Σε κατακόρυφη άνοδο του κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία αναπόφευκτα θα μετακυλισθεί στον τελικό καταναλωτή, αναμένεται να οδηγήσει η αύξηση της συμμετοχής των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στο ηλεκτρικό ισοζύγιο της χώρας

Σε κατακόρυφη άνοδο του κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία αναπόφευκτα θα μετακυλισθεί στον τελικό καταναλωτή, αναμένεται να οδηγήσει η αύξηση της συμμετοχής των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στο ηλεκτρικό ισοζύγιο της χώρας.

Σύμφωνα με εκτίμηση της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας, έως το 2015 το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας θα έχει αυξηθεί κατά περίπου 50% λόγω της αύξησης της χρήσης των ΑΠΕ και ιδιαίτερα των φωτοβολταϊκών συστημάτων. Σύμφωνα, δε, με μελέτη του Συνδέσμου Παραγωγών Ενέργειας από Φωτοβολταϊκά (ΣΦΕΠ) το επιπλέον κόστος της ηλεκτροπαραγωγής από ΑΠΕ το 2013 θα φθάνει στα 1,5 δισ. ευρώ, εφόσον βεβαίως έχει επιτευχθεί ο στόχος της συμμετοχής των ΑΠΕ στο ενεργειακό ισοζύγιο κατά 26%.

Με βάση αυτά τα δεδομένα η αύξηση του τέλους υπέρ ΑΠΕ θεωρείται δεδομένη προκειμένου να καλυφθεί το επιπλέον κόστος, αν και μέχρι σήμερα το Yπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας προσπαθεί να αποφύγει τη σχετική συζήτηση, επαναλαμβάνοντας τη δέσμευση του πρωθυπουργού ότι δεν θα αυξηθούν τα τιμολόγια ρεύματος το 2010.

Ο έντονος αυτός προβληματισμός σχετικά με το κόστος των ΑΠΕ αναπτύχθηκε στο πλαίσιο της δημόσιας διαβούλευσης για το νομοσχέδιο που προωθεί το Yπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας για τη διευκόλυνση των σχετικών επενδύσεων. Πάντως, η υπουργός Τίνα Μπιρμπίλη εμφανίζεται απολύτως πεπεισμένη ότι το περιβαλλοντικό όφελος, αλλά και το όφελος από τον περιορισμό των δικαιωμάτων ρύπων που θα είναι υποχρεωμένη να προμηθεύεται η χώρα από το 2013 και μετά, υπερτερούν έναντι του όποιου κόστους θα έχει για το σύστημα η «πράσινη ενέργεια».

Πρέπει να σημειωθεί ότι το κόστος των ΑΠΕ προκύπτει από το ύψος των εγγυημένων για τους παραγωγούς τιμών, με τις οποίες προμηθεύεται το σύστημα, δηλαδή ο ΔΕΣΜΗΕ, την «πράσινη ενέργεια».

Η τελική επιβάρυνση εξαρτάται από την ποσότητα της παραγόμενης ενέργειας, αλλά και από το είδος της εγκατάστασης. Είναι ενδεικτικό ότι η αιολική ενέργεια αγοράζεται από τον ΔΕΣΜΗΕ έναντι 80 ευρώ/MWh, ενώ η ενέργεια που παράγεται από φωτοβολταϊκά κοστίζει στο σύστημα 400-500 ευρώ/MWh, ανάλογα με την ισχύ και με το εάν είναι εγκατεστημένο στο διασυνδεδεμένο σύστημα ή στα νησιά.

Αξίζει να αναφερθεί ότι με βάση τους υπολογισμούς του ΣΦΕΠ το 2009, το συνολικό κόστος για τις ΑΠΕ ήταν 186.724.058 εκατ. ευρώ για παραγόμενη ενέργεια 2.695.000 Mwh και καλύφθηκε στο μεγαλύτερο μέρος του από το τέλος υπέρ ΑΠΕ, που καταβάλλεται μαζί με τον λογαριασμό ρεύματος.

Το 2013 ο ΣΦΕΠ υπολογίζει το ετήσιο κόστος ΑΠΕ στο 1,597 δισ. ευρώ, με την προϋπόθεση η εγκατεστημένη ισχύς ΑΠΕ να φθάνει τότε τα 7.130 MW, εκ των οποίων τα 4.500 MW αιολικά, τα 1.500 φωτοβολταϊκά και τα υπόλοιπα από άλλες μορφές. Ας σημειωθεί ότι στόχος της κυβέρνησης είναι το μερίδιο των ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή να φθάσει στο 40% το 2020.

Μάλιστα, για την επίτευξη αυτού του στόχου το νομοσχέδιο του Yπουργείου Περιβάλλοντος προβλέπει ότι όλα τα φωτοβολταϊκά πάρκα ανεξαρτήτως ισχύος, τα αιολικά έως 700 kW, τα μικρά υδροηλεκτρικά ως 10 MW, οι μονάδες γεωθερμίας και βιομάζας έως 5 MW και οι μονάδες συμπαραγωγής έως τα 5 MW απαλλάσσονται από την υποχρέωση έκδοσης άδειας παραγωγής, ενώ και οι σταθμοί ΑΠΕ ως 500 kW απαλλάσσονται από την υποχρέωση της περιβαλλοντικής αδειοδότησης.

Είναι χαρακτηριστικό ότι στα σχόλια που κατέθεσε η ΡΑΕ για το νομοσχέδιο επισημαίνει πως η κατάργηση όλων των αδειών εγκυμονεί πολλαπλούς κινδύνους, τόσο σε τεχνικό επίπεδο (δυνατότητες απορρόφησης ενέργειας από το σύστημα) όσο και σε οικονομικό, καθώς οι παραγωγοί ηλιακής ενέργειας αμείβονται με υψηλότατες εγγυημένες τιμές. Oπως αναφέρει χαρακτηριστικά «η απελευθέρωση της αδειοδότησης Φ/Β ανεξαρτήτως ισχύος στην ηπειρωτική χώρα συνεπάγεται ότι κάθε ενδιαφερόμενος μπορεί να κλειδώσει τιςιδιαίτερα ευνοϊκές τιμές (feed-in-tariffs) του ν. 3734/2009, επιβαρύνοντας τους καταναλωτές μέσω του τέλους υπέρ ΑΠΕ, χωρίς αυτό να είναι απαραίτητο, καθώς οι επενδύσεις θα είναι εξαιρετικά κερδοφόρες, δεδομένηςτηςπτώσηςτου κόστους εγκατάστασης Φ/Β». Σε άλλο σημείο η ΡΑΕ, σημειώνει ότι «ειδικά για τις μονάδες ΑΠΕ μέχρι 500 kW δημιουργούνται εύλογα ερωτήματα για τη συμβατότητα με την αρχή προστασίας του περιβάλλοντος, άρθρο 24 του Συντάγματος».

Σύμφωνα πάντα με τη ΡΑΕ ένας ακόμα κίνδυνος είναιη εκμετάλλευση των ρυθμίσεων διαφοροποίησης της τιμολόγησης για σταθμούς της ίδιας τεχνολογίας μεβάση την ισχύ τους. Επειδή το νομοθετικό πλαίσιο ευνοεί τις μικρότερης ισχύος μονάδες, υπάρχει ο κίνδυνος της κατάτμησης ισχύος Φ/Β, προκειμένου οι ενδιαφερόμενοι να επωφεληθούν τόσο από την απλούστερη αδειοδοτική διαδικασία όσο και από τις υψηλότερες τιμές. ΗΡΑΕ προτείνει να καταργηθεί η διαφοροποίηση στην τιμολόγηση μεταξύ μεγάλων και μικρών Φ/Β και να διατηρηθεί μόνον για τα Φ/Β στις στέγες.

(από την εφημερίδα «Εξπρές», 8/2/2010)