πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, εχθές στην Άγκυρα. Παρά την επί δίωρο συνομιλία των, «τέτ-α,τετ», δεν μπόρεσαν να καταλήξουν σε ένα έστω συμβολικό βήμα προόδου στις Ελληνοτουρκικές σχέσεις. Επανελήφθησαν τα στερεότυπα περί «φιλίας, συνεργασίας και ειρήνης», μεταξύ των δύο γειτονικών χωρών αλλά επί της ουσίας τα πράγματα παρέμειναν ως είχαν από την εποχή του Κεμαλισμού: Η μεν Τουρκία αξιώνει παραχωρήσεις, η δε Ελλάς επιχειρεί κατευνασμόν της. Ό,τι χειρότερο δηλαδή για διατήρηση της ειρήνης στην περιοχή, ως εδίδαξε η «συμφωνία του Μονάχου», το 1938 (*).
Εν τούτοις, οι γεωπολιτικές συνθήκες έχουν μεταβληθή άρδην από τότε που η Τουρκία ήταν το …κακομαθημένο παιδί της δύσεως, που το ΝΑΤΟ της έκανε όλα τα χατίρια, λόγω της επικαίρου γεωγραφικής θέσεως της. Κατ’ αρχήν, η Σοβιετική απειλή εξέλειπε και η Τουρκία έπαυσε να εκβιάζει την Δύση για την διατήρηση των Αμερικανικών βάσεων στο έδαφος της, την ανοχή της διεθνούς κοινότητος στην εισβολή και κατοχή του ημίσεως της Κύπρου και διά το CASUS BELLI (αιτίαν πολέμου) εις περίπτωσιν κηρύξεως της Ελληνικής υφαλοκρηπίδος στο Αιγαίον πέλαγος.
Το βασικόν όμως στοιχείο της μεταβολής ισορροπιών στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιανατολικής Μεσογείου είναι ότι στον βαθμόν που η Τουρκία αποδυναμούται πολιτικώς, η στρατιωτική της ισχύς όχι μόνον δεν αυξάνει αλλά υποχωρεί ραγδαίως.
Το κίνημα του Τουρκικού στρατού κατά του Ερντογκάν έχει καταφέρει καίριο πλήγμα στην μαχητική ικανότητα των Τουρκικών ενόπλων δυνάμεων και στην εμπιστοσύνη του κυβερνώντος κόμματος της «Δικαιοσύνης» προς του στρατηγούς , γεγονός που διαφαίνεται από την αλυσιτελή εμπλοκή της Τουρκίας στην Συρία ,κατά των Κούρδων μαχητών ως και από την ανεπάρκεια της αεροπορίας της.
Όταν ο Τούρκος υπουργός Πολέμου στρατηγός Ακαρ ομολογεί ότι έχει αποστρατευθή το 80% των Τούρκων πιλότων της Πολεμικής Αεροπορίας και ότι την δουλειά πέντε αεροπόρων καλείται τώρα να εκπληρώσει ένας -εναπομείνας, αρκεί για να καταλάβει ακόμη και ο αδαής ότι «το σκυλί που γαυγίζει δεν δαγκώνει».
Εάν τώρα προστεθούν στην εικόνα η επιδείνωση των σχέσεων του Τούρκου προέδρου με τον Αμερικανό σύμβουλο Εθνικής Ασφαλείας Τζών Μπόλτον και με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Νετανιάχου, οι αντιρρήσεις της Αμερικανικής Γερουσίας στην πώληση μαχητικών αεροσκαφών πέμπτης γενεάς στην Τουρκία, η «εγκάρδιος συνεννόησις» του Ερντογκάν με τον Ρώσσο πρόεδρο Βλαδίμηρο Πούτιν (που θεωρείται επικίνδυνος δια την Δύση) και η πολιτική αναβάθμιση της Κυπριακής Δημοκρατίας, χάρις στις έξυπνες κινήσεις του μακαρίτη Τάσσου Παπαδόπουλου που κήρυξε την ΑΟΖ της Κύπρου κάτω από την μύτη της Τουρκίας, τότε γίνεται αντιληπτό πόσον πολιτικό κεφάλαιο έχασε η γείτων χώρα που κατάφερε μ’ ολούς να «βρίσκεται στα μαχαίρια».
Αυτό δεν σημαίνει βεβαίως ότι η Ελλάς πρέπει να εφησυχάζει και να επαναπαύεται στις δυσκολίες της Τουρκίας αλλά μάλλον να επαγρυπνεί, διότι οι γεωπολιτικές ισορροπίες μεταβάλλονται ταχέως και κυρίως ό,τι η αντίπαλος χώρα είναι μεγάλη και συνήθως εκτονούται εις βάρος των μικρών.
Είναι άγνωστον τι ελέχθη επί 2ωρον μεταξύ Αλέξη και Ταγήπ, πίσω από τους τοίχους του Προεδρικού μεγάρου, στην 'Αγκυρα. Συντόμως όμως θα το μάθουμε, όχι στην Χάλκη ή στην Δυτική Θράκη αλλά στη Κύπρον όπου η Τουρκία εξακολουθεί να έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων. Ελπίζεται ότι η Μητέρα πατρίδα Ελλάς δεν θα πουλήσει και πάλιν την Κυπρία Κόρη με αναβίωση του σχεδίου Αναν.
Το μόνο θετικόν από την επίσκεψη του σ. Τσίπρα στην 'Αγκυρα θα είναι ότι μάλλον προμηνύεται ένα ήσυχο καλοκαίρι που τόσον το έχει ανάγκη ο Τουρισμός σε αμφότερες της χώρες, όπου στην μεν ιδική μας είναι ο μόνος τομέας που προοδεύει, στην δε γειτονική ο κερδισμένος από τα «τετράκις εκατομμύρια» Τουρκικές λίρες που δαπάνησε ο Τούρκος πρόεδρος, από το 2001 που ανέλαβε την διακυβέρνηση της Τουρκίας για την ανάπτυξη της οικονομικώς, έστω με υποτιμήσεις του νομίσματος και καλπάζοντα πληθωρισμό.
(*) Το σύμφωνο του Μονάχου μεταξύ του Αδόλφου Χίτλερ και του Βρεταννού πρωθυπουργού Νέβιλ Τσάμπερλαιν δεν απέτρεψε την κήρυξη του πολέμου την 1η Σεπτεμβρίου 1939, που εξελίχθη εν συνεχεία εις παγκόσμιον. Το σύμφωνο έμεινε στην ιστορία σαν παράδειγμα αποφυγής της πολιτικής κατευνασμού του αντιπάλου, που το μόνον που σέβεται είναι η ισχύς.