Σχέσεις Ε.Ε. - Ρωσίας: Μία «Καυτή Πατάτα» στα Χέρια της Ελληνικής Προεδρίας

Την «καυτή πατάτα» των σχέσεων Ε.Ε. –Ρωσίας θα κληθεί να διαχειριστεί η ελληνική προεδρία σε λιγότερο από δύο μήνες. Η δυσκολία της διαχείρισής τους αυξάνεται και από τη διαφαινόμενη τρίτη – από το 2006 - «κρίση του φυσικού αερίου» ανάμεσα σε Μόσχα και Κίεβο. Δεν είναι μόνο οι ληξιπρόθεσμες οφειλές της Ουκρανίας προς τη Ρωσία για το ρωσικό φυσικό αέριο που καταναλώνει – κάπου 900 εκατ. δολ. για τις προμήθειες του Αυγούστου. Πίσω από την ρωσική πίεση για άμεση εξόφληση βρίσκεται ο φόβος «στρατηγικής περικύκλωσης» που προκαλεί στο Κρεμλίνο το πολύ ορατό ενδεχόμενο η Ουκρανία να υπογράψει συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Ένωση κατά τη σύνοδο κορυφής της 28ης και 29ης Νοεμβρίου
energia.gr
Πεμ, 7 Νοεμβρίου 2013 - 12:16

Την «καυτή πατάτα» των σχέσεων Ε.Ε. –Ρωσίας θα κληθεί να διαχειριστεί η ελληνική προεδρία σε λιγότερο από δύο μήνες. Η δυσκολία της διαχείρισής τους αυξάνεται και από τη διαφαινόμενη τρίτη – από το 2006 - «κρίση του φυσικού αερίου» ανάμεσα σε Μόσχα και Κίεβο.

Δεν είναι μόνο οι ληξιπρόθεσμες οφειλές της Ουκρανίας προς τη Ρωσία για το ρωσικό φυσικό αέριο που καταναλώνει – κάπου 900 εκατ. δολ. για τις προμήθειες του Αυγούστου. Πίσω από την ρωσική πίεση για άμεση εξόφληση βρίσκεται ο φόβος «στρατηγικής περικύκλωσης» που προκαλεί στο Κρεμλίνο το πολύ ορατό ενδεχόμενο η Ουκρανία να υπογράψει συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Ένωση κατά τη σύνοδο κορυφής της 28ης και 29ης Νοεμβρίου. Στην κίνηση αυτή η Μόσχα βλέπει τη συνέχιση των σχεδίων για δραστικό περιορισμό της μετα-σοβιετικής της επιρροής. Το «καμπανάκι του συναγερμού» χτυπά για τους Ρώσους ακόμη πιο δυνατά στην περίπτωση της Ουκρανίας, στα χώματα της οποίας ιδρύθηκε το μεσαιωνικό κράτος των Ρως, κοιτίδα του ρωσικού έθνους. Είναι φανερό πως μία μόνιμη πρόσδεση της Ουκρανίας στη Δύση – μέσω της Ε.Ε. σήμερα, μέσω του ΝΑΤΟ αύριο – ξυπνά στη Μόσχα τους εφιάλτες της σταδιακής εφαρμογής δυτικών σχεδίων αποδυνάμωσής της σε περιφερειακή δύναμη δεύτερης τάξης, που, μάλιστα, (στην περίπτωση π.χ. του Μπρεζίνσκυ) φτάνουν συχνά ακόμη και σε διατύπωση σεναρίων διαμελισμού των εδαφών της Ρωσικής Ομοσπονδίας.

Έτσι, λοιπόν, αν και ο Ρώσος πρωθυπουργός Ντιμίτρι Μεντβέντεφ δηλώνει πως η επικείμενη συμφωνία Ουκρανίας –ΕΕ αποτελεί «κυρίαρχη επιλογή» του Κιέβου, προειδοποιεί τους Ουκρανούς ότι «ας ελπίσουμε ότι δεν θα το μετανιώσουν όταν θα δουν ότι δεν θα έχουν τα ίδια προνόμια στα οποία υπολόγιζαν και ότι θα χάσουν τα πλεονεκτήματα που υπάρχουν διότι αυτό που έχουμε τώρα είναι μία ειδική σχέση μαζί τους, μία αποκλειστική σχέση». Η κατάπληξη και η οργή της Ρωσίας γίνεται ακόμη πιο έντονη όταν αναλογίζεται ότι «πρωταγωνιστής» στην στροφή αυτή του προσανατολισμού του Κιέβου είναι ο άλλοτε εκλεκτός της Ουκρανός πρόεδρος Γιανουκόβιτς.

Οι παραπάνω εξελίξεις έρχονται μάλλον να διαψεύσουν τις αισιόδοξες αναλύσεις του τελευταίου διαστήματος που, συχνά θριαμβολογώντας, και με αφορμή τη συμφωνία για την καταστροφή του χημικού οπλοστασίου της Συρίας, φτάνουν στο σημείο να διαγνώσουν «στρατηγική σύγκλιση» Ουάσιγκτων και Μόσχας. Μάλιστα, σε αυτές τις αναλύσεις διαβάζουμε κάποιες φορές και για απομόνωση του Βερολίνου ή έστω σύμπλευσή του με τους Ρώσους. Πώς, όμως, μπορεί να συμβαίνει κάτι τέτοιο τη στιγμή, που η Ε.Ε. – στην οποία, όπως όλοι ξέρουμε πλέον, η επιρροή της Γερμανίας είναι συντριπτική – προωθεί την στρατηγική συνεργασίας με την Ουκρανία, που τόσο εξοργίζει την Ρωσία; (Η εξαντλητική αναίρεση αυτής της εκτίμησης είναι, βέβαια, αντικείμενο ξεχωριστής ανάλυσης). Συνεπώς, δύσκολα μπορεί να υπάρξει μόνιμη και στρατηγική σύμπλευση ΗΠΑ-Ρωσίας με αφορμή τη Συρία και, ταυτόχρονα, «ανάσχεση» της ρωσικής (οιονεί αυτοκρατορικής) επανόδου μέσω της ενίσχυσης των σχέσεων Δύσης-Κιέβου.

Στην περίπτωση της Συρίας, συνεπώς, μάλλον θα πρέπει να διαγνώσουμε μία προσωρινή σύμπλευση Δύσης και Ρωσίας, η οποία δεν αποκλείει υποτροπή της κατάστασης αργά ή γρήγορα. Μην ξεχνάμε, άλλωστε, πως η Μόσχα θεωρεί ότι δεν απειλείται μόνο από την πρόσδεση του Κιέβου στην Δύση, αλλά και από μία πιθανή επικράτηση των ακραίων ισλαμιστών αντιπάλων του Άσαντ στη Συρία, καθώς θεωρεί πως, μετά από μία τέτοια εξέλιξη, σειρά θα έχουν περιοχές με μουσουλμανικό στοιχείο και προϊστορία σε τέτοιου είδους «αντάρτικο» στο ίδιο της το έδαφος (βλ. Τσετσενία).

Έτσι, η ελληνική προεδρία, που ξεκινά τον ερχόμενο Γενάρη, πιθανότατα θα κινηθεί ανάμεσα σε αυτές τις Συμπληγάδες, με σοβαρό το ενδεχόμενο να κληθεί να διαχειριστεί και μία τρίτη «κρίση φυσικού αερίου», αν – όπως πολλά σημάδια δείχνουν – το Κίεβο προτιμήσει την αγκαλιά των Βρυξελλών από αυτή της Μόσχας, ακόμη κι αν ξέρει πως η οργή της τελευταίας θα έχει οδυνηρές συνέπειες στην πολιτική και την οικονομική σταθερότητα της Ουκρανίας.

Ήδη η χώρα μας φαίνεται να αντιμετώπισε με αμηχανία την πρόσφατη «επίθεση φιλίας» που πραγματοποίησε ο Ρώσος Υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ στην Αθήνα. Μόλις λίγοι μήνες έχουν περάσει μετά το «ναυάγιο» της πώλησης της ΔΕΠΑ στην Gazprom και οι Ρώσοι θεωρούν πως έχουν απέναντί τους ευρωατλαντικό βέτο για στρατηγικές επενδύσεις στην Ελλάδα, ενώ, ταυτόχρονα, οι ίδιοι ζητούν πολύ μεγάλες εξαιρέσεις από το «κοινοτικό κεκτημένο», τις οποίες βαφτίζουν «εγγυήσεις για την ασφάλεια των ρωσικών επενδύσεων». Μένει να δούμε πώς η ελληνική διπλωματία και η πολιτική ηγεσία θα διαχειριστούν όχι μόνο αυτό το πλαίσιο των ελληνορωσικών σχέσεων, αλλά και τη διαφαινόμενη τριβή στις σχέσεις της Ε.Ε.(και της Δύσης συνολικά) με τη Μόσχα το πρώτο εξάμηνο του 2014 …