Α. Καλλιτσάντσης: Πανάκριβος και Ασύμφορος σε Λίγα Χρόνια ο Λιγνίτης

Α. Καλλιτσάντσης: Πανάκριβος και Ασύμφορος σε Λίγα Χρόνια ο Λιγνίτης
του Χάρη Φλουδόπουλου
Δευ, 22 Μαΐου 2017 - 13:17
Την ώρα που υπουργείο και ΡΑΕ ετοιμάζονται να καταρτίσουν την δική τους πρόταση για τον εθνικό ενεργειακό σχεδιασμό και η ΔΕΗ ήδη δρομολογεί σχέδια για κατασκευή νέων εργοστασίων λιγνίτη, ο διάλογος για το ενεργειακό αύριο της χώρας προμηνύεται θερμός
Την ώρα που υπουργείο και ΡΑΕ ετοιμάζονται να καταρτίσουν την δική τους πρόταση για τον εθνικό ενεργειακό σχεδιασμό και η ΔΕΗ ήδη δρομολογεί σχέδια για κατασκευή νέων εργοστασίων λιγνίτη, ο διάλογος για το ενεργειακό αύριο της χώρας προμηνύεται θερμός.

Αυτό τουλάχιστον δείχνει η παρέμβαση που πραγματοποίησε προ ημερών σε ενεργειακό συνέδριο ο πρόεδρος του ΔΣ της Ελλάκτωρ και ένας από τους βασικούς παίκτες της ενεργειακής αγοράς, Α. Καλλιτσάντσης. Το πιο ενδιαφέρον κομμάτι της παρέμβασής του, μάλιστα, αφορούσε στο καυτό θέμα του λιγνίτη και της θέσης του στο ενεργειακό μείγμα της χώρας στα επόμενα χρόνια. 

Σε αντίθεση με την κρατούσα άποψη, που ενστερνίζεται και η ΔΕΗ, σύμφωνα με την οποία ο λιγνίτης θα πρέπει να διατηρήσει κεντρικό ρόλο στο ενεργειακό σύστημα της χώρας, ο κ. Καλλιτσάντσης περιέγραψε τα νέα δεδομένα της ευρωπαϊκής πολιτικής, τα οποία αναμένεται σε λίγα χρόνια να καταστήσουν πολύ πιο ακριβή και ασύμφορη τη λιγνιτική ηλεκτροπαραγωγή. 

Συγκεκριμένα σύμφωνα με τους ευρωπαϊκούς στόχου για το 2030 η Ελλάδα θα πρέπει υποχρεωτικά να περιορίσει κατά 40% τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου (σε σχέση με το 1990), να έχει 27% διείσδυση ΑΠΕ και να βελτιώσει κατά 27% την ενεργειακή αποδοτικότητα. 

Σύμφωνα με το βασικό σενάριο της ΕΕ για τις τιμές δικαιωμάτων ρύπων, το 2030 το κόστος θα κινείται στα 30 ευρώ ανά τόνο, ενώ το 2050 θα προσεγγίζει τα 90 ευρώ. 

Επιπρόσθετα με βάση το σενάριο αναφοράς της Κομισιόν για την ηλεκτροπαραγωγή στην Ελλάδα έως το 2050, η συμμετοχή του λιγνίτη περιορίζεται από τις περίπου 20.000 GWh το 2020, σε 10.000 GWh – δηλαδή στο μισό - το 2030, και απουσιάζει παντελώς το 2050.

Για το πετρέλαιο προβλέπεται δραστική περικοπή, και μέχρι το 2030 αναμένεται να έχει εξαλειφθεί από το ηλεκτροπαραγωγικό μείγμα την ίδια στιγμή που οι ΑΠΕ εκτινάσσονται και αναμένεται να έχουν τριπλασιαστεί μέχρι το 2050. 

Πόσο θα κοστίζει ο λιγνίτης

Ενόψει του εθνικού διαλόγου για το ενεργειακό μείγμα πάντως ο κ. Καλλιτσάντσης εκτίμησε ότι το 2030 σύμφωνα με το βασικό σενάριο της ΕΕ, το κόστος για την αγορά δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων για τα λιγνιτικά εργοστάσια θα αγγίξει τα 400 εκατ. ευρώ. Το αντίστοιχο κόστος για τις μονάδες φυσικού αερίου αναμένεται να φτάσει τα 100 εκατ. ευρώ. 

Το κόστος των 400 εκατ. ευρώ αφορά στην περίπτωση που η Ελλάδα μειώσει τη λιγνιτική της παραγωγή. Εάν αντίθετα μέχρι το 2030 διατηρηθεί η συμμετοχή του λιγνίτη στα επίπεδα του 25% τότε τα δικαιώματα αναμένεται να ξεπεράσουν τα 600 εκατ. ευρώ. 

Εάν μάλιστα με την κατασκευή των νέων εργοστασίων λιγνίτη που δρομολογούνται από τη ΔΕΗ το μερίδιο του λιγνίτη ενισχυθεί τότε το ετήσιο κόστος για τα δικαιώματα εκτινάσσεται πάνω από τα 700 εκατ. ευρώ.

Λειτουργία της αγοράς και ασφάλεια εφοδιασμού

Ένα από τα βασικά επιχειρήματα υπέρ της διατήρησης και ενίσχυσης του λιγνίτη στο ενεργειακό μείγμα, είναι ότι πρόκειται για ένα εθνικό καύσιμο που ενισχύει την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού. Εδώ ο πρόεδρος του ομίλου Ελλάκτωρ άφησε αιχμές για την πραγματική διαθέσιμη ισχύ των λιγνιτικών μονάδων, κάνοντας λόγο για σημαντικές αποκλίσεις μεταξύ της ισχύος που δηλώνεται από τη ΔΕΗ και της πραγματικής παραγωγής. Επιπρόσθετα ο κ. Καλλιτσάντσης υποστήριξε ότι ως κράτος μέλος της ΕΕ που συμμετέχει στην ευρύτερη ενεργειακή αγορά θα έπρεπε να μπορούμε να εξασφαλίζουμε την απαραίτητη ισχύ και μέσω του διασυνοριακού εμπορίου.

Ωστόσο όπως παραδέχθηκε και ο ίδιος καθώς δεν έχουμε διαμορφώσει ολοκληρωμένη αγορά, τις ώρες τις ενεργειακής κρίσης αντί να μπορούμε να κάνουμε εισαγωγές, γίνονταν εξαγωγές. Καταλήγοντας μάλιστα ανέφερε ότι η ενεργειακή κρίση του χειμώνα ήταν πρόβλημα αγοράς και όχι καυσίμου ή ενεργειακού μείγματος. 
 
(από www.capital.gr, 22/05/2017)