Το Bloomberg διόρθωσε τον εαυτό του: Όπως μετέδωσε χθες το απόγευμα, ο Ταγίπ Ερντογάν αποφάσισε να αναβάλει την προγραμματισμένη για τις 9 Μαΐου συνάντησή του στον Λευκό Οίκο με τον Αμερικανό ομόλογό του Τζο Μπάιντεν, μολονότι μέχρι και μερικές ώρες νωρίτερα το ίδιο πρακτορείο επέμενε ότι η επίσκεψη θα διεξαχθεί κανονικά. Η πρωτοβουλία της αναβολής υποτίθεται ότι ανήκει στην τουρκική πλευρά

Όμως και οι παρ’ ολίγον οικοδεσπότες δεν εμφανίζονταν θερμοί.  Ο εκπρόσωπος, λ.χ., του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ, Τζον Κέρμπι, όταν ρωτήθηκε σχετικά, απάντησε ότι "δεν υπάρχει στην ατζέντα κάτι για συγκεκριμένη επίσκεψη του προέδρου Ερντογάν".

Σε έτερη ερώτηση αν το εμπόδιο υπήρξε η πρόσφατη συνάντηση του ηγέτη της γείτονος με τον επικεφαλής της παλαιστινιακής ισλαμιστικής οργάνωσης Χαμάς, Ισμαήλ Χανίγιε, ο Κέρμπι ανέφερε χαρακτηριστικά: "Το αφήνω στον πρόεδρο Ερντογάν. Είμαστε πολύ σαφείς ως προς τη θέση μας για τη Χαμάς και ό,τι αντιπροσωπεύει". Υπενθυμίζεται ότι στις ΗΠΑ η Χαμάς έχει κηρυχθεί τρομοκρατική οργάνωση, ενώ κατά τον Τούρκο πρόεδρο αυτή αποτελεί "εθνικο-απελευθερωτικό κίνημα", με ρόλο εφάμιλλο αυτού των κεμαλιστών κατά τον τουρκικό "Πόλεμο της Ανεξαρτησίας".

Προηγουμένως, οι δημοσιογραφικές πληροφορίες, προερχόμενες από φιλορωσικά μέσα ενημέρωσης της Τουρκίας, ήθελαν την τουρκική πλευρά να είναι η πρώτη που επανεξέταζε την προοπτική της συνάντησης της 9ης Μαΐου, στον απόηχο της έγκρισης από το αμερικανικό Κογκρέσο (και της προσυπογραφής από τον Τζο Μπάιντεν) του πακέτου βοηθείας των 95 δισεκατομμυρίων προς Ουκρανία, Ισραήλ και Ταϊβάν.

Η ήττα του κυβερνώντος κόμματος στις τουρκικές δημοτικές εκλογές της 31ης Μαρτίου (η οποία σε μεγάλο βαθμό αποδόθηκε στην καμπάνια της ισλαμιστικής αντιπολίτευσης ενάντια στη συνέχιση των οικονομικών σχέσεων της Τουρκίας με το εβραϊκό κράτος, ενόσω διαρκεί η αιματοχυσία στη Γάζα) οδηγεί τον Ερντογάν σε κινήσεις, ενίοτε σπασμωδικές, τόνωσης του φιλο-παλαιστινιακού προφίλ του και τήρησης αποστάσεων από τον Ισραήλ, λ.χ. με τη μετεκλογική απόφαση απαγόρευσης εξαγωγών ειδών που θα μπορούσαν να έχουν στρατιωτική χρήση.

Στροφές και αντιφάσεις

Οι αντιφάσεις είναι κραυγαλέες, καθώς η ανάφλεξη της 7ης Οκτωβρίου βρήκε τον Ερντογάν σε μια στιγμή κατά την οποία κορυφώνονταν, όπως έδειξε και η πρωτόγνωρη συνάντησή του με τον Βενιαμίν Νετανιάχου τον περασμένο Σεπτέμβριο στη Νέα Υόρκη, οι προσπάθειες πλήρους εξομαλύνσεως των πολιτικών σχέσεων με το Ισραήλ, οι οποίες (σε αντίθεση με τις οικονομικές) είχαν διαταραχθεί επί σειρά ετών. Η παράταση της κρίσης στη Γάζα οδήγησε βέβαια στην επαναφορά της... συνήθους εμπρηστικής ρητορικής του Ερντογάν έναντι του Ισραήλ, σε αντιστοιχία και προς τις προσδοκίες της τουρκικής κοινής γνώμης.

Όμως αυτή η πολλοστή στροφή δύσκολα συνδυάζεται με την εξυπηρέτηση των συμφερόντων της Τουρκίας και ιδίως του κύκλου Ερντογάν, όταν αποτελεί κοινό μυστικό ότι η πολεμική προσπάθεια του εβραϊκού κράτους δύσκολα θα συνεχιζόταν χωρίς την εισαγωγή αζερικού πετρελαίου μέσω τουρκικών λιμένων. Ούτε επίσης μπορεί να συνδυαστεί με την προσπάθεια επαναπροσεγγίσεως με τις ΗΠΑ (σε αναζήτηση των γνωστών εξοπλιστικών, επενδυτικών και πολιτικών ανταλλαγμάτων), αλλά και με τη διακαή επιθυμία του Ερντογάν να εξεύρει ρόλο μεσολαβητικό είτε στην επανασυμφιλίωση της Χαμάς με τη Φάταχ είτε στην ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση εν γένει.

Η συνάντηση που είχε το περασμένο Σάββατο επί δυόμισι ώρες στο ανάκτορο του Ντολμάμπαχτσε ο Ερντογάν (ύστερα από προηγούμενη διερευνητική αποστολή του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών Χακάν Φιντάν στο Κατάρ) με τον Χανίγιε να καλύπτει όλες τις παραπάνω βλέψεις. Ιδίως αφότου το εμιράτο του Κατάρ (και πάτρωνας μαζί με την Τουρκία της Χαμάς) έκανε γνωστό ότι επανεξετάζει τη μεσολαβητική συμμετοχή του στις συνομιλίες για την κρίση της Γάζας.

Η "συναλλακτική σχέση" και τα όρια των τουρκικών φιλοδοξιών

Αποτελεί, ωστόσο, μέγα παράδοξο να ακυρωθεί με πρωτοβουλία Ερντογάν μία συνάντηση την οποία ο ίδιος διακαώς επιθυμούσε και πάσχιζε επί πολλούς μήνες να εξασφαλίσει. Πόσο μάλλον που τα σχετικά με την επίσκεψη έσπευσε πρώτη να τα γνωστοποιήσει η τουρκική πλευρά ήδη από τα τέλη Μαρτίου, προτού υπάρξει αμερικανική επιβεβαίωση.

Άλλωστε, έλαβαν ήδη χώρα οι προπαρασκευαστικές επισκέψεις στην Άγκυρα Αμερικανών αξιωματούχων, όπως ο υφυπουργός Εξωτερικών, αρμόδιος για τις πολιτικές υποθέσεις, Τζον Μπας ή (μόλις την περασμένη Τρίτη) η συντονίστρια του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, Ελίζαμπεθ Ρίτσαρντ. Αντιστοίχως αναμένεται στις 29 Απριλίου να δώσει τα διαπιστευτήριά του ο νέος, πλην έμπειρος πρεσβευτής της Τουρκίας Σεντάτ Ονάλ.

Αφότου η Τουρκία έδωσε, ύστερα από πολύμηνο "σίριαλ", το "πράσινο φως" για την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, το κλίμα στις αμερικανο-τουρκικές σχέσεις βελτιώθηκε αισθητά – μολονότι ο Ερντογάν ποτέ δεν εγκαταλείπει τη "συναλλακτική" προσέγγιση των συμμαχικών σχέσεων.

Για παράδειγμα, η (υποστηριζόμενη από τις ΗΠΑ) υποψηφιότητα του απερχόμενου πρωθυπουργού της Ολλανδίας, Μαρκ Ρούτε, για τη θέση του Γενικού Γραμματέα του ΝΑΤΟ άνοιξε περιθώρια για νέο παζάρι, με την τουρκική πλευρά να θέτει ως όρους για τη θετική της ψήφο τη σαφέστερη ρύθμιση των σχέσεων της συμμαχίας με τα μη μέλη της που ανήκουν στην Ε.Ε. (εν οίς και η Κυπριακή Δημοκρατία), καθώς και διαπιστευτήρια αφοσιώσεως στον αντιτρομοκρατικό αγώνα. Το τελευταίο αφορά την καταστολή μέσων ενημέρωσης προσκείμενων στο Εργατικό Κόμμα Κουρδιστάν (ΡΚΚ) που εδρεύουν στην Ολλανδία.

Με το βλέμμα στο Ιράκ

Φυσικά, περισσότερο κρίσιμα για την τουρκική ασφάλεια είναι όσα διαμείβονται πολύ πιο διακριτικά σε σχέση με την πρόθεση του Ερντογάν να "ξεκαθαρίσει" μέχρι το καλοκαίρι διά στρατιωτικής χειρός, το θέμα των ενόπλων του ΡΚΚ που εδρεύουν στα όρη του βόρειου Ιράκ.

Από αυτή την άποψη, κορυφαίας σημασίας υπήρξε η πρόσφατη επίσκεψη Ερντογάν στο Ιράκ, η πρώτη ύστερα από 12 έτη, με στόχο τη συνεργασία της Βαγδάτης (και των αρχών του αυτόνομου Ιρακινού Κουρδιστάν) στις επιχειρήσεις κατά του ΡΚΚ, αλλά και την προώθηση του "Δρόμου της Ανάπτυξης" που θα συνδέει τον Περσικό Κόλπο με τη Μαύρη Θάλασσα (και βέβαια θα ανταγωνίζεται τον σχεδιαζόμενο διάδρομο Ινδίας-Ισραήλ).

Οι ΗΠΑ έχουν πλέον εξοικειωθεί (και μάλλον συμφιλιωθεί) με το συναλλακτικό στυλ του Ερντογάν, μη θέλοντας να στερηθούν τις όποιες υπηρεσίες δύναται να προσφέρει η Τουρκία στο νεοψυχροπολεμικό περιβάλλον. Αλλά το κατά πόσον εγκρίνουν τις επιμέρους τουρκικές φιλοδοξίες είναι πολύ διαφορετική υπόθεση.

(από capital.gr)