Η Ακραία Εσωτερική Σύγκρουση Συμφέρει Μόνο την Τρόικα

Η Ακραία  Εσωτερική Σύγκρουση Συμφέρει Μόνο την Τρόικα
του Νίκου Χριστοδουλάκη
Παρ, 19 Δεκεμβρίου 2014 - 12:26
Σε καμία άλλη ευρωπαϊκή χώρα η κοινοβουλευτική εκλογή Προέδρου δεν έχει οδηγήσει σε ακραία φαινόμενα εσωτερικής πόλωσης με άμεσο αντίκτυπο στις εξωτερικές σχέσεις και την οικονομία. Ούτε καν στην Ελλάδα μέχρι σήμερα, με εξαίρεση τη διχαστική εκλογή Προέδρου το 1985. Και αυτή όμως είχε περιοριστεί σε έναν ιστορικό καβγά ανάμεσα στα κόμματα και σύντομα ξεχάστηκε
Σε καμία άλλη ευρωπαϊκή χώρα η κοινοβουλευτική εκλογή Προέδρου δεν έχει οδηγήσει σε ακραία φαινόμενα εσωτερικής πόλωσης με άμεσο αντίκτυπο στις εξωτερικές σχέσεις και την οικονομία. Ούτε καν στην Ελλάδα μέχρι σήμερα, με εξαίρεση τη διχαστική εκλογή Προέδρου το 1985. Και αυτή όμως είχε περιοριστεί σε έναν ιστορικό καβγά ανάμεσα στα κόμματα και σύντομα ξεχάστηκε. Η επιταγή του Συντάγματος για στοιχειώδη συναίνεση στο όνομα του Προέδρου από κανένα κόμμα δεν έχει μέχρι τώρα αμφισβητηθεί, αφού σε καμία αναθεώρηση δεν υποβλήθηκε επίσημη πρόταση αλλαγής της διαδικασίας, είτε με απευθείας εκλογή είτε με απλή πλειοψηφία. Αρκετοί δυσανασχέτησαν με την ποιότητα και επάρκεια μερικών επιλογών, όλοι όμως έβρισκαν χρήσιμο να υπάρχει μια θεσμική καταφυγή για να εκφραστεί η εθνική σύμπνοια αν κάποτε οι στιγμές το απαιτούσαν.

Αυτό το κεκτημένο οριακής συναίνεσης σήμερα έχει τσαλακωθεί από τις αλλεπάλληλες προσπάθειες να χρησιμοποιηθεί η εκλογή Προέδρου ως μοχλός ευρύτερων εξελίξεων. Η μεν αντιπολίτευση τη θεώρησε από μηχανής θεό για να επιφέρει την πτώση της κυβέρνησης, αφού τώρα αρκούν 121 βουλευτές αντί των 150 που απαιτεί μια κανονική διαδικασία κοινοβουλευτικής μομφής. Αντί όμως να αναδείξει αυτή την αντίφαση και να προσπαθήσει να επαναφέρει την προεδρική εκλογή στο πλαίσιο έστω και μιας ισχνής συνεννόησης, η κυβέρνηση πρακτικά υιοθέτησε την ίδια λογική, κάνοντας μάλιστα και ρελάνς: Θεωρεί ότι ενδεχόμενη αποτυχία της εκλογής Προέδρου θα προδικάσει την έκβαση των εκλογών που θα ακολουθήσουν. Με τη σειρά της αυτή θα οδηγήσει σε πολιτικές που θα ρημάξουν τη χώρα και τελικά θα μας βγάλουν από το ευρώ και την Ευρωπαϊκή Ενωση.

Η έκπληξη στην ελληνική κοινή γνώμη και κυρίως στο εξωτερικό είναι πρωτοφανής. Μια διαδικασία που σε όλες τις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης μετά δυσκολίας γίνεται αντιληπτή, στην Ελλάδα ενέχει το ρίσκο να τιναχτούν όλα στον αέρα και να ανατραπεί ακόμα και η γεωπολιτική θέση της χώρας - σύμφωνα τουλάχιστον με τις αγορεύσεις των πρωταγωνιστών. Βεβαίως η πόλωση αυτή δεν είναι επιφανειακή ή υποκριτική, αλλά εκφράζει τη βαθιά αντίθεση που έχει αναπτυχθεί τα τελευταία χρόνια ανάμεσα στις πολιτικές δυνάμεις για την οικονομική πολιτική και κυρίως για το περιβόητο Μνημόνιο.

Και όμως εδώ ακριβώς παραμονεύει μια αδόκητη απειλή και για τις δύο πλευρές. Η μεν αντιπολίτευση έχει συστηματικά επικρίνει την πολιτική του Μνημονίου και θεωρεί ότι η χώρα θα ανακάμψει μόνο με τον τερματισμό της οικονομικής κηδεμονίας. Και η κυβέρνηση όμως έπειτα από σωρεία παλινδρομήσεων και άστοχων ενεργειών έχει επιτέλους καταλήξει στο συμπέρασμα ότι μπορεί να τα καταφέρει καλύτερα χωρίς την τρόικα και τις εμμονές της σε αδιέξοδες πολιτικές που απορρίπτουν πλέον όλοι οι διεθνείς οργανισμοί. Παρ' όλα αυτά, οι μόνοι ωφελημένοι της ακραίας εσωτερικής σύγκρουσης θα είναι αυτή ακριβώς η τρόικα και οι πιο συντηρητικές δυνάμεις της Ευρώπης που η πλειονότητα των ελληνικών κομμάτων και πολιτών προσπαθεί να εξορκίσει. Το γνήσιο αυτό ελληνικό παράδοξο θα προκύψει για τους εξής λόγους:

Πρώτον, διότι όταν σε ένα σπίτι ακούγονται φωνές, ο γείτονας βρίσκει ευκαιρία να μπει ακάλεστος. Βλέποντας την εσωτερική σύγκρουση και την αυτοδημιούργητη αβεβαιότητα, οι διεθνείς αγορές απασφάλισαν και άρχισαν πάλι τα σενάρια πιθανής χρεοκοπίας. Οσες διαβεβαιώσεις και να δίνονται από όλες τις εγχώριες πλευρές για σταθερότητα και παραμονή στο ευρώ, δεν αρκούν για να ανατρέψουν το προσφιλές παίγνιο των διεθνών επενδυτών που συνδυάζουν δηλώσεις και σενάρια για να διαδώσουν το ρίσκο και μετά να πουλήσουν τα προϊόντα διασφάλισης.

Δεύτερον, διότι όταν τα σενάρια αυτά χοντρύνουν, η μοναδική απομένουσα καταφυγή εντός του ευρώ θα είναι η ΕΚΤ και τα ταμεία της, που φυσικά θα θέσουν νέους όρους για να ενεργοποιηθούν υπέρ της χώρας. Ακόμη και αν δεν υιοθετήσουν τις ίδιες αποτυχημένες συνταγές των πρώτων Μνημονίων, οι όροι θα είναι δυσμενείς γιατί θα αντιμετωπίζουν μια χώρα εσωτερικά διαιρεμένη και εξωτερικά ευάλωτη. Οχι μόνο έξοδος από τα Μνημόνια δεν θα γίνει, αλλά ούτε καν μια στοιχειώδης διαδικασία για την ελάφρυνση του χρέους δεν θα προχωρήσει σε αυτές τις συνθήκες. Στο εσωτερικό της χώρας, η εξωτερική πίεση είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν θα συνετίσει τους κυρίαρχους παίκτες προς μια κατεύθυνση ύστερης συναίνεσης. Το πιθανότερο είναι να ενθαρρύνει ξανά τους θύλακες του χάους που θα ήθελαν μια συνολική ρήξη με τον ευρωπαϊκό χώρο και θα έχουν άλλη μια ουρανοκατέβατη ευκαιρία να κερδοσκοπήσουν, πολιτικά και οικονομικά βεβαίως.

Επειδή όμως καμία από τις κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις δεν θα ήθελε μια τέτοια εξέλιξη, αξίζει να πάνε πίσω στην αρχή της σκακιέρας και να καταστρώσουν ένα άλλο πεδίο αναμέτρησης. Με κανόνες που σε τίποτα δεν θα αλλοιώνουν τη μεταξύ τους αντιπαλότητα, αλλά και με τίποτα δεν θα ρισκάρουν τα εξωτερικά κεκτημένα της χώρας. Τη στιγμή αυτή η πιο πρόσφορη διαδρομή είναι η επιτυχής ολοκλήρωση της εκλογής Προέδρου και μια συμπεφωνημένη εκλογική αναμέτρηση σε εύλογο χρόνο, για παράδειγμα το φθινόπωρο του 2015. Ενδιαμέσως οι διαδικασίες απεμπλοκής από το Μνημόνιο και τα μέτρα ελάφρυνσης χρέους μπορούν να συμφωνηθούν από όλες τις κυρίαρχες ελληνικές πολιτικές δυνάμεις και τους δανειστές, ώστε να μείνουν ανέπαφες από την όποια έκβαση της εσωτερικής αναμέτρησης. Φαίνεται δύσκολο, αλλά στην πραγματικότητα μια τέτοια εξέλιξη τους συμφέρει όλους: τα κυβερνητικά κόμματα, την αντιπολίτευση που θέλει να κυβερνήσει, καθώς και την Ευρώπη συνολικά που θεωρητικά όλοι ομνύουν στο μέλλον της.


Ο κ. Νίκος Χριστοδουλάκης είναι πρώην υπουργός, καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο.

(αππο την εφημερίδα "ΤΟ ΒΗΜΑ", 14/12/2014)