Η Ελληνική Επιχειρηματικότητα και ο Επενδυτικός Πατριωτισμός

Η Ελληνική Επιχειρηματικότητα και ο Επενδυτικός Πατριωτισμός
του Γιώργου Περιστέρη*
Τετ, 3 Ιουλίου 2019 - 14:58

Η Ελλάδα, μετά από μία μεγάλη περίοδο αποεπένδυσης, αποτελεί σήμερα μοναδική επενδυτική ευκαιρία. Οι αναπτυξιακές της δυνατότητες πιστεύω ότι είναι πολλαπλάσιες από τους ρυθμούς στους οποίους αναφέρονται οι δανειστές της, οι οποίοι από υπερβολικά αισιόδοξοι στην αρχή της κρίσης έχουν πλέον φτάσει 

στο άλλο άκρο. Τις δυνατότητες αυτές δεν τις βλέπουν μόνο οι Έλληνες επιχειρηματίες. Τις αναγνωρίζουν πλέον και διεθνείς επενδυτές. Προσωπικά πίστευα στις προοπτικές της Ελλάδος από την αρχή της κρίσης. Και είχα από τότε μιλήσει για τρεις προϋποθέσεις με βάση τις οποίες η Ελλάδα θα επέστρεφε δυναμικά στο διεθνές οικονομικό προσκήνιο. Είχα μιλήσει για ένα επενδυτικό σοκ που είναι απολύτως εφικτό με βάση τα διαθέσιμα επενδυτικά σχέδια. Επίσης, είχα αναφερθεί στην ανάγκη η ελληνική επιχειρηματικότητα να επιδείξει επενδυτικό πατριωτισμό μέσα από την υλοποίηση επενδύσεων, αλλά και την έμπρακτη στήριξη του εγχώριου τραπεζικού συστήματος με διατήρηση και επαναπατρισμό των κεφαλαίων στις ελληνικές τράπεζες. Τέλος, είχα εκφράσει την εύλογη απαίτησή μας να έχουμε ως ελληνικές εταιρείες ισότιμη μεταχείριση με τις εταιρείες του εξωτερικού. Τα ίδια ισχύουν και σήμερα σε πολλαπλάσιο βαθμό. Τα διαθέσιμα επενδυτικά σχέδια έχουν πολλαπλασιαστεί. Με βάση τα στοιχεία της PWC του 2018 ο αριθμός των προγραμματισμένων και ανεκτέλεστων έργων υποδομών έχει αυξηθεί σημαντικά κατά τη διάρκεια της κρίσης και η αξία τους ανέρχεται σε € 18,7 δισ. μέχρι το 2023. Συνολικά, ο μέσος όρος των επενδύσεων στην Ελλάδα, ως ποσοστό του Α.Ε.Π., είναι σήμερα ο μισός περίπου σε σχέση με το 21% που είναι ο μέσος όρος στην ευρωζώνη. Ταυτόχρονα, όσοι βρισκόμαστε ακόμη εδώ από την πλευρά της ελληνικής επιχειρηματικότητας, έχουμε έμπρακτα αποδείξει αντοχή στην μεγαλύτερη κρίση που έζησε ποτέ δυτική χώρα μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Παραμένει, όμως, δυστυχώς παρούσα και η άνιση μεταχείριση, είτε αυτή αφορά τις τεράστιες διαφορές στις δυνατότητες δανεισμού και στο ύψος των επιτοκίων που πληρώνουμε, είτε αφορά τη φορολογική και γραφειοκρατική συμπεριφορά του ελληνικού κράτους, που παραμένει δυστυχώς αμετάβλητη, είτε ακόμα περισσότερο τη συνολική υπέρ των ξένων επενδυτών διακριτική μεταχείριση που επιδεικνύουν οι φορές της Πολιτείας.

Θα πρέπει να καταλάβουν οι πολιτικοί και οι γραφειοκράτες μας, εγχώριοι και Ευρωπαίοι, την διαπίστωση που έχει κάνει η Παγκόσμια Τράπεζα, η οποία έχει εξηγήσει ότι για να προωθηθούν οι επενδύσεις σε μια χώρα πρώτα και πάνω απ’ όλα πρέπει να κινητοποιηθούν οι εγχώριοι επιχειρηματίες. Με την κινητοποίησή τους, η ανάπτυξη στην Ελλάδα στα επόμενα χρόνια, με επίκεντρο τις υποδομές οι οποίες έχουν και έναν εξαιρετικά υψηλό πολλαπλασιαστή, περίπου 1,8, μπορεί να εκπλήξει ακόμα και τους πιο αισιόδοξους.

Ξεχωριστή θέση μεταξύ των υποδομών θα πρέπει να έχουν οι ενεργειακές υποδομές και ειδικά το τρίπτυχο Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας – Αποθήκευση - Ολοκληρωμένα Συστήματα Διασυνδέσεων, που ενέχουν πολύ μεγάλη εγχώρια προστιθέμενη αξία κι είναι απολύτως αναγκαίες για πολλούς λόγους:

  • Εθνικούς, για την απεξάρτηση από τα εισαγόμενα ορυκτά καύσιμα και την ενεργειακή αυτάρκεια κι αυτονομία της χώρας
  • Οικονομικούς, διότι θα εξοικονομηθούν τεράστιοι πόροι που σήμερα χάνονται είτε στις εισαγωγές ορυκτών καυσίμων είτε στις λεγόμενες πληρωμές ΥΚΩ για την ρευματοδότηση των μη διασυνδεδεμένων νησιών (Κρήτη, Δωδεκάνησα κλπ.)
  • Περιβαλλοντικούς, για προφανείς λόγους, καθώς η μεγαλύτερη διείσδυση των ΑΠΕ σε συνδυασμό με συστήματα αποθήκευσης οδηγεί σε όλο και πιο μεγάλη απεξάρτηση από τον άνθρακα
  • Κοινωνικούς, καθώς θα δημιουργηθούν χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας και θα ενισχυθούν οι τοπικές κοινωνίες στην περιφέρεια της χώρας.

Η Ελλάδα διαθέτει το μεγαλύτερο αιολικό δυναμικό στην ευρύτερη περιοχή της νοτιοανατολικής Ευρώπης και της Μεσογείου. Ιδίως αν ληφθεί υπόψη και το θαλάσσιο αιολικό δυναμικό της, καθώς ωριμάζουν οι τεχνολογίες και η βιομηχανική ανάπτυξη του συγκεκριμένου τομέα. Επίσης, υπάρχουν πολύ μεγάλες δυνατότητες στην αποθήκευση ενέργειας μέσω της ώριμης τεχνολογίας της αντλησιοταμίευσης, καθώς η χώρα διαθέτει πρόσφορους φυσικούς και τεχνητούς ταμιευτήρες, υψομετρικές διαφορές και άφθονη ενέργεια για αποθήκευση από ανανεώσιμες πηγές. Επίσης, υπάρχουν μεγάλα έργα ηλεκτρικών διασυνδέσεων, όπως αυτά που αφορούν το Αιγαίο (Κρήτη, Δωδεκάνησα κ.ά.) που είναι αναγκαία για να αξιοποιηθεί το ενεργειακό της δυναμικό.

Οι τρεις αυτές κατηγορίες επενδύσεων - ανανεώσιμες πηγές, αποθήκευση και διασυνδέσεις - αποτελούν ένα ενιαίο και συμπληρωματικό σύνολο, το οποίο αθροιστικά μπορεί να ξεπεράσει τα επόμενα πέντε χρόνια τα 8 δις ευρώ σε επενδύσεις, αθροίζοντας στο ΑΕΠ 1,5% πρόσθετη ανάπτυξη στη διάρκεια της αντίστοιχης περιόδου και δημιουργώντας τις βάσεις για να γίνει η Ελλάδα στη δεκαετία του 2030 για πρώτη φορά στη σύγχρονη ιστορία της καθαρός εξαγωγέας ενέργειας και «μπαταρία» του Ευρωπαϊκού νότου, που είναι στο σύνολό του σχεδόν μεγάλος εισαγωγέας ενέργειας.

 

* Ο Γιώργος Περιστέρης είναι Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος Ομίλου ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ και Πρόεδρος Ελληνικού Συνδέσμου Ηλεκτροπαραγωγών Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας.

** Το άρθο δημοσιεύθηκε αρχικά στην εφημερίδα "ΤΟ ΒΗΜΑ".

Διαβάστε ακόμα