Την περασμένη Δευτέρα 4 Μαρτίου 2024, έλαβε χώρα στις Βρυξέλλες η συνάντηση του Συμβουλίου Υπουργών Ενέργειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Την ίδια μέρα δημοσιεύθηκαν δύο κείμενα, το ένα από την Πυρηνική Συμμαχία (αριθμεί 12 κράτη μέλη) και το άλλο από του Φίλους των Ανανεώσιμων (με συμμετοχή 13 κρατών μελών). Το δεύτερο κείμενο υπέγραψε και η Ελλάδα, προσχωρώντας έτσι στη συμμαχία των κρατών μελών

της Ευρωπαϊκής Ένωσης που ζητούν να δοθεί βαρύτητα στην ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ως μέσο για την επίτευξη των ενεργειακών και κλιματικών στόχων της Ένωσης.

Για την Ελλάδα η ένταξη στην ανανεώσιμη συμμαχία είναι μια σωστή κίνηση δεδομένης της μεγάλης βαρύτητας που αποκτούν για τη χώρα μας οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2023 οι ανανεώσιμες πηγές κάλυψαν περίπου το 49% της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας στην ηπειρωτική Ελλάδα και τα διασυνδεδεμένα νησιά —ενώ το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα ανεβάζει αυτό το ποσοστό σχεδόν στο 80% το 2030. Ακόμη όμως και εάν δεν φτάσει η Ελλάδα να έχει 80% ανανεώσιμη ενέργεια στον ηλεκτρισμό σε έξι χρόνια από σήμερα, το σίγουρο είναι ότι οι ανανεώσιμες πηγές θα έχουν τον κυρίαρχο ρόλο στα χρόνια και τις δεκαετίες που έρχονται.

Η προσχώρηση της Ελλάδας στην ανανεώσιμη συμμαχία θα μπορούσε να γίνει νωρίτερα, αλλά δεν θέλαμε να δυσαρεστήσουμε την επικεφαλής της συμμαχίας της πυρηνικής ενέργειας στην ΕΕ, δηλαδή τη φίλη Γαλλία —το πιο ισχυρό μέλος της ανανεώσιμης ομάδας είναι η Γερμανία. Φαίνεται όμως ότι οι πρόσφατες εξελίξεις στο πεδίο των εξοπλισμών απελευθέρωσαν τρόπον τινά την Ελλάδα και στο ενεργειακό πεδίο. Σε κάθε περίπτωση η Ελλάδα θα πρέπει να παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις στο άλλο, πολλά υποσχόμενο, πυρηνικό πεδίο. Και αυτό δεν είναι άλλο από την πυρηνική σύντηξη. Στην προώθηση της σύντηξης πρωτοστατούν άλλωστε τόσο η Γαλλία όσο και η Γερμανία. Και οι πρόσφατες εξελίξεις δείχνουν ότι είναι πιθανό στις αρχές της δεκαετίας του 2040 να λειτουργεί στην Ευρώπη το πρώτο μεγάλο εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με χρήση πυρηνικής σύντηξης.

Το ευχάριστο για το σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι μία δεύτερη ενεργειακή είδηση που είδε το φως της δημοσιότητας πάλι την περασμένη Δευτέρα, η οποία λέει ότι οι επικεφαλής των δύο συμμαχικών κλαμπ, Γαλλία και Γερμανία, συμφώνησαν να επεξεργαστούν από κοινού μέτρα και πολιτικές για να αυξηθεί η ευελιξία των ενεργειακών συστημάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η αυξημένη ευελιξία είναι απαραίτητος όρος, εάν ποτέ θέλουμε να πετύχουμε την ενεργειακή μετάβαση. Και ως πηγές ευελιξίας οι δύο χώρες καταγράφουν την αποθήκευση ενέργειας, την ευέλικτη ζήτηση από καταναλωτές, τα δίκτυα μεταφοράς ενέργειας αλλά και τις ευέλικτες και ελεγχόμενες μονάδες παραγωγής. Αυτό το τελευταίο εννοεί, βασικά, τις μονάδες παραγωγής ηλεκτρισμού με καύσιμο το φυσικό αέριο.

Επομένως τα επόμενα χρόνια στην Ελλάδα θα έχουμε στον ηλεκτρισμό κυριαρχία των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και θα πρέπει να αυξήσουμε τις μονάδες αποθήκευσης ενέργειας, να ξεκινήσουμε επιτέλους τη διασύνδεση προς την Κεντρική Ευρώπη και να έχουμε επαρκή αριθμό από μονάδες φυσικού αερίου.

 

*Ο Γιώργος Στάμτσης είναι Δρ. Μηχ., Ειδικός σε θέματα Ενεργειακής Πολιτικής και Αγορών

(Aπό ot.gr)