καμία μορφή γνήσιας αλληλεγγύης. Επέλεξε τον ρόλο του Πόντιου Πιλάτου. Και υπάρχουν τουλάχιστον τρεις σημαντικοί λόγοι γι' αυτό.
Ο πρώτος λόγος έχει να κάνει με τις Ηνωμένες Πολιτείες, με τη Μεγάλη Βρετανία και, επίσης, με την Αυστραλία: οι Γερμανοί δεν θέλουν να ανοίξουν τέτοιου είδους κόντρα. Προ ολίγων εβδομάδων, η Μέρκελ είχε επισκεφτεί τον Μπόρις Τζόνσον στη θερινή βρετανική πρωθυπουργική κατοικία. Και επιχείρησε να θέσει τις βάσεις για μία νέα αρχή μετά την περιπέτεια του Brexit. Το έκανε δε αυτό ως Γερμανίδα, όχι ως Ευρωπαία: το Βερολίνο, αφού πρώτα κίνησε γη και ουρανό, στο ευρωπαϊκό πλαίσιο, για να αποτρέψει, μετά για να ακυρώσει και, τέλος, για να δυσκολέψει την έξοδο της Βρετανίας και να της επιβάλλει δυσμενείς όρους, στη συνέχεια, όταν έχασε το παιχνίδι, πήγε να ζητήσει... νέα αρχή. Ομως, πήγε αργά: η νέα αρχή είχε ήδη γίνει και ήταν εντελώς άλλη.
Ο δεύτερος λόγος αφορά όλους τους άλλους: στο Βερολίνο ξέρουν ότι η κατάσταση σοβάρεψε απότομα γι' αυτούς. Ο όποιος διάδοχος της Μέρκελ θα βρεθεί μπροστά σε μία εντελώς νέα κατάσταση: η χώρα του θα υποχρεωθεί να σταματήσει το κρυφτούλι ανάμεσα στις ισορροπίες των πραγματικά μεγάλων: των ΗΠΑ, της Κίνας και της Ρωσίας. Θα αναγκάζεται να παίρνει θέση.
Ομως, ο τρίτος λόγος, θα είναι ακόμα πιο δύσκολος: να κρατήσουν την ισορροπία με τη Γαλλία. Για να γίνει, θα πρέπει να συνδυάσουν τα ασυμβίβαστα. Θα πρέπει να πείσουν τους Γάλλους ότι η Ευρώπη θα δώσει απάντηση στη νέα γεωπολιτική πραγματικότητα. Η Γαλλία είναι αποφασισμένη καθώς πλήρωσε, άδικα δυστυχώς, μέγιστο κόστος. Από την άλλη, όμως, οι Γερμανοί δεν θέλουν να προχωρήσουν στην πραγματική εμβάθυνση της ΕΕ με τρόπο που θα την εξελίξει έτσι ώστε να μπορεί και να θέλει να λειτουργεί σαν ενιαία μεγάλη δύναμη. Θέλουν να επιβιώσει το σημερινό παγιωμένο, πρακτικά γεωπολιτικά ανάπηρο status. Οπως, όλα αυτά τα χρόνια, θέλουν την άμυνα και την ασφάλεια περίπου τζάμπα, με κόστος σε μεγάλο βαθμό των Αμερικανών. Και αποφεύγουν με κάθε τρόπο να ενοχλήσουν τους Ρώσους και τους Κινέζους πολύ σημαντικούς εταίρους τους. Τους θέλουν όλους στο κομμάτι που τους συμφέρει και όλους ευχαριστημένους. Αυτό τελείωσε. Δεν δουλεύει πια.
Η Γαλλία ζητά τώρα επιτάχυνση του ευρωστρατού. Ομως οι πάντες γνωρίζουν ότι κάτι τέτοιο, σε πραγματική μορφή, δεν πρόκειται να υπάρξει, τουλάχιστον στο βαθύτερο δυνατό ορατό μέλλον. Αν μιλάμε για ένα ή δύο συντάγματα με καπελάκια που θα είναι μπλε με κίτρινα αστράκια, αυτό ναι. Γίνεται. Αλλά αυτό δεν είναι ευρωστρατός. Καθόλου στρατός. Είναι θέατρο. Ουδείς φυσικά θα πάρει την Ευρώπη σοβαρά με τέτοια κόλπα, όπως άλλωστε δεν την παίρνει και σήμερα. Ετσι, η Γαλλία δεν πρόκειται να λάβει την ικανοποίηση που περιμένει σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Αυτό είναι ξεκάθαρο. Φάνηκε ήδη, από την προαναφερθείσα γερμανική σιωπή. Είναι δεδομένο. Και, σε κάποιο βάθος χρόνου η Γαλλία θα αντιδράσει: δεν γίνεται αλλιώς. Σήμερα μπορεί κάτι τέτοιο να προκαλεί απορία και εντύπωση. Ομως, όπως εξελίσσονται πλέον τα πράγματα, η ανάδυση της, πάντοτε υπαρκτής, υποβόσκουσας, αλλά πολύ καλά κρυμμένης, γεωπολιτικής διάστασης ανάμεσα στη Γαλλία και τη Γερμανία, καθίσταται περίπου μονόδρομος. Και, τότε, η Ευρώπη...
Μετά την πτώση του Τείχους, ο Φρανσουά Μιτεράν διέπραξε ένα μεγάλο ιστορικό σφάλμα: είπε άνευ όρων «ναι» στη γερμανική επανένωση. Δεν περιχαράκωσε τα συμφέροντα της Γαλλίας και της Ευρώπης. Ξέρουμε σήμερα, από άμεσες μαρτυρίες της εποχής, ότι η Μάργκαρετ Θάτσερ τον πίεσε πολύ σε μυστικές διμερείς συναντήσεις να κατανοήσει το πόσο θα άλλαζαν τα πάντα με την οικονομική ισχύ μιας ενιαίας Γερμανίας. Και να θέσει όρους. Να επιβάλλει δικλίδες. Ομως εκείνος τη θεωρούσε εντελώς υπερβολική: πίστευε και έλεγε ότι η ισχύς της Γαλλίας δεν πρόκειται να ισοσταθμιστεί από καμία οικονομική δύναμη. Ο Μιτεράν απλώς δεν κατανοούσε τι σημαίνει να έχει μία χώρα τόσο ισχυρή οικονομία. Επίσης δεν πίστευε ότι μπορούσε ποτέ η μεταπολεμική Γερμανία, με τέτοιο παρελθόν, να γίνει πολιτικά ηγέτιδα δύναμη. Ασχετα από την οικονομία. Το θεωρούσε αδιανόητο. Κάπου εκεί ξεκίνησε η παγίδευση και της Γαλλίας και της Ευρώπης στη γερμανική ηγεμονία. Πέρασαν έκτοτε τριάντα χρόνια. Τώρα, μία νέα εποχή ξεκινά.
*(Από ΤΑ ΝΕΑ)