Οι «Διεθνείς Οικονομικές Κυρώσεις» και η Αποτελεσματικότητά τους στην Αγορά Ενέργειας

Οι «Διεθνείς Οικονομικές Κυρώσεις» και η Αποτελεσματικότητά τους στην Αγορά Ενέργειας
γράφει ο Άγις-Γεώργιος Δήγκας
Τρι, 15 Δεκεμβρίου 2015 - 10:42
Σε μια περίοδο, όπου η πλεονασματική προσφορά πετρελαίου και φυσικού αερίου σε συνδυασμό με την κάθετη πτώση των τιμών πετρελαίου, έχουν επιφέρει σημαντικά προβλήματα στις οικονομίες των πετρελαιοπαραγωγών χωρών,ένα νέο μέτρο πίεσης και γεωπολιτικής επιρροής έχει αναδυθεί, με την ονομασία "διεθνείς οικονομικές κυρώσεις"

Σε μια περίοδο, όπου η πλεονασματική προσφορά πετρελαίου και φυσικού αερίου σε συνδυασμό με την κάθετη πτώση των τιμών πετρελαίου, έχουν επιφέρει σημαντικά προβλήματα στις οικονομίες των πετρελαιοπαραγωγών χωρών, ένα νέο μέτρο πίεσης και γεωπολιτικής επιρροής έχει αναδυθεί, με την ονομασία "διεθνείς οικονομικές κυρώσεις". Μετά τις αμφίβολες ως προς την αποτελεσματικότητα, και σίγουρα ασύμφορες στρατιωτικές επεμβάσεις σε Ιράκ και Αφγανιστάν,οι Ηνωμένες Πολιτείες χρησιμοποίησαν συστηματικά τιςκυρώσεις, στον τρόπο άσκησης της εξωτερικής πολιτικής τους. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν η περιθωριοποίηση τόσο του Ιράν λόγω του πυρηνικού του προγράμματος, όσο και της Ρωσικής Συνομοσπονδίας λόγω της επιθετικής εξωτερικής πολιτικής που ακολούθησε στο θέμα της Ουκρανίας.

Το Ιράν έχει βασίσει σε πολύ μεγάλο βαθμό τον ετήσιο προϋπολογισμό του στα έσοδα από το "μαύρο χρυσό", με το 60% των κρατικών εσόδων και το 80%των συνολικών εξαγωγών, να προέρχονται απότις εξαγωγές πετρελαίου. Λανθασμένες επιλογές σε επίπεδο οικονομικής πολιτικής, έκαναν το Ιράν ακόμα πιο ευάλωτο στο εμπάργκο πετρελαίου από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τις Ηνωμένες Πολιτείες, που με την σειρά του ανάγκασε και άλλους αγοραστές ιρανικού πετρελαίου να μειώσουν τις εισαγωγές τους. Ως αποτέλεσμα, οι ιρανικές εξαγωγές πετρελαίου μειώθηκαν κατά 1 εκατομμύριο βαρέλια την ημέρα (mmbd).

Αν υποθέσουμε ότι το Ιράν θα συμμορφωθεί πλήρως με τους όρους της πυρηνικής συμφωνίας που επετεύχθη με τα πέντε μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και την Ευρωπαϊκή Ένωση, τότε θα του επιτραπεί να αυξήσει τις εξαγωγές του μέσα στο 2016. Παρά το ότι ο επίσημος στόχος εξόρυξης πετρελαίου για το 2016 είναι να φτάσει τα προ κυρώσεων επίπεδα, των 4 εκατομμυρίων βαρελιώντην ημέρα (mmbd), θα χρειαστούν πιθανόν 1-2 χρόνια και αρκετά εκατομμύρια σε επενδύσεις, πριν ο στόχος αυτός καταστεί ρεαλιστικός. Παρ 'όλα αυτά, ακόμα και μια μικρή, αλλά σταθερή αύξηση στις ιρανικές εξαγωγές πετρελαίου, θα παρατείνει ακόμα περισσότερο την τρέχουσα πτώση των τιμών πετρελαίου, δημιουργώντας απρόβλεπτες συνέργειες ανάμεσα στις υπόλοιπες πετρελαιοπαραγωγές χώρες, στην προσπάθεια τους να διατηρήσουν το μερίδιο αγοράς τους.

Μακροπρόθεσμα, το Ιράν έχει ακόμα πιο φιλόδοξα σχέδια, αφού φιλοδοξεί πέραν της αύξησης της παραγωγής πετρελαίου, να αξιοποιήσει και τα τεράστια αποθέματα του, σε φυσικό αέριο. Έχει ήδη ξεκινήσει συνομιλίες με διεθνείς πετρελαϊκές, ενώ έδειξε διάθεση να τροποποιήσει τους όρους της σύμβασης προς όφελος των εταιρειών, προκειμένου να προσελκύσει μαζικές επενδύσεις. Στο παρελθόν, ιρανικές κυβερνήσεις “έδιωχναν” συστηματικά ξένους επενδυτές πετρελαίου και φυσικού αερίου, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που προέρχονταν από φίλιες χώρες, μέσω σκληρών εμπορικών όρων και δύσκολων συνθηκών λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς, ακόμη και πριν τις διεθνείς κυρώσεις. Το παραπάνω, συντέλεσε ακόμα περισσότερο στην ομαλή αποδοχή των κυρώσεων από τρίτες χώρες, όταν αυτές αποφασίστηκαν να επιβληθούν. Ωστόσο, θα περάσει τουλάχιστον μια 5ετία, ώστε η αύξηση της ιρανικής παραγωγής ή οι διαπραγματεύσεις μεγάλων ενεργειακών συμφωνιών να ταράξουν σημαντικά, τα νερά των διεθνών αγορών.

Σε ότι αφορά την ρωσική κοινοπολιτεία, κάτω από την ηγεσία του Vladimir Putin, η ενεργειακή διπλωματία και ασφάλεια μπήκαν ψηλά στην ατζέντα, με το 50% των κρατικών εσόδων και το 70%των συνολικών εξαγωγών, να προέρχονται από τις εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου. Μια οικονομία όμως σαν τη ρωσική, βασισμένη στην κατανάλωση και τις εισαγωγές για να ευημερήσει, έχει ανάγκη τα κέρδη από τις εξαγωγές ενέργειας για να ισοσκελίσει το ισοζύγιο εισαγωγών-εξαγωγών της. Με το ρούβλι να έχει χάσει το μισό της αξίας του και με μια ήδη στάσιμη οικονομία, να έχει πέσει σε βαθιά ύφεση, η Ρωσία δεν φαίνεται να μπορεί να ανακάμψει μέχρι το 2017.

Οι σημερινές δυτικές οικονομικές κυρώσεις που επιβλήθηκαν, δεν φαίνεται να σχεδιάστηκαν να βλάψουν βραχυπρόθεσμα ή έστω μεσοπρόθεσμα την ρωσική παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου. Σχεδιάστηκαν για να επηρεάσουν τις μακροπρόθεσμες προοπτικές εξόρυξης των κοιτασμάτων της Αρκτικής, την περαιτέρω ανάπτυξη της τεχνολογίας εξόρυξης και εμπορίας μη συμβατικού πετρελαίου (γνωστού και ως σχιστολιθικού), καθώς και τις πωλήσεις τεχνολογικού εξοπλισμού, για τέτοιου είδους έργα. Πράγματι, η κεντρική ρωσική κυβέρνηση, που μέχρι πρότινος λάμβανε την μερίδα του λέοντος για τις εξαγωγές μεγαλύτερες των 40$ το βαρέλι μέσω του φορολογικού συστήματος, πλέον έχει υποστεί τεράστιες ζημιές στον προϋπολογισμό της. Οι δυτικές κυρώσεις έχουν επίσης μεγάλο αντίκτυπο στις ρωσικές πετρελαϊκές, με τους εθνικούς πρωταθλητές Gazprom και Rosneft, να χάνουν συνεχώς μερίδιο στις αγορές του εξωτερικού και να αδυνατούν να χρηματοδοτήσουν νέες επενδύσεις.Ως εκ τούτου, οι δυτικές κυρώσεις έχουν κάνει ακριβώς αυτό για το οποίο σχεδιάστηκαν. Να επηρεάσουν δηλαδή την ρωσική οικονομία, χωρίς να επηρεαστούν αρνητικά οι ροές πετρελαίου και φυσικού αερίου.

Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι οι κυρώσεις από μόνες τους, αποτελούν ένα αυτόνομα αποτελεσματικό εργαλείο πολιτικής πίεσης. Οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν στον Saddam Hussein διήρκεσαν περίπου 12 χρόνια και δεν άλλαξαν τίποτα στο πολιτικό σκηνικό του Ιράκ, μέχρι τη στρατιωτική επέμβαση των ΗΠΑ με χερσαίες δυνάμεις. Μεγαλύτερες χώρες, όπως η Ρωσία και το Ιράν, έχουν περισσότερες επιλογές στην φαρέτρα της εξωτερικής πολιτικής τους, για να προασπίσουν τα κυριαρχικά τους δικαιώματα. Η προμήθεια σχεδόν του 1/3 της συνολικής ζήτησης σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο δημιουργεί μεγαλύτερη δυναμική και σχέσεις αλληλεξάρτησης ανάμεσα σε Ρωσία και Ε.Ε., από την δυναμική της επιβολής κυρώσεων, εκ μέρους των ΗΠΑ. Το ίδιο συμβαίνει και για τις σχέσεις που έχουν αναπτυχθεί μεταξύ του Ιράν, της Ινδίας, της Κίνας, της Ιαπωνίας και της Κορέας.

Οι σχέσεις αυτές, μπορεί να γίνονται φαινομενικά σε μια προσωρινή και ευκαιριακή βάση, με σκοπό να λειτουργήσουν ανασταλτικά στις διεθνείς κυρώσεις, αλλά κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι μπορούν να μετασχηματιστούν σε πιο μόνιμες και σταθερές συμμαχίες, με απρόβλεπτες γεωπολιτικές συνέπειες. Επιπρόσθετα η Μόσχα, σαν μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας, μπορεί να ασκήσει βέτο στη δράση του ΟΗΕ, καθώς και να χρησιμοποιήσει την πολιτική και στρατιωτική της επιρροή σε καταστάσεις όπως ο εμφύλιος πόλεμος στην Συρία, με προκάλυμμα την καταπολέμηση του Ισλαμικού κράτους, ως αντίμετρα για τις διεθνείς κυρώσεις, στην διεθνή γεωπολιτική σκακιέρα. Αντίστοιχα το Ιράν, αναδεικνύεται σε μια ισχυρή περιφερειακή δύναμη, στην πολυπολική και ενεργειακά κρίσιμη περιοχή του Περσικού Κόλπου και ευρύτερα της ΜέσηςΑνατολής.

Η αποτελεσματικότητα των κυρώσεων, εκ μέρους των Ηνωμένων Πολιτειών, πηγάζει κυρίως από την χρήση του δολαρίου για τις διεθνείς συναλλαγές, αλλά και από την κυριαρχία των αμερικανικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων στο διεθνές εμπόριο. Το συγκεκριμένο status quo όμως, οδηγεί αργά αλλά σταθερά, στην υιοθέτηση εναλλακτικών τρόπων πληρωμής και διεκπεραίωσης διεθνών συναλλαγών, ανάμεσα στις ενεργοπαραγωγές χώρες και σε χώρες εισαγωγείς ενέργειας, όπως η Ινδία και η Κίνα.

Συνολικά, οι διεθνείς κυρώσεις δεν αποτελούν πανάκεια. Θα πρέπει να χρησιμοποιούνται με σύνεση, σε συνδυασμό με την διπλωματία και την άσκηση πολιτικής επιρροής, με απώτερο σκοπό να φέρουν μια παραβατική χώρα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων,για την επίτευξη μιας πιο μόνιμης λύσης.Τα μαθήματα που πήραμε από την επιβολή τους, καθώς και αυτά που θα πάρουμε στο μέλλον, θα αλλάξουν σημαντικά τον τρόπο άσκησης εξωτερικής πολιτικής.


* Ο Άγις-Γεώργιος Δήγκας είναι απόφοιτος της σχολής Μηχανολόγων Μηχανικών του Ε.Μ.Π., έχει κάνει σεμινάρια πάνω στην ενεργειακή οικονομία και πολιτική στο Πανεπιστήμιο Διεθνών Σχέσεων της Μόσχας και στο Kenan Flagler Business School του University of North Carolina, ενώ έχει δημοσιεύσει πλήθος άρθρων, πάνω στην ενεργειακή διπλωματία και ασφάλεια.