Η έλλειψη ρευστότητας αλλάζει το τοπίο στον κλάδο των πετρελαιοειδών. Οι εταιρίες εμπορίας ταλανίζονται από τις διογκούμενες επισφάλειες, που δημιουργούν συνθήκες ασφυξίας στη λειτουργία τους και τα πρατήρια μειώνονται όλο και περισσότερο, εξαιτίας της συρρίκνωσης της κατανάλωσης καυσίμων και ιδιαίτερα του πετρελαίου θέρμανσης

Η έλλειψη ρευστότητας αλλάζει το τοπίο στον κλάδο των πετρελαιοειδών. Οι εταιρίες εμπορίας ταλανίζονται από τις διογκούμενες επισφάλειες, που δημιουργούν συνθήκες ασφυξίας στη λειτουργία τους και τα πρατήρια μειώνονται όλο και περισσότερο, εξαιτίας της συρρίκνωσης της κατανάλωσης καυσίμων και ιδιαίτερα του πετρελαίου θέρμανσης.

Σύμφωνα με στοιχεία της αγοράς, η κατανάλωση βενζινών έχει μειωθεί κατά 30% στην τριετία 2011-2013, ενώ οι πωλήσεις στο πετρέλαιο θέρμανσης είναι 40% κάτω από τα επίπεδα προ της εξίσωσης των φόρων. Αντίθετα, μετά την εξομοίωση των φόρων καταγράφεται αύξηση στο πετρέλαιο κίνησης και στο υγραέριο κίνησης, χωρίς, ωστόσο, να αντισταθμίζουν, όπως εκτιμάται, την απώλεια των βενζινών. Σύμφωνα με ανεπίσημα στοιχεία, στο 8μηνο του 2014, οι πωλήσεις των βενζινών παρουσιάζουν μείωση κατά 6%, ενώ το πετρέλαιο κίνησης αύξηση κατά περίπου 5%.

Σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές της αγοράς, το ύψος των επισφαλειών των εταιριών από πρατήρια που λειτουργούν, αλλά και όσα έκλεισαν, έχει φθάσει να είναι πολύ μεγαλύτερο από τα κέρδη που παρουσίαζαν τις εποχές προ κρίσης. Αυτό αν συνδυαστεί με τον υπέρογκο τραπεζικό δανεισμό εταιριών και τα αρνητικά αποτελέσματα που παρουσιάζει ο κλάδος κατά την τελευταία 3ετία δημιουργεί ένα εκρηκτικό μίγμα, με άγνωστες συνέπειες. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι ο κλάδος αναδεικνύει ως ζήτημα πρώτης προτεραιότητας την κατάργηση της προκαταβολής του ΕΦΚ πριν από την πώληση των καυσίμων, καθώς συνεπάγεται μία ακόμη πίεση στη ρευστότητα τους. Η υποχρέωση αυτή δημιουργεί ανάγκη χρηματοδότησης 350-400 εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση για τις εταιρίες, σε μια περίοδο μάλιστα που δεν υφίσταται δυνατότητα χρηματοδοτικής κάλυψης από τις τράπεζες.

Κι αν επί του παρόντος δεν υπάρχουν νέα κανόνια στον κλάδο, αφού οι ίδιοι οι μέτοχοι χρηματοδοτούν τις εταιρίες τους, προκειμένου να τις διατηρήσουν εν λειτουργία, δεν συμβαίνει το ίδιο στα πρατήρια, ο αριθμός των οποίων έχει συρρικνωθεί εντυπωσιακά στα τελευταία τέσσερα χρόνια. Από 8.500 που ήταν, ένας αριθμός που χαρακτηριζόταν υπερβολικός για το μέγεθος της ελληνικής αγοράς, σήμερα έχουν περιορισθεί περίπου στα 5.300 και εκτιμάται ότι θα μειωθούν ακόμη περισσότερο. Η εκτίμηση που υπάρχει είναι ότι θα φθάσουν περίπου στα 4.500 πρατήρια, αριθμός που θεωρείται φυσιολογικός για τα δεδομένα της εγχώριας αγοράς.

Η αλλαγή των συνθηκών στην αγορά πετρελαιοειδών γίνεται, ωστόσο, με βίαιο τρόπο, όπως λένε οι άνθρωποι της. Η αξιοσημείωτη τάση που παρατηρείται είναι η αύξηση του αριθμού των ιδιολειτουργούμενων πρατηρίων από τις εταιρίες, κάτι το οποίο οφείλεται αποκλειστικά στο γεγονός ότι τα πρατήρια που δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους αναγκάζονται, ύστερα από διακανονισμό με τις εταιρίες, να εκχωρήσουν την ιδιοκτησία τους. «Δεν είναι αυτή η πρόθεση των εταιριών, εκ των πραγμάτων συμβαίνει», έλεγε στο energia. gr παράγοντας του κλάδου. Ο λόγος εντοπίζεται στην κάθετη πτώση στη ζήτηση πετρελαίου θέρμανσης, μετά την εξίσωση του ΕΦΚ, σε συνδυασμό με την αύξηση της τιμής των υπόλοιπων καυσίμων, με συνέπεια οι κεφαλαιουχικές ανάγκες των πρατηρίων να αυξηθούν κατακόρυφα. Το 65-75% των πρατηρίων, σύμφωνα με την ΠΟΠΕΚ, υποχρεώνονται να προπληρώνουν προκειμένου να αγοράσουν καύσιμα για το πρατήριο τους. Σύμφωνα με στοιχεία της Ομοσπονδίας, από τα 8.500 πρατήρια εν λειτουργία, τα 300 ήταν ιδιολειτουργούμενα, αριθμός που έχει φθάσει σήμερα στα 1000 και προβλέπεται να διπλασιασθεί σχεδόν στα τέλη του 2015 (1500-1800 πρατήρια).