπου στα 115 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως μέχρι το 2030, τουθ’ όπερ σημαίνει πως θα επιβαρυνθούν και θα αναγκασθούν οι παραγωγοί του πετρελαίου να μεγεθύνουν τις ικανότητές των για εξαγωγές περισσότερου πετρελαίου με νέες γεωτρήσεις και αντλιοστάσια. Σε όλα τ’ ανωτέρω επικρέμαται και η σπάθη του Δαμοκλέους με το πιθανό ενδεχόμενο της διακοπής παροχής πετρελαίου λόγω εχθροπραξιών από την οξείαν διένεξη περί ατομικής ενέργειας Ιράν και ΗΠΑ. Ευνόητον είναι σε όλους πως σε περίπτωση ασφυκτικής ανάγκης πετρελαϊκής ζήτησης μπορεί ν’ ανάψει ο σπινθήρας ανυπολόγιστης ένοπλης σύρραξης και ανάφλεξης με τις εντεύθεν συνέπειές της.

Εν προκειμένω δεν πρέπει να παραλειφθεί πως μερίδα ξένων δημοσιογράφων αναγνωρισμένου κύρους έχει εκφράσει την άποψη ότι ο στενός κύκλος του Αμερικανού Προέδρου εν ομοφωνία μετ’ αυτού έχει ήδη προαποφασίσει ένοπλη ενέργεια κατά του Ιράν ιδιόρρυθμης εκτέλεσης.

(ΕΣΤΙΑ 10/12/2007)

*Ομ. Καθηγητού Οικονομικού Πανεπιστημίου