Ομιλία απηύθυνε σήμερα ο Γ. Παπακωνσταντίνου, κατά τη διάρκεια συνεδρίου για την πράσινη ενέργεια και τις επενδύσεις. Ο υπουργός μίλησε για το σύνολο των προσπαθειών που κάνει η κυβέρνηση ώστε να στηρίξει τις ενεργειακές επενδύσεις σε μια δύσκολη περίοδο για την οικονομία και για τη χώρα εν γένει.
Ομιλία απηύθυνε σήμερα ο Γ. Παπακωνσταντίνου, κατά τη διάρκεια συνεδρίου για την πράσινη ενέργεια και τις επενδύσεις. Ο υπουργός μίλησε για το σύνολο των προσπαθειών που κάνει η κυβέρνηση ώστε να στηρίξει τις ενεργειακές επενδύσεις σε μια δύσκολη περίοδο για την οικονομία και για τη χώρα εν γένει.
Η πλήρης ομιλία του έχει ως εξής:
Καλημέρα σε όλους. Να ξεκινήσω ευχαριστώντας για την πρόσκληση να απευθύνω χαιρετισμό στο Συνέδριο για τις Επενδύσεις στην Ενέργεια και την Αειφόρο Ανάπτυξη.
 
Βασικό ερώτημα με το οποίο πρέπει να ξεκινήσουμε είναι ανμπορούμε να μιλάμε για επενδύσεις στην ενέργεια και αειφόρο ανάπτυξη στο σημερινό περιβάλλον.Πιστεύω ότι είναι το πρώτο ερώτημα, στο οποίο στέκεται ο καθένας, βλέποντας τα γεγονότα των τελευταίων ημερών, βλέποντας την κατάσταση στην οποία βρίσκεται η χώρα. Έτσι, θα μου επιτρέψετε να ξεκινήσω κάνοντας μία γενικότερη αναφορά και στη συνέχεια να μιλήσω για το θέμα της ημερίδας, για τις πρωτοβουλίες και τις ενέργειες του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και της Κυβέρνησης συνολικά για τα ζητήματα αυτά.
 
Όλοι αντιλαμβανόμαστε, νομίζω πάρα πολύ καλά, ότι η χώρα βρίσκεται σε μία κρίσιμη καμπή, σε ένα εξαιρετικά δύσκολο σημείο της ιστορίας της. Όλοι αντιλαμβανόμαστε ότι οι αποφάσεις και οι πράξεις όλων μας, των επομένων εβδομάδων, μηνών, θα κρίνουν λίγο-πολύ την τύχη της χώρας στα επόμενα χρόνια.Όλοι καταλαβαίνουμε ότι η χώρα περνάει, και οι πολίτες της βιώνουν περισσότερο, μία εξαιρετικά δύσκολη περίοδο.
 
Οι μηχανές ανάπτυξης της χώρας έχουν σταματήσει, από το 2008, οπότε και μπήκαμε στην ύφεση.Συνέχισαν, το 2009, με μία ύφεση που ήταν 3,2%, τη στιγμή που το δημοσιονομικό της έλλειμμα εκτοξεύτηκε στα 36 δισ. ευρώ.Το 2010, ξεκίνησε μία επίπονη, σκληρή προσπάθεια δημοσιονομικής προσαρμογής. Η ύφεση επέμεινε, ήταν στο 3,5%, το έλλειμμα όμως μειώθηκε από τα 36 δισ. ευρώ στα 24 δισ. ευρώ.Το πρωτογενές έλλειμμα της χώρας, αυτό δηλαδή το οποίο ορίζει κατά πόσον μπορούμε να έχουμε αρκετά έσοδα για τις δαπάνες του κράτους, μειώθηκε δραματικά, για πρώτη φορά, μετά από πάρα πολλά χρόνια.
 
Η ύφεση, όμως, επιμένει. Και επιμένει γιατί η προσπάθεια η οποία ξεκίνησε, δεν είναι μία προσπάθεια μίας χρονιάς. Είναι μία προσπάθεια, η οποία συνεχίζεται και θα συνεχιστεί και τα επόμενα χρόνια.Έτσι, φέτος, περιμένουμε ακόμα μεγαλύτερη ύφεση από ό,τι πέρυσι και από το 2011, που όλες οι προβλέψεις μιλούσαν για μία σταδιακή μετάβαση σε ρυθμούς ανάπτυξης, όμως φαίνεται πως θα είναι άλλη μία υφεσιακή χρονιά για τη χώρα.
 
Πίσω από αυτούς τους αριθμούς, βέβαια, είναι άνθρωποι, οι οποίοι έχουν χάσει τις δουλειές τους, είναι επιχειρήσεις, οι οποίες δυσκολεύονται να τα φέρουν πέρα, είναι νοικοκυριά, που στο τέλος του μήνα αναρωτιούνται πώς θα μπορέσουν να ανταπεξέλθουν με τις περικοπές και με τους αυξημένους φόρους. Είναι μία δύσκολη στιγμή για όλους. Είναι μία στιγμή που παίρνονται και αποφάσεις, όπως αυτές του Συμβουλίου Κορυφής, πριν από μερικές ημέρες. Αποφάσεις που πρέπει να τις δούμε μέσα στην προσπάθεια αυτή που έχει γίνει και μέσα στο ευρύτερο ευρωπαϊκό πλαίσιο, το οποίο εκφράζουν και το οποίο αντικατοπτρίζουν.Αποφάσεις σημαντικές, κομβικές, θαρραλέες, θα έλεγα, γιατί δίνουν για πρώτη φορά τη δυνατότητα στη χώρα να αντιμετωπίσει το μεγαλύτερο πρόβλημά της, ένα χρέος, το οποίο πλέον είχε γίνει μη βιώσιμο.Αντιμετωπίζουν, λοιπόν, το πρόβλημα του χρέους με μία πολύ γενναία κίνηση απομείωσης του δημοσίου χρέους στα 100 περίπου δισ. ευρώ και ταυτόχρονα δίνοντας συνέχεια της χρηματοδότησης της ελληνικής οικονομίας με 100 δισ. ευρώ και άλλα 30 δισ. ευρώ για την επανακεφαλαιοδότηση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος.
 
Υπάρχει αλληλεγγύη, αλλά ταυτόχρονα και ένστικτο αυτοσυντήρησης των Ευρωπαίων εταίρων μας, που έδωσαν 110 δισ. ευρώ στην Ελλάδα, το Μάιο του 2010, άλλα 130 δισ. ευρώ τώρα, και απομείωση του χρέους για άλλα 100 δισ. ευρώ.Είναι μία γενναία κίνηση, είναι μία κίνηση, η οποία είναι αποτέλεσμα της δουλειάς που έγινε στη χώρα μας όλα αυτά τα χρόνια, της δουλειάς των σκληρών, δύσκολων αποφάσεων και των θυσιών που υπέστη και υφίσταται ακόμα ο Έλληνας πολίτης.Είναι μία τελευταία ευκαιρία που δίνεται στη χώρα, είναι μία τεράστια δυνατότητα.Δεν μπορούμε ούτε να την απαξιώσουμε, σίγουρα δεν μπορούμε να την πετάξουμε από το παράθυρο. Και δεν μπορούμε εύκολα και με απίστευτη ελαφρότητα από πολλούς να θεωρούμε ότι είναι απλώς άλλη μία απόφαση, η οποία έχει πολλά προβλήματα και δεν αλλάζει τα πράγματα. Αλλάζει τα πράγματα στο βαθμό που εμείς θέλουμε να τα αλλάξουν, στο βαθμό που εμείς θα την αντιληφθούμε ως μία ευκαιρία, για να συνεχίσουμε τη δουλειά που έχει ξεκινήσει με ό,τι δυσκολίες έχει αυτή η δουλειά και να την κάνουμε και ακόμα καλύτερα από ό,τι την κάναμε μέχρι τώρα. Γιατί το αποτέλεσμα θα είναι πρωτογενή πλεονάσματα, δηλαδή να ξοδεύουμε λιγότερα από όσα εισπράττουμε, από το 2012, πέραν των τόκων, και ένα χρέος το οποίο το 2020 θα κατέβει στο υψηλό 120% του ΑΕΠ.
 
Σε αυτή τη στιγμή, ακούγονται διάφορες φωνές, και δυστυχώς, τις ακούσαμε και το περασμένο τριήμερο, ακραίες φωνές, που επενδύουν στις δυσκολίες και οδηγούν στην αμφισβήτηση του ίδιου του κράτους, της ίδιας της λειτουργίας της Δημοκρατίας μας.Αυτές οι φωνές δεν μπορεί και δεν πρέπει να υπερισχύσουν, γιατί υπερίσχυσαν σε άλλες εποχές και είδαμε πού πήγε η χώρα.
 
Ακούμε, επίσης, και άλλες φωνές, οι οποίες με μία περισσή ευκολία, θωπεύουν τον κόσμο λέγοντάς του ότι υπάρχουν δυνατότητες να γίνουν ακριβώς τα ίδια, αλλά πολύ πιο ανώδυνα. Θωπεύουν τις ευαισθησίες και τη δυσκολία του Έλληνα πολίτη σε αυτήν την πραγματικά δύσκολη στιγμή του, για να του πούνε ότι ένας άλλος δρόμος - με τον οποίο μπορούν να μειωθούν τα ελλείμματα, χωρίς όμως να έχουμε ύφεση, χωρίς να μειωθούν μισθοί και συντάξεις, χωρίς να αυξηθούν οι φόροι - είναι δυνατός.Αν υπήρχε, γιατί δεν τον ακολουθήσαμε; Δυστυχώς δεν υπάρχει. Αν υπήρχε, θα τον είχαμε ακολουθήσει. Περιθώρια βελτίωσης, προφανώς, υπάρχουν. Αλλά περιθώρια βελτίωσης μέσα σε μία κατεύθυνση, την οποία έχουμε αποφασίσει συλλογικά με τους Ευρωπαίους εταίρους μας. Οποιαδήποτε αλλαγή αυτής της κατεύθυνσης είναι και η καταστροφή της χώρας.
 
Σε αυτό, λοιπόν, το περιβάλλον μπορεί κάποιος να μιλάει για επενδύσεις στην ενέργεια και στην αειφόρο ανάπτυξη;Πρέπει να μιλάει για παρόμοιες επενδύσεις, γιατί η έξοδος της χώρας από την κρίση δεν περνάει απλώς μέσα από μία δημοσιονομική προσαρμογή, δεν μπορεί να περάσει μέσα από μία συμπίεση δαπανών και μία αύξηση εσόδων. Περνάει μέσα από μεγάλες, βαθιές, διαρθρωτικές αλλαγές, που κάνουν το κράτος πιο αποτελεσματικό, που φέρνουν ξένες επενδύσεις, που ανοίγουν αγορές, που ανοίγουν επαγγέλματα, που απελευθερώνουν την επιχειρηματικότητα και τη δημιουργικότητα. Κι αυτό είναι που προσπαθούμε. Διότι αν μείνουμε μέσα σε μία στενή δημοσιονομική λογική, δεν πρόκειται να καταφέρουμε απολύτως τίποτα, γιατί η ύφεση θα συνεχίσει και, σε μερικά χρόνια από τώρα, θα είμαστε στο ίδιο σημείο και χειρότερα ακόμα.
 
Αν όμως, απλώς επικαλούμαστε με μία πολύ μεγάλη ευκολία τις λέξεις ανάπτυξη, ανάκαμψη, χωρίς να τους δίνουμε περιεχόμενο, επίσης δεν κάνουμε απολύτως τίποτα. Γιατί το σημαντικότερο, για να αναπτυχθεί η οικονομία, είναι να σταθεροποιηθεί. Το πρώτο σημείο για να αναπτυχθεί η οικονομία είναι να αποκτήσει ένα τραπεζικό σύστημα, το οποίο μπορεί να την χρηματοδοτεί, που όμως, σήμερα έχει στερέψει τελείως, γιατί δεν έχει πρόσβαση σε κεφάλαια και, άρα, δεν μπορεί να δανειοδοτήσει νέες επενδυτικές πρωτοβουλίες.Άρα, λοιπόν, να μιλήσουμε επί του προκειμένου, να μιλήσουμε για τα συγκεκριμένα, να μιλήσουμε για τις αλλαγές που πρέπει να γίνουν και εδώ θέλω να εστιάσω σήμερα.
 
Το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, θέλουμε να πιστεύουμε, έχει έναν κομβικό ρόλο σε αυτήν τη διαδικασία ρόλο για δύο λόγους.Ο πρώτος είναι ότι μέσα στις αρμοδιότητές του βρίσκονται μία σειρά από οριζόντιες πολιτικές, οι οποίες, όλες μαζί, είτε δημιουργούν ένα καλύτερο περιβάλλον για τις επενδύσεις και την επιχειρηματικότητα, είτε καθυστερούν και λειτουργούν ως τροχοπέδη στην ανάπτυξη.Αναφέρομαι εδώ σε οριζόντιες πολιτικές, όπως είναι η περιβαλλοντική αδειοδότηση, οι χρήσεις γης, κάθε πολιτική η οποία έχει να κάνει με τη δυνατότητα ενός επενδυτή να βρει επενδυτικές ευκαιρίες και να έχει αρωγό του το κράτος. Σχετικά με την περιβαλλοντική αδειοδότηση, σημειώνω ότι προχωρήσαμε σε απλοποίηση της διαδικασίας με νόμο, πρόσφατα, και επίκειται η έκδοση της σχετικής Υπουργικής Απόφασης. Σχετικά με τις χρήσεις γης, γίνονται πολύ μεγάλες προσπάθειες, τόσο να προχωρήσει χωροταξικά το μεγάλο ζήτημα του να έχει η χώρα, να αποκτήσει ένα συγκεκριμένο πλαίσιο, τόσο γενικό όσο και ειδικό, όσο και να λύσουμε σημειακά μία σειρά από προβλήματα που εμποδίζουν τις μεγάλες επενδύσεις.
 
Βέβαια, πέρα από τα οριζόντια αυτά εργαλεία, το ΥΠΕΚΑ έχει υπό την ευθύνη του μία σειρά από πολιτικές και χώρους πολιτικής, στους οποίους όλοι επενδύουμε, γιατί θεωρούμε ότι από εκεί θα έρθει η ανάπτυξη, τα επόμενα χρόνια.Αναφέρομαι φυσικά στην Ενέργεια και ειδικότερα στις Ανανεώσιμες Πηγές, στα απορρίμματα και στη διαχείρισή τους, στην εξοικονόμηση ενέργειας, στην ανάπλαση των πόλεων, δηλαδή σε μία σειρά από συγκεκριμένους τομείς πολιτικής στους οποίους αναμένουμε πολλά στη χώρα μας, για τα επόμενα χρόνια.
 
Ας δούμε πού βρισκόμαστε σήμερα και τι μπορούμε να πούμε σε σχέση με το παρελθόν και πώς πάμε μπροστά. Καταρχάς, είναι προφανές ότι η χώρα χρειάζεται ένα νέο ενεργειακό μοντέλο. Είναι προφανές ότι έχει χαραχθεί, εδώ και κάποια χρόνια, μία προσπάθεια να σηματοδοτήσουμε με πολύ συγκεκριμένους στόχους, αλλά και πρωτοβουλίες, την απομάκρυνσή μας από ένα μοντέλο, το οποίο παγκοσμίως φθίνει, και να μπει η Ελλάδα σε ένα νέο ενεργειακό μοντέλο, με πολύ μεγαλύτερη έμφαση στη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και σε μία πράσινη ανάπτυξη, η οποία θα δημιουργήσει επενδύσεις και θέσεις εργασίας.
 
Αυτή η μεταβολή, αυτή η αλλαγή παραδείγματος, αν θέλετε, δεν είναι ανώδυνη, δεν είναι εύκολη και φυσικά δεν σημαίνει ότι κάποιος εγκαταλείπει βασικά ζητήματα και βασικά συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας, τα οποία είχε και θα συνεχίσει να έχει. Στο πλαίσιο αυτό, έχουμε δει τις προσπάθειες για την επέκταση του φυσικού αερίου, άρα δηλαδή μίας από τις από τις πηγές ενέργειας τις πιο σημαντικές. Γίνονται πολύ μεγάλες προσπάθειες, για να κερδίσει η Ελλάδα το στοίχημα των διεθνών αγωγών και να μπορέσει έτσι να γίνει κόμβος φυσικού αερίου για τη μεταφορά αερίου από την Ασία στην Ευρώπη. Έχουν αναληφθεί μία σειρά από πρωτοβουλίες για τον μεσοπρόθεσμο προγραμματισμό της χώρας και θα παρουσιάσουμε σύντομα το νέο μοντέλο ενεργειακής πολιτικής, το νέο μεσοπρόθεσμο προγραμματισμό, για να έχουμε μία πυξίδα για το πού θα πάμε.
 
Όμως σήμερα θα ήθελα να σταθώ και σε τρία βασικά σημεία, που πιστεύω σηματοδοτούν τις προτεραιότητες για την ενεργειακή πολιτική και τη μετάβαση σε μία αειφόρο ανάπτυξη. Η πρώτη από αυτές τις προτεραιότητες είναι η απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας. Το ξέρουμε όλοι μας, όπως και σε άλλα ζητήματα, η χώρα δίστασε στο παρελθόν.Διστάσαμε, με μεσοβέζικες λύσεις, με καθυστερήσεις, με τη μάχη πολλές φορές οπισθοφυλακής, για πράγματα τα οποία έπρεπε να είχαμε ξεπεράσει ή προχωρήσει πολύ πιο γρήγορα. Όμως, σήμερα, είμαστε μία από τις Ευρωπαϊκές χώρες που ενέταξε πρώτη στο νομικό της οπλοστάσιο, ψηφίζοντάς το, το Γ’ Ενεργειακό Πακέτο, το οποίο διαφοροποιεί κατά πολύ τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η αγορά. Νόμο που ψήφισε η Ελληνική Βουλή, πριν από μερικούς μήνες, θέλω να το τονίσω αυτό, με στήριξη της συντριπτικής πλειοψηφίας των Βουλευτών της Βουλής. Και είναι σημαντικό αυτό γιατί είναι ένα νομοθετικό πλαίσιο με το οποίο δίνονται πρωτόγνωρες δυνατότητες στη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, με ένα θεσμικό πλαίσιο το οποίο προστατεύει τον καταναλωτή, αλλά και μεταμορφώνει τις αγορές φυσικού αερίου και ηλεκτρισμού, δημιουργώντας διακριτές εταιρίες για τη διανομή και τη μεταφορά.
 
Βέβαια, πάντα το στοίχημα είναι η υλοποίηση αυτών των νέων πλαισίων. Προχωράμε μέσα στα χρονοδιαγράμματα, για να έχει ολοκληρωθεί αυτή η μεταμόρφωση στους επόμενους μήνες. Στο πλαίσιο αυτής της απελευθέρωσης της αγοράς, πρέπει να εντάξει κάποιος και μία σειρά από άλλα πολύ σημαντικά ζητήματα. Την σε εξέλιξη διαπραγμάτευση με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την πρόσβαση στους λιγνίτες από τρίτους χωρίς διακρίσεις. Είναι υποχρέωσή μας το 40% περίπου της συνολικής λιγνιτικής παραγωγής-δυνατότητας, να είναι προσβάσιμη σε τρίτους. Καταλήγουμε, πιστεύω εντός αυτής της εβδομάδας, με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε μία λύση. Ήταν μια διαπραγμάτευση που κράτησε πολλούς μήνες, σύμφωνα με την οποία θα πουληθούν μονάδες της ΔΕΗ και ταυτοχρόνως θα υπάρξουν συμφωνίες ανταλλαγής ισχύος, τα περίφημα swaps, για να μπορέσει κάποιος να συμμορφωθεί με τις αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και τις υποχρεώσεις μας για την απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας.
 
Ταυτόχρονα, προχωρά η αποκρατικοποίηση της ΔΕΠΑ και του ΔΕΣΦΑ και των Ελληνικών Πετρελαίων. Μία κίνηση, η οποία ξεκινά το 2011 και ολοκληρώνεται στις αρχές του 2012, με την οποία θα αλλάξει το ενεργειακό τοπίο στη χώρα μας.Είναι μία κίνηση η οποία θα δώσει δυναμισμό και θα δώσει τη δυνατότητα σε νέους επενδυτές να μπουν σε ταχύτατα εξελισσόμενες και πολύ δυναμικές αγορές. Μετά από αυτές τις αποκρατικοποιήσεις, ακολουθεί η περαιτέρω αποκρατικοποίηση της ΔΕΗ, για την οποία η Κυβέρνηση έχει τοποθετηθεί και έχει μία σειρά από διαστάσεις οι οποίες, είτε η καθεμιά μεμονωμένα, είτε συνδυαστικά, δημιουργούν νέα δεδομένα στην αγορά. Υπάρχουν πολλές διαστάσεις όπως της μείωσης του ποσοστού του Δημοσίου από το σημερινό, της μείωσης ποσοστού σε θυγατρικές μεταφοράς, διανομής, της δυνατότητας δημιουργίας μίας μικρής ΔΕΗ, εντός εισαγωγικών, με ενεργητικό μια σειρά από σταθμούς παραγωγής και άλλα περιουσιακά στοιχεία της ΔΕΗ, για να υπάρξει μια νέα πνοή στον ανταγωνισμό στο χώρο αυτό.
 
Έχουμε, λοιπόν, σε σχέση με το πρώτο ζήτημα της απελευθέρωση της αγοράς, μια αλλαγή σε πλήρη εξέλιξη, μετά από πολλά χρόνια, όπου κάναμε δειλά βήματα. Τώρα, πλέον, τα βήματα είναι πιο γρήγορα, είναι πιο θαρραλέα, είναι πιο αποφασιστικά και έχουν γνώμονα το δημόσιο συμφέρον. Το δημόσιο συμφέρον και την πίστη ότι μία απελευθερωμένη αγορά θα φέρει επενδύσεις, θα παράσχει καλύτερες υπηρεσίες στους πολίτες και τους καταναλωτές και θα ισχυροποιήσει την ενεργειακή ασφάλεια στη χώρα μας, τη δυνατότητα πρόσβασης σε διαφορετικές πηγές ενέργειας αλλά και τη θέση της χώρας μέσα σε ένα διεθνές ενεργειακό τοπίο, το οποίο εξελίσσεται πάρα πολύ γρήγορα.
 
Το δεύτερο σημείο, στο οποίο θέλω να σταθώ, είναι η μεταστροφή σε Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας.Από το 2009 μέχρι σήμερα, έχει διπλασιαστεί η εγκατεστημένη ισχύς σε Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας στην Ελλάδα. Νομίζω, με μεγάλη ειλικρίνεια, πως πολλοί σε αυτό το δωμάτιο θα έλεγαν ένα από τα λίγα πράγματα, το οποίο προχωρά αυτή τη στιγμή επενδυτικά στη χώρα είναι ακριβώς οι επενδύσεις στις ΑΠΕ. Μετά από καθυστερήσεις, μετά από προβλήματα αδειοδοτήσεων τα οποία, χωρίς να ισχυρίζομαι ότι έχουν λυθεί πλήρως, όμως, θέλω να πιστεύω, έχουν κατά πολύ βελτιωθεί οι χρόνοι και οι διαδικασίες. Σήμερα, βρισκόμαστε στο σημείο που έχουν αδειοδοτηθεί - όχι λειτουργήσει - εγκατεστημένη ισχύς που υπερβαίνει τους στόχους που έχει θέσει η χώρα για το 2020.Έχουν σήμερα αδειοδοτηθεί επενδύσεις οι οποίες, όταν υλοποιηθούν, θα υπερβούν το στόχο που έχει θέσει η χώρα για το 2010, σε σχέση με το μείγμα ΑΠΕ στο συνολικό ενεργειακό μείγμα, βεβαίως, με τη μεγαλύτερη αύξηση στην ηλιακή ενέργεια και στα φωτοβολταϊκά.
 
Εδώ, θέλω, να σταθώ σε δύο επιμέρους σημεία.Το πρώτο είναι η ανησυχία που έχει δημιουργηθεί σχετικά με τη δυνατότητα χρηματοδότησης αυτής της μετάβασης - και εννοώ τα ελλείμματα που έχουν δημιουργηθεί στον ΔΕΣΜΗΕ και τον τρόπο κάλυψης από αυτά.Ήδη, πριν από μερικές ημέρες, το ΥΠΕΚΑ ανακοίνωσε τα αποτελέσματα άλλης μίας δημοπράτησης δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων, ενώ φέρνουμε πιο μπροστά κι άλλες δημοπρασίες, που μαζί με τις οφειλόμενες επιστροφές ΦΠΑ στον ΔΕΣΜΗΕ, θα μειώσουν το έλλειμμά του στο μισό, από εκεί που βρίσκεται αυτή τη στιγμή, μέσα στους επόμενους τρεις μήνες. Πρέπει να ξέρουμε όλοι ότι άλλο είναι πώς καλύπτει κάποιος το πρόβλημα αυτό, μέχρι το τέλος του 2012, και άλλο το τι συμβαίνει από το 2013 και πέρα, όταν θα υπάρχουν πολύ μεγαλύτεροι πόροι ακριβώς από τη νέα ευρωπαϊκή νομοθεσία, η οποία δίνει στον ΔΕΣΜΗΕ περισσότερες δυνατότητες χρηματοδότησης της επέκτασης των ΑΠΕ στη χώρα μας.
 
Η Κυβέρνηση και το ΥΠΕΚΑ έχουν ξεκινήσει έναν πολύ ουσιαστικό διάλογο με όλους τους φορείς της αγοράς, για να δούμε πώς καλύπτουμε αυτή τη δύσκολη περίοδο, πώς την καλύπτουμε σε σχέση με τις εγγυημένες τιμές, χωρίς βεβαίως να αλλάξει κανείς τίποτα σε σχέση με το παρελθόν και το παρόν. Γιατί δεν θέλουμε να αναστατώσουμε την αγορά και πώς την καλύπτουμε σε σχέση και με αυτό που σήμερα ονομάζεται «τέλος ΑΠΕ», ενώ στην πράξη, πιο σωστά, θα έπρεπε να ονομάζεται ένα «τέλος διοξειδίου του άνθρακα». Άρα λοιπόν, έχουμε μία συζήτηση σε εξέλιξη, η οποία θα καταλήξει τις επόμενες εβδομάδες και θα σταθεροποιήσει μία αγορά, η οποία σήμερα έχει ένα και μοναδικό πρόβλημα, αυτό της χρηματοδότησης. Και για το οποίο το ΥΠΕΚΑ και κυρίως το αρμόδιο Υπουργείο Οικονομίας, καταβάλλουν μια πολύ μεγάλη προσπάθεια με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, με την Ευρωπαϊκή Ένωση, για να δοθούν εργαλεία, εργαλεία εγγυοδότησης, ώστε η χρηματοδότηση αυτών των επενδύσεων να ξεκινήσει ξανά και να συνεχίσει εκεί που σήμερα δυσκολεύεται ο επενδυτής να βρει ανταπόκριση για επενδύσεις, αφού εξάλλου υπάρχει μία εξασφαλισμένη τιμή για πάρα πολλά χρόνια και άρα θα έπρεπε να στηρίζονται από το τραπεζικό σύστημα.
 
Στο πλαίσιο των ΑΠΕ, να κάνω και μία αναφορά σε ένα πολύ μεγάλο project, σε μία πολύ μεγάλη πρωτοβουλία, την οποία έχει αναλάβει η Ελληνική Κυβέρνηση το σχέδιο «Ήλιος». Πρόκειται για τη δυνατότητα εξαγωγής ηλιακής ενέργειας από τη χώρα μας στη Βόρεια Ευρώπη, στη Γερμανία και όχι μόνο, μέσα από επενδύσεις που μπορούν να φθάσουν τα 20 δισ. ευρώ, εγκατάστασης μέχρι 10 GW ηλιακής ενέργειας, τα επόμενα χρόνια. Πολλοί έχουν σπεύσει να αμφισβητήσουν την πρωτοβουλία αυτή, αναδεικνύοντας τις αδιαμφισβήτητες δυσκολίες μεταφοράς, δικτύων, χρηματοδότησης, Ευρωπαϊκού θεσμικού πλαισίου. Όμως η απόδειξη ότι γίνεται σοβαρή δουλειά, ώστε η ιδέα αυτή να γίνει πραγματικότητα, είναι ότι εντάχθηκε στα συμπεράσματα του Συμβουλίου Κορυφής, πριν από μερικές ημέρες, όπου υπάρχει συγκεκριμένη αναφορά στο πρόγραμμα «Ήλιος» και τη δυνατότητά να υπάρχει συμμετοχή είτε μέσα από μία σειρά από τρόπους είτε τιτλοποίησης μελλοντικών εσόδων είτε εγγύησης της δυνατότητας του Ελληνικού Δημοσίου στην αποπληρωμή του Ελληνικού χρέους. Τι πιο σωστό, τι πιο ορθολογικό από το να μπορέσει η Ελλάδα να χρησιμοποιήσει την ανανεώσιμη πηγή που έχει, τον ήλιο, για να στηρίξει την ανάκαμψή της, να στηρίξει την αποπληρωμή του χρέους, τα επόμενα χρόνια.
 
Κλείνω, με ένα τρίτο κεφάλαιο που αφορά στην εξοικονόμηση ενέργειας. Θα έλεγα πως στη δημόσια συζήτηση η εξοικονόμηση ενέργειας είναι συχνά ο φτωχός συγγενής. Κακώς, γιατί όλες οι αναλύσεις δείχνουν ότι η μεγαλύτερη απόδοση για την οικονομία βρίσκεται στην εξοικονόμηση ενέργειας, στη δυνατότητα κάθε σπίτι, κάθε επιχείρηση, κάθε δημόσιο κτίριο, να χρησιμοποιεί νέα υλικά, που δίνουν τη δυνατότητα να αναπτυχθεί μία ολόκληρη νέα βιομηχανία, η οποία χρησιμοποιεί υλικά και τρόπους κατασκευής, που μειώνουν την κατανάλωση ενέργειας. Έτσι μπορεί να συμμετάσχει η οικονομία συνολικά στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, αλλά και να δώσει στη χώρα μία αναπτυξιακή δυναμική από έναν παραδοσιακό κλάδο, των κατασκευών, ο οποίος ξέρουμε ότι, αυτή τη στιγμή, βρίσκεται σε μία εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση. Στο πλαίσιο αυτό, η χώρα μας έχει πόρους από τα διάφορα επιχειρησιακά προγράμματα, έχει εργαλεία, όπως είναι το ΚΑΠΕ, και έχει και μία βιομηχανία, η οποία έχει δείξει μεγάλη ανταπόκριση, ώστε να στηρίξει παρόμοιες πρωτοβουλίες για να προχωρήσουμε πιο γρήγορα σε έναν τομέα πολιτικής που μπορεί να συνεισφέρει πάρα πολλά στους επόμενους μήνες και χρόνια.
 
Κυρίες και κύριοι, λέγοντας ότι συχνά μιλάμε για το ειδικό και ξεχνάμε το γενικό και συχνά μιλάμε για το γενικό και ξεχνάμε το ειδικό. Είναι προφανές ότι η συζήτηση που θα κάνετε σήμερα δεν γίνεται εν κενώ. Έχουμε όλοι παρακολουθήσει τα γεγονότα των τελευταίων ημερών, έχουμε παρακολουθήσει την προσπάθεια κάποιων να αμφισβητήσουν την ίδια τη θεσμική υπόσταση του κράτους, έχουμε παρακολουθήσει και παρακολουθούμε και θα παρακολουθήσουμε τις επόμενες ημέρες τις δημόσιες συζητήσεις για το τι δέον γενέσθαι τους επόμενους μήνες. Σε αυτές τις κρίσιμες στιγμές, θα ήθελα να επισημάνω ότι η χώρα μας πάντα έχει καταφέρει να προχωρήσει, όταν στο δημόσιο διάλογο έχουν κυριαρχήσει η νηφαλιότητα, η ψυχραιμία, ο ορθός λόγος και η ανάλυση, η οποία βλέπει το δημόσιο συμφέρον, το συμφέρον των παιδιών μας και όχι το πρόχειρο, μικροκομματικό ή μικροπολιτικό συμφέρον.Διαφωνίες θα υπάρξουν, αλλά, αν δεν καταφέρουμε να προχωρήσουμε όλοι μαζί, τότε διατρέχουμε τον πολύ σοβαρό κίνδυνο, η χώρα να πάει δεκαετίες πίσω και να ξυπνήσουμε ένα πρωί αναρωτώμενοι πώς βρεθήκαμε εδώ, ποιος φταίει για όλα αυτά και πώς θα μπορέσουμε να μαζέψουμε τα συντρίμμια μας.
 
Όλοι μας πιστεύουμε ότι η χώρα δεν πρέπει να φτάσει ποτέ σε αυτό το σημείο, όλοι μας ξέρουμε ότι μόνο μαζί μπορούμε να πάμε μπροστά. Όλοι μας γνωρίζουμε τις δυνατότητες που έχει ο καθένας, τις δυνατότητες της χώρας.
Κι εγώ τουλάχιστον από τη θέση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής ξέρω τις δυνατότητες που έχει ο συγκεκριμένος τομέας, για τον οποίο θα συζητήσετε σήμερα, ο οποίος μπορεί να συμβάλλει τα μέγιστα στην ανάκαμψη, στην ανάπτυξη της χώρας, στη δημιουργία επενδύσεων και θέσεων εργασίας στα επόμενα χρόνια.
 
Ευχαριστώ πολύ.
Ακολουθήστε το energia.gr στο Google News!Παρακολουθήστε τις εξελίξεις με την υπογραφη εγκυρότητας του energia.gr