Πώς απάντησαν οι Financial Times στο περιοδικό Economist που έκρουε τον κώδωνα του κινδύνου για τη συνεχή επέκταση της οικονομικής επιρροής του Πεκίνου σε διεθνές επίπεδο. Ναυμαχία λονδρέζικων Μέσων στον ταραγμένο ωκεανό της παγκοσμιοποίησης...

Ο Τζανλούκα Μερκούρι της Corriere della Sera, ο οποίος προσφάτως παρουσίασε τις θέσεις τού πρωτοστατούντος στη διαδικασία της παγκοσμιοποίησης βρετανικού περιοδικού Economist περί Κίνας, ότι ο «κόκκινος δράκος» είναι ήδη η σούπερ δύναμη αφού έχει υποσκελίσει τις ΗΠΑ στο διεθνές εμπόριο και μάλιστα μέσα στο σπίτι τους, δηλαδή στη Δύση και στις παραδοσιακές σφαίρες επιρροής, επανήλθε με καινούργιο δημοσίευμα που κατά κάποιον τρόπο ανασκευάζει το προηγηθέν. 

Απέβη αναγκαία η αναμόχλευση του ζητήματος, αφού προτού «στεγνώσουν τα μελάνια» του Economist ακούστηκε βροντόφωνη απάντηση στο περιοδικό, από το Λονδίνο πάλι: από την καρδιά του Σίτι, η βαριά υπογραφή των Financial Times, ο Γκίντεον Ράχμαν, έβαλε τα πράγματα στη θέση τους: «Ε, όχι και σούπερ δύναμη η Κίνα» απεφάνθη, «πρέπει να φάει πολλά καρβέλια ακόμη…» Ο ίδιος ο ιταλός συντάκτης έγραψε, χαριτωμένα ομολογουμένως, ότι υπάρχουν τύποι που σε ξυπνούν καθώς πας να κοιμηθείς αγκαλιά με τις βεβαιότητές σου, καθώς αρέσκονται «να απλώνουν αγκάθια αμφιβολίας στο στρώμα»… 

Ποιο κράτος είναι εξ ορισμού μεγάλη, παγκόσμια δύναμη; Από οικονομική άποψη, όποιο είναι σε θέση να πουλάει τα χρέη του σε τρίτους. Από στρατιωτική, όποιο έχει ισχύ και πέραν των εδαφών του, συνεπώς δύναμη αποτρεπτική ή επιθετική έτοιμη προς χρήση ανά πάσα στιγμή. Οι ΗΠΑ πληρούν τα δύο αυτά στάνταρ. Η Κίνα, αντιθέτως, και αμερικανικό χρέος συνεχίζει να αγοράζει και… μολυβένια στρατιωτάκια έχει στείλει μόνο στο Τζιμπουτί (και είναι αμφίβολο αν μπορεί να στείλει κάπου αλλού). Πώς, λοιπόν, είναι υπερδύναμη. Σε καμία περίπτωση, απέχει παρασάγγας. 

Ο Μερκούρι εξήγησε γιατί πρόβαλε «την ηχηρή απόρριψη του δόγματος Μπάιντεν από τον Economist». Εγραψε ότι ο απόλυτος μανιχαϊσμός, η σύγκρουση δημοκρατίας και μονοκομματικής δικτατορίας, βλάπτει τον αγώνα για συνύπαρξη. Επιπλέον μας πληροφόρησε ότι υπεύθυνος για τη διάδοση του… πολεμικού πνεύματος στον νέο Λευκό Οίκο είναι ο Ρας Ντόσι, συγγραφέας του βιβλίου «The Long Game» που αναλύει τα κινεζικά σχέδια περί παγκόσμιας κυριαρχίας. 

Ομως το να έχεις σχέδια για παγκόσμια κυριαρχία, εφ’ όσον όντως έχεις τέτοια, δεν σημαίνει ότι είσαι και υπερδύναμη – μπορεί να είσαι απλώς ηλίθιος ή παράφρων. Ο Ράχμαν δεν γνωμάτευσε ψυχιατρικά, καθώς ιατρός δεν είναι, ωστόσο επισήμανε με δημοσιογραφική ευκρισία ότι η Κίνα δεν είναι υπερδύναμη, αφού το status της υπερδύναμης «αποφέρει σημαντικά οικονομικά και πολιτικά οφέλη μεν, ωστόσο περιλαμβάνει και κόστος, κινδύνους και υποχρεώσεις». 

Τα παραδείγματά του είναι πειστικά, μια και αφορούν τα υποτίθεται ελάσσονα, από τα οποία όμως εξάγονται τα μείζονα συμπεράσματα: «Εννέα Κινέζοι έχασαν τη ζωή τους σε τρομοκρατική επίθεση στο Πακιστάν την περασμένη εβδομάδα, πράγματα που συμβαίνουν όταν επεκτείνετε τη ζώνη επιρροής σας σε επικίνδυνα μέρη, όπου δεν πιστεύουν όλοι στη ρητορική σας περί ανάπτυξης και συνεργασίας. Ομως τότε πρέπει να αναρωτηθείτε τι θα κάνετε. Θα αντιδράσετε με προπαγάνδα ή θα προβείτε σε αντίποινα;» Λόγια ή έργα; Ξεκάθαρες κουβέντες, αλλά ο πρόεδρος Σι δεν θέλει καν να τις ακούει. 

Και συνέχισε ο αρθρογράφος των FT: «Για να γίνεις υπερδύναμη πρέπει να απαντήσεις σε ερωτήσεις σχετικά με την ικανότητα, με τις προθέσεις και με τη θέληση, σχετικά με τη στρατιωτική ισχύ και με τη βούληση να τη χρησιμοποιήσεις». 

Ο Ράχμαν παραδέχθηκε, φυσικά, ότι τα τελευταία χρόνια η Κίνα ενίσχυσε το οπλοστάσιό της, ότι απέκτησε περισσότερα πολεμικά πλοία από τις ΗΠΑ, ακόμη και ότι η Ταϊβάν κινδυνεύει. Ωστόσο υπενθύμισε ότι η Κίνα διαθέτει μόνο μία στρατιωτική βάση στο εξωτερικό (στο Τζιμπουτί, όπως αναφέραμε), ενώ οι ΗΠΑ διαθέτουν εκατοντάδες ανά τον κόσμο. 

Ο Ράχμαν είπε ότι η Ιστορία απέδειξε πως οι Κινέζοι εξαντλούν την πολεμική ισχύ τους σε μερικές αψιμαχίες με τους γείτονές τους (Σοβιετική Ενωση, Ινδία, Βιετνάμ), αλλά αποφεύγουν τον πόλεμο. «Διστάζουν, και αυτό είναι αναμφίβολα μία αξία» έγραψε, συνοδεύοντας αυτήν την παρατήρησή του με την εκτίμηση ότι στην Ιστορία η άνοδος και η πτώση των υπερδυνάμεων ταυτίστηκε με την έννοια του πολέμου. «Χωρίς πολέμους, νέες υπερδυνάμεις δεν αναδύονται, ούτε αλλάζει η παγκόσμια τάξη». 

Η Κίνα σήμερα χρησιμοποιεί την οικονομία για να κυριαρχήσει στον κόσμο. Ισως λειτουργεί εν μέρει το κόλπο της στην Αφρική, έγραψε ο Ράχμαν, δεν πιάνει όμως στις δημοκρατίες τύπου Νότιας Κορέας, Ιαπωνίας ή Αυστραλίας. Μιλάμε για χώρες προσανατολισμένες στις ΗΠΑ, αν και βρίσκονται στη γειτονιά της Κίνας, με καλοδεχούμενες τις αμερικανικές βάσεις στα εδάφη τους. Οι Κινέζοι σχεδιάζουν να προσεγγίσουν το αμερικανικό μοντέλο και να ιδρύσουν βάσεις στο Πακιστάν ή τη Σρι Λάνκα. Ωστόσο, προτού σχηματίσουν ένα δίκτυο τόσο ευρύ όσο το αμερικανικό, προτού αποφασίσουν να δεσμευτούν για την άμυνα άλλων χωρών, δεν μπορούν να λογαριάζονται ίσοι με τους Αμερικανούς. 

Υπερδύναμη… αλλιώς

Και ο Ράχμαν κατέληξε ως εξής: «Αν η Κίνα δεν θέλει ή δεν μπορεί να επιτύχει παγκόσμια στρατιωτική παρουσία ανταγωνιστική προς τις ΗΠΑ, τότε πρέπει να βρει άλλον τρόπο να γίνει υπερδύναμη. Ή να εγκαταλείψει εντελώς την προσπάθεια». Ο Μερκούρι σχολίασε ότι «η Κίνα ίσως θέλει να κατακτήσει τις καρδιές και τη σκέψη των ανθρώπων, να τους πείσει ότι η δημοκρατία δεν είναι σημαντικότερη από την ευημερία». 

Ούτε ο Ράχμαν ούτε ο Μερκούρι έγραψαν κάτι για το εργαστήριο ιολογίας της Γουχάν και για τις… νυχτερίδες του. Οταν οι λαοί του κόσμου βρουν τις απαντήσεις που εναγωνίως τώρα ζητούν, οι όποιες πλανητικές φιλοδοξίες της Κίνας θα πεθάνουν. Εκτός και αν τα πειστήρια (του εγκλήματος) χρησιμοποιηθούν από πλευράς της σαν απόδειξη ότι τυγχάνει πράγματι υπερδύναμη αφού μπορεί και διεξάγει παγκοσμίους πολέμους, μακράς διαρκείας κιόλας… 

(Πηγή: Protagon.gr)