Και προσέθεσε: «Πάσα εχθρική δύναμις, ήτις ήθελε επιχειρήσει πολεμικήν ενέργειαν (κατά της Ταϊβάν), θα κατέβαλε βαρύτατον τίμημα, και τούτο ισχύει και διά το Πεκίνον». Ο ομόλογος του κ. Μητσοτάκη διετράνωσε την πεποίθησίν του ότι «η Ταϊβάν προώρισται να ζήσει ες αεί»! Οι συμπατριώτες του «δεν πρόκειται να υποχωρήσουν», συνέχισε, αλλά «θα παραμείνουν εις τις επάλξεις των, αμυνόμενοι της εθνικής κυριαρχίας των».
Κατά την διάρκειαν της ιστορικής εκείνης συνεδριάσεως της Βουλής (Legislative Yuan) της Δημοκρατίας της Κίνας, ο βουλευτής του αντιπολιτευομένου Σινικού Εθνικιστικού Κόμματος (KMT) κ. William Tseng (曾銘宗) ηρώτησε τον Πρωθυπουργόν κ. Su εάν οι ΗΠΑ θα προσέτρεχαν να συμπολεμήσουν μετά της Ταϊβάν εις περίπτωσιν πολέμου. Η ερώτησις, προδήλως, απέβλεπε εις το να φέρει την Κυβέρνησιν εις δυσχερή θέσιν, γνωστού όντος ότι οι ΗΠΑ ουδεμίαν τοιαύτην διεθνοδικαϊκήν δέσμευσιν υπέχουν. Η τυπική υποχρέωσίς των αφορά αποκλειστικώς και μόνον εις την προμήθειαν όπλων προς την νησιωτικήν πολιτείαν, και δη «αμυντικών».
Η απάντησις του κ. Su ήτο ένα μάθημα αξιοπρεπείας, αντάξιον εκείνων που εδίδαξαν την ανθρωπότητα, εις άλλες εποχές βεβαίως, οι Έλληνες: «Υπό ουδενός άλλου αναμένεται να σωθεί η Πατρίς, ει μη μόνον υπό των πολιτών της Ταϊβάν»! Και προσέθεσε μίαν φράσιν, η οποία συνιστά, αφ’ εαυτής, μάθημα Ιστορίας και Διεθνών Σχέσεων: «Οι άλλοι θα θελήσουν να μας βοηθήσουν τότε και μόνον τότε, όταν επιδείξομε την αποφασιστικότητά μας να υπερασπισθούμε τους εαυτούς μας»!
Η στάσις του Πρωθυπουργού της Ταϊβάν απηχεί το πνεύμα της Σχολής του Πολιτικού Ρεαλισμού. Περιέχει τις θεμελιώδεις αρχές των Διεθνών Σχέσεων: Αυτοβοήθεια, Ανάσχεσις, Αποτροπή. Και κινείται εις τον αντίποδα της Πολιτικής Κατευνασμού έναντι της Τουρκικής Απειλής, εις την οποίαν εμμένει, φευ, ο Πρωθυπουργός της Ελλάδος. Εξ άλλου, ανάλογος της δηλώσεως του Πρωθυπουργού της Ταϊβάν ήτο και η δήλωσις του Υπουργού Εθνικής Αμύνης κ. Yen De-fa (嚴德發): «Εάν η (Ηπειρωτική) Κίνα εξαπολύσει επίθεσιν κατά της Ταϊβάν, οι Ένοπλες Δυνάμεις μας θα πολεμήσουν μέχρι τελευταίου ανδρός»! Ακούει ο Υπουργός Εθνικής Αμύνης κ. Παναγιωτόπουλος;
Η σύγκρισις καθίσταται έτι δυσμενεστέρα διά τον κ. Μητσοτάκην και τους συν αυτώ, όταν συνεκτιμηθεί ότι, εις την περίπτωσιν της Ταϊβάν αντιμετωπιζούσης τον κίνδυνον εισβολής εκ μέρους της Ηπειρωτικής Κίνας, δεν ομιλούμε περί ενός έθνους 10.000.000 ψυχών ισταμένου έναντι ετέρου έθνους 80.000.000 ψυχών. Ομιλούμε περί 23.500.000 ανθρώπων καλουμένων να αντιμετωπίσουν 1.400.000.000 ανθρώπων!
Είναι αξιοσημείωτον ότι η Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Κίνας (Ταϊβάν) κυρία Tsai Ing-wen (蔡英文) δεν εφάνη, ούτε στιγμήν, εκλιπαρούσα την άλλην πλευράν υπέρ ενάρξεως «διαλόγου» (γενικώς και αορίστως), ως έπραξεν και πράττει, καθ’ έξιν και κατά συρροήν, ο κ. Μητσοτάκης. Αντιθέτως, η κυρία Tsai εδήλωσε έτοιμη όπως προσέλθει μόνον εις ένα «διάλογον, ο οποίος θα είχε νόημα». Διά να μη αφήσει δε την παραμικράν αμφιβολίαν περί της αποφασιστικότητός της, η Πρόεδρος της Ταϊβάν εδήλωσε: «Θα εξακολουθήσουμε να εκσυγχρονίζουμε τις αμυντικές μαχητικές δυνατότητές μας και να επιταχύνουμε την αναβάθμισιν των ημετέρων δυνατοτήτων ασυμμέτρου πολέμου προς αντιμετώπισιν στρατιωτικών προκλήσεων και εισβολής της άλλης πλευράς».
Η κυρία Tsai Ing-wen και ο κ. Κυριάκος Μητσοτάκης διαθέτουν ορισμένα κοινά γνωρίσματα αλλά και ουσιώδεις διαφορές. Αμφότεροι εφοίτησαν εις ονομαστά πανεπιστήμια της Δύσεως. Ο κ. Μητσοτάκης σπούδασε Κοινωνικές Επιστήμες και Διοίκησιν Επιχειρήσεων και έλαβε τους πτυχιακούς και μεταπτυχιακούς τίτλους του από τα Πανεπιστήμια Harvard και Stanford. Η κυρία Tsai σπούδασε Νομική και Διεθνείς Οικονομικές Σχέσεις, κατέκτησε τους πτυχιακούς και μεταπτυχιακούς τίτλους της από το Εθνικόν Πανεπιστήμιον της Ταϊβάν, το Πανεπιστήμιον Cornell και την Σχολήν Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών του Λονδίνου (LSE) και ανηγορεύθη Διδάκτωρ Νομικής του Πανεπιστημίου του Λονδίνου. Η πολιτεία της κυρίας Tsai Ing-wen αποτελεί την επιτομή του Φιλελευθερισμού και των φιλελευθέρων μεταρρυθμίσεων. Η ιδία τυγχάνει δε θερμή θιασώτις του Δυτικού προσανατολισμού της χώρας της αλλά και αποφασιστική υπέρμαχος της εθνικής της κυριαρχίας έναντι της Απειλής της προερχομένης εκ της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας. Θεωρείται ήδη η «Σιδηρά Κυρία» της Άπω Ασίας.
Ο κ. Μητσοτάκης τυγχάνει επίσης, κατά δήλωσίν του, φιλελεύθερος. Εν τούτοις, ουδεμία φιλελευθέρα μεταρρύθμισις εσημειώθη επί των ημερών του. Τουναντίον, ο κ. Μητσοτάκης συνεχίζει τις πολιτικές του πελατειακού κράτους και της σκανδαλώδους κρατικής υποστηρίξεως των συστημικών Μέσων Μαζικής Επιρροής, δαπάναις των Ελλήνων φορολογουμένων. Θεωρείται, επίσης, θιασώτης του Δυτικού προσανατολισμού της χώρας του. Πλην όμως, οι πράξεις του αφήνουν, φευ, να διαφανεί ότι μάλλον αντιλαμβάνεται την Ελλάδα ως μίαν «μικράν οθωμανικήν επαρχίαν» – μίαν σύγχρονον Μολδοβλαχίαν, ούτως ειπείν, η οποία οφείλει να υποτάσσεται εις τις διαθέσεις του (νεο-)Οθωμανού δεσπότου.
*Επίκουρος Καθηγητής στο Τμήμα Τουρκικών Σπουδών και Σύγχρονων Ασιατικών Σπουδών, Πανεπιστήμιο Αθηνών
(από την εφημερίδα "ΕΣΤΙΑ", 10/11/2020)