Σε μια περίοδο κατά την οποία δεν θα έπρεπε να χάνεται ούτε ένα ευρώ από τη δεξαμενή των κοινοτικών χρηματοδοτήσεων, η κυβέρνηση αδράνησε χαρακτηριστικά, με αποτέλεσμα να απολέσει ποσό που θα μπορούσε να ανέλθει ως και σε 700 εκατομμύρια ευρώ από κονδύλια του Ταμείου Εκσυγχρονισμού (Modernization Fund)

Σε μια περίοδο κατά την οποία δεν θα έπρεπε να χάνεται ούτε ένα ευρώ από τη δεξαμενή των κοινοτικών χρηματοδοτήσεων, η κυβέρνηση αδράνησε χαρακτηριστικά, με αποτέλεσμα να απολέσει ποσό που θα μπορούσε να ανέλθει ως και σε 700 εκατομμύρια ευρώ από κονδύλια του Ταμείου Εκσυγχρονισμού (Modernization Fund), το οποίο δημιουργήθηκε στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συστήματος Εμπορίας Ρύπων (Emissions Trading System - ETS) για την περίοδο 2021-2030.

Τα χρήματα αυτά θα βοηθούσαν στον εκσυγχρονισμό των ενεργειακών υποδομών της χώρας.

Η υπόθεση, η οποία ξεκίνησε το 2015, είναι ενδεικτική της αναποτελεσματικότητας των τελευταίων δύο πολιτικών ηγεσιών του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας που, παρά τις επίμονες εκκλήσεις του ευρωβουλευτή της Δημοκρατικής Συμπαράταξης (ΔΗΣΥ) Νίκου Ανδρουλάκη και άλλων ευρωβουλευτών, αδιαφόρησε χαρακτηριστικά στο αρμόδιο Συμβούλιο Υπουργών Περιβάλλοντος.

Πλέον η σχετική Οδηγία θα ψηφιστεί την προσεχή εβδομάδα από την Ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου στο Στρασβούργο, χωρίς εμάς.

 

Σε... άλλον πλανήτη

Η ιστορία με το Ταμείο Εκσυγχρονισμού ουσιαστικά ξεκινά τον Ιούλιο του 2015, όταν βέβαια η χώρα μας βρισκόταν σε... άλλον πλανήτη εξαιτίας της σοβαρότατης επιπλοκής που είχε προκληθεί από το δημοψήφισμα και την παρ' ολίγον έξοδό από την ευρωζώνη. Την ίδια περίοδο, η Επιτροπή είχε παρουσιάσει την πρότασή της για το νέο ETS, που αποτελεί το όργανο με το οποίο η ΕΕ επιδιώκει να επιτύχει τους στόχους μείωσης του διοξειδίου του άνθρακα. Το ETS λειτουργεί σαν ένα χρηματιστήριο και η διαδικασία είναι τεχνικά περίπλοκη. Τα κράτη-μέλη προκηρύσσουν δικαιώματα ρύπων, τα οποία στη συνέχεια αγοράζουν οι ενδιαφερόμενες εταιρείες για να μπορούν να... ρυπαίνουν. Οσο υψηλότερη προσφορά δικαιωμάτων υπάρχει τόσο χαμηλότερη είναι η τιμή και τούμπαλιν. Το Ταμείο θα χρηματοδοτούνταν από τη συμπερίληψη σε αυτό του 2% του συνόλου των δικαιωμάτων σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Η πρόταση της Κομισιόν προέβλεπε η ενίσχυση να κατευθυνθεί σε χώρες οι οποίες έχουν κατά κεφαλήν ΑΕΠ κάτω του 60% του ευρωπαϊκού μέσου όρου.

Ωστόσο, το χάος που επικράτησε στην Ελλάδα λόγω των εκλογών του Ιανουαρίου 2015 και το καταστροφικό πέρασμα του Παναγιώτη Λαφαζάνη από το υπουργείο άφησαν τη χώρα εκτός παιχνιδιού. Το σημείο-κλειδί ήταν η επιλογή του έτους βάσης υπολογισμού τού κατά κεφαλήν ΑΕΠ. Επειδή η πολιτική απόφαση ελήφθη το 2014, στις συζητήσεις στην Κομισιόν αποφασίστηκε να τεθεί ως έτος βάσης το 2013. Κατά τραγική σύμπτωση, η Ελλάδα είχε το 2013 κατά κεφαλήν ΑΕΠ που ανερχόταν στο 61% του κοινοτικού μέσου όρου, με αποτέλεσμα να αποκλειστεί από την αρχική λίστα των 10 χωρών που επελέγησαν και ήταν οι Πολωνία, Ρουμανία, Βουλγαρία, Κροατία, Τσεχία, Λιθουανία, Σλοβακία, Ουγγαρία, Εσθονία και Λετονία. Ο μεγάλος κερδισμένος ήταν η Πολωνία.

 

Τροπολογίες

Ωστόσο, αν το έτος βάσης ήταν το 2014 ή το 2015, η Ελλάδα θα έπεφτε κάτω από το όριο του 60%. Επομένως θα ήταν επιλέξιμη. Ηταν ακριβώς σε αυτό το σημείο που, όταν το ζήτημα έφθασε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ο κ. Ανδρουλάκης με τη συνδρομή ορισμένων ελλήνων ομολόγων του και της ευρωβουλευτού της ΝΔ Μαρίας Σπυράκη αποφάσισαν να προχωρήσουν στην κατάθεση τροπολογιών, ώστε να μπορέσουν να αλλάξουν το έτος βάσης. Ο λόγος για την πρωτοβουλία αυτή ήταν ότι το οικονομικό όφελος της Ελλάδας από την ένταξή της στο Ταμείο υπολογιζόταν περίπου στα 40 εκατομμύρια δικαιώματα ρύπων, που αντιστοιχούσαν σε ποσό ως και 1,5 δισ. ευρώ. Ο ευρωβουλευτής της ΔΗΣΥ κατέθεσε τροπολογία για την αλλαγή του έτους βάσης αρχικά στην αρμόδια Επιτροπή Περιβάλλοντος, ζητώντας να συμπεριληφθούν ως έτη βάσης και οι χρονιές 2014 και 2015. Αν και δεν μπορούσε να βρεθεί η απαιτούμενη πλειοψηφία μόνο από τα μέλη της Σοσιαλιστικής Ομάδας, τελικά συγκεντρώθηκαν 42 υπογραφές και η τροπολογία υιοθετήθηκε. Στη συνέχεια κατατέθηκε στην Ολομέλεια, όπου και υιοθετήθηκε στις 14 Φεβρουαρίου 2017, με ψήφους 374 υπέρ και 299 κατά. Με τον τρόπο αυτόν άλλαξε η αρχική θέση του Κοινοβουλίου και η Ελλάδα θα μπορούσε να συμπεριληφθεί στο Ταμείο.

Τα χρήματα που θα ελάμβανε θα αξιοποιούνταν για διασύνδεση της ηπειρωτικής Ελλάδας με τα νησιά του Αιγαίου και την Κρήτη, για την κατασκευή υποδομών Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και εργοστασίων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας που δεν εκπέμπουν περισσότερα από 450 γραμμάρια άνθρακα (σ.σ. όχι λιγνίτη) ανά κιλοβάτ.

 

Μόνο στα νησιά

Ωστόσο, το Συμβούλιο δεν συγκινήθηκε, από τη στιγμή μάλιστα που, όπως φαίνεται, δεν υπήρξε και η ανάλογη πίεση από την κυβέρνηση. Χάθηκε επομένως η ευκαιρία της αυτόματης ένταξης της Ελλάδας. Λίγες ημέρες αργότερα, στις 28 Φεβρουαρίου 2017, το Συμβούλιο αποφάσισε κατά της αλλαγής του έτους βάσης.

Το μόνο που έπραξε ήταν να δημιουργήσει έναν ειδικό χρηματοδοτικό μηχανισμό για την Ελλάδα και με περιορισμένο αντικείμενο, τη χρηματοδότηση έργων μόνο στα νησιά, συμπεριλαμβανομένης της διασύνδεσής τους με την ηπειρωτική χώρα. Ο μηχανισμός προικοδοτήθηκε με 20 εκατομμύρια δικαιώματα ρύπων, που κατόπιν πίεσης αυξήθηκαν σε 25. Το τελικό αποτέλεσμα είναι ότι η Αθήνα θα πάρει περίπου τα μισά δικαιώματα και άρα τα μισά από τα κονδύλια που θα δικαιούταν αν συμμετείχε κανονικά στο Ταμείο.

 

(Πηγή: «ΤΟ ΒΗΜΑ»)