Ο καταναλωτής καλείται να πληρώσει τις ελλείψεις που αφορούν τον τρόπο υπολογισμού και παρακολούθησης των τιμών των καυσίμων, την ίδια ώρα που τα κέρδη των πετρελαϊκών εταιρειών είναι πέραν των αποδεκτών, σύμφωνα με τις διαπιστώσεις της Ελεγκτικής Υπηρεσίας στην ετήσια έκθεση του 2012.

Ο καταναλωτής καλείται να πληρώσει τις ελλείψεις που αφορούν τον τρόπο υπολογισμού και παρακολούθησης των τιμών των καυσίμων, την ίδια ώρα που τα κέρδη των πετρελαϊκών εταιρειών είναι πέραν των αποδεκτών, σύμφωνα με τις διαπιστώσεις της Ελεγκτικής Υπηρεσίας στην ετήσια έκθεση του 2012. Η Χρυστάλλα Γιωρκάτζη, μεταξύ άλλων, αναφέρει ότι το 2011εντοπίστηκαν σημαντικές αποκλίσεις μεταξύ της αναμενόμενης και της προτεινόμενης τιμής, ενώ η απόκλιση από το αποδεκτό κέρδος σε κάποια περίπτωση ήταν κατά 860% ψηλότερη.

Όπως αναφέρεται στα συμπεράσματα της έκθεσης για τις τιμές των πετρελαιοειδών, δεδομένου ότι οι παγκύπριες πωλήσεις (για τη βενζίνη, το πετρέλαιο κίνησης και το πετρέλαιο θέρμανσης) για το 2010 ανέρχονταν σε περίπου 1,1 δισ. λίτρα, για κάθε 1 σεντ ανά λίτρο αύξηση στην τιμή πώλησης, τα έσοδα και κατ' επέκταση τα κέρδη των εταιρειών/πρατηρίων αυξάνονται κατά περίπου €11 εκ. ετησίως, τα οποία μεταφράζονται σε επιπλέον κόστος για τους καταναλωτές.

Τι προβλέπει η νομοθεσία

Σύμφωνα με τους σχετικούς κανονισμούς, η Υπηρεσία Ανταγωνισμού και Προστασίας Καταναλωτών (ΥΑΠΚ), για σκοπούς παρακολούθησης των τιμών ετοιμάζει για κάθε εισαγωγή φορτίου καυσίμων, σχετικό κοστολόγιο ανά λίτρο καυσίμου μέσα μέσα από το οποίο ξεκινώντας από τη μέση σταθμισμένη τιμή (cif) ανά μετρικό τόνο για κάθε είδος καυσίμου, και αφού προστεθούν τα έξοδα εγκαταστάσεων, τα εκτελωνιστικά έξοδα και τα λιμενικά έξοδα ανά μετρικό τόνο (και μετατραπεί η τιμή ανά μετρικό τόνο σε τιμή ανά λίτρο), τα έξοδα των εταρειών πετρελαιοειδών, το καθαρό αποδεκτό κέρδος των εταιρειών, το μεικτό αποδεκτό κέρδος των πρατηριούχων, η χρέωση του Κυπριακού Οργανισμού Διαχείρισης Αποθεμάτων Πετρελαιοειδών (ΚΟΔΑΠ) και οι διάφορες φορολογίες, ανά λίτρο [παράμετροι], καταλήγει στην αναμενόμενη (αποδεκτή) τιμή πώλησης ανά λίτρο για κάθε καύσιμο η οποία συγκρίνεται με την προτεινόμενη τιμή των εταιρειών πετρελαιοειδών.

Οι ελλείψεις

Όμως η Γενική Ελέγκτρια διαπιστώνει ότι ο τρόπος υπολογισμού της μέσης σταθμισμένης τιμής ανά μετρικό τόνο, είναι λανθασμένος, ενώ παράλληλα η παράμετρος του κοστολογίου που αφορά στα έξοδα των εταιρειών ανά λίτρο δεν ανταποκρίνεται στα σημερινά δεδομένα.

Μάλιστα στο κοστολόγιο μίας εκ των εταιρειών που έγινε έλεγχος, διαπιστώθηκε ότι περιλαμβάνονταν διάφορες παραμέτροι που δεν θα έπρεπε και οι οποίες συμπεριλαμβάνονταν στα έξοδα των εταιρειών. Ενδεικτικά, αναφέρεται ότι στα έξοδα των εταιρειών υπήρχαν παράμετροι όπως η απομείωση επενδύσεων για εξοχικές κατοικίες, προβλέψεις για ενδεχόμενες αποζημιώσεις σε σχέση με νομική αγωγή, ο εταιρικός φόρος και η έκτακτη εισφορά για την Άμυνα. Όλα αυτά τα στοιχεία, αναφέρει η Γενική Ελέγκτρια, δεν ζητήθηκαν από τις εταιρείες προκειμένου να γίνει η απαραίτητη ανάλυση των λειτουργικών εξόδων και να διαπιστωθεί το ύψος των εξόδων των εταιρειών. Οπότε, αναφέρεται, η Υπηρεσία θεωρεί ότι το ύψος των εξόδων των εταιρειών ανά λίτρο χρήζει αναθεώρησης.

Εταιροχρονισμένα τα λιμενικά έξοδα

«Όπως μας αναφέρθηκε, τα ποσά που χρησιμοποιούνται στο κοστολόγιο για εκτελωνιστικά και λιμενικά έξοδα υπολογίστηκαν το 2000, χωρίς να υπάρχει τεκμηρίωση ότι ισχύουν και σήμερα. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι στα κοστολόγια, η ΥΑΠΚ συμπεριλαμβάνει ποσό ύψους $4 ανά μετρικό τόνο καυσίμου για λιμενικά έξοδα ενώ, όπως πληροφορηθήκαμε από την Αρχή Λιμένων Κύπρου, το σχετικό τέλος που επιβάλλεται στα καύσιμα είναι €1,5658 ανά κυβικό μέτρο», αναφέρεται χαρακτηριστικά.

Εντοπίζεται επίσης αδυναμία έγκαιρου ελέγχου των τιμών των πετρελαιοειδών, λόγω της καθυστέρησης που παρατηρείται στην προσκόμιση του τιμολογίου αγοράς και εισαγωγής φορτίων από τις εταιρείες, βάση της οποίας υπολογίζεται η μέση σταθμισμένη τιμή ανά μετρικό τόνο, μέχρι και ένα μήνα από την ημέρα εισαγωγής του φορτίου.

Αποκλίσεις μέχρι και 860% από το αποδεκτό κέρδος

Η ΥΑΠΚ συμπεριλαμβάνει στο κοστολόγιο ένα καθορισθέν αποδεκτό κέρδος των εταιρειών πετρελαιοειδών ανά λίτρο καυσίμου. Από δειγματοληπτική επισκόπηση κοστολογίων για το 2011, εντοπίστηκαν σημαντικές αποκλίσεις μεταξύ της αναμενόμενης και της προτεινόμενης τιμής, μέχρι και 860% πιο ψηλή απόκλιση από το αποδεκτό κέρδος.

Διπλάσια κέρδη από τα αποδεκτά

Μάλιστα, σύμφωνα με τις ελεγμένες οικονομικές καταστάσεις τριών εταιρειών το 2010, το κέρδος ανά λίτρο καυσίμου που υπολογίστηκε φαίνεται να είναι περίπου 2,3-3,4 φορές πιο ψηλό του από το καθορισμένο αποδεκτό κέρδος.

Αποκλίσεις που «καίνε» μεταξύ αναμενόμενης και προτειμνόμενης τιμής

Στην ετήσια έκθεση αναφέρεται ότι κατά καιρούς οι αποκλίσεις μεταξύ αναμενόμενης και προτεινόμενης τιμής, ήταν μεγαλύτερες των 7 σεντ ανά λίτρο. Σύμφωνα με την έκθεση το γεγονός αυτό θα έπρεπε να αυξήσει τον αριθμό και τη συχνότητα συνεδριάσεων της αρμόδιας επιτροπής (ΥΑΠΚ), ώστε να επιληφθούν του θέματος, όπως προβλέπει και η Απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου. Ωστόσο η Επιτροπή συνεδρίασε μια φορά το 2010, μια φορά το 2011 και μια φορά το 2012 μόνο.

Την πληρώνει ο καταναλωτής

«Όπως διαφάνηκε, ο υπολογισμός και γενικά η διαδικασία της παρακολούθησης των τιμών παρουσιάζει αδυναμίες σε βαθμό που δεν επιτρέπουν την εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων κατά πόσον, όπως αναφέρεται στον Νόμο, το ύψος των τιμών στις οποίες διατίθενται τα προϊόντα αυτά στην αγορά είναι σε υπερβολικά πιο ψηλό επίπεδο από ότι δικαιολογείται από τις διεθνείς και εγχώριες συνθήκες. Χαρακτηριστικά αναφέραμε ότι οι πλείστες από τις παραμέτρους που χρησιμοποιούνται στο κοστολόγιο, όπως αναφέρεται πιο πάνω, είναι είτε λανθασμένες είτε μη τεκμηριωμένες», αναφέρει το συμπέρασμα της Ελεγκτικής Υπηρεσίας.

Καταλήγωντας, αναφέρεται ότι παρόλο που η Επιτροπή Παρακολούθησης των Τιμών των Πετρελαιοειδών έχει προχωρήσει σε διαδικασία αναθεώρησης και αξιολόγησης των τιμών των πετρελαιοειδών, στη βάση των εισηγήσεων της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, ωστόσο δεν παρουσιάστηκαν οποιαδήποτε στοιχεία που αν επιβεβαιώνουν τη διόρθωση ή τη βελτίωση της διαδικασίας παρακολούθησης και ελέγχου των τιμών.