Ενεργειακή Οικονομία και Αειφόρος Ανάπτυξη

Ενεργειακή Οικονομία και Αειφόρος Ανάπτυξη
των Χ. Δούκα και Π. Ξυδώνα*
Τρι, 19 Ιουνίου 2018 - 13:02

Η ενέργεια, ως κύριος μοχλός της οικονομικής δραστηριότητας, αλλά και ως αγαθό που φθίνει κατά τη διάρκεια της μετατροπής ή της μεταφοράς της, θα μπορούσε, σύμφωνα με μελέτες, να θεωρηθεί κατάλληλη ως νόμισμα με ανταλλακτικό αξιακό περιεχόμενο.

Υπό το πρίσμα αυτό, χρόνια πριν, προτάθηκε στην οικονομική βιβλιογραφία η χρήση ενός νομίσματος το οποίο θα μπορεί είτε να υποτιμάται είτε να υπερτιμάται, ώστε να αντανακλά τη μεταβολή της φυσικής αξίας των υλικών που δεν δύνανται να διατηρηθούν επ' αόριστον.

Ειδικότερα, η χρήση της ενέργειας ως νομισματικής μονάδας θα μπορούσε, για παράδειγμα, να έχει τη μορφή εμπορεύσιμων ποσοστώσεων για τις εκπομπές άνθρακα, ως εναλλακτική μορφή φορολόγησης αυτού. Αλλωστε, τα περισσότερα προϊόντα και υπηρεσίες συνέχονται με συγκεκριμένο ενεργειακό κόστος και έχουν μετρήσιμο ανθρακικό αποτύπωμα. Κι όμως, για την πλειονότητα αυτών, το ενεργειακό και περιβαλλοντικό κόστος δεν αποτιμάται επαρκώς, ούτε σε φυσική ούτε σε οικονομική βάση.

Αντίθετα, τα σχετιζόμενα κόστη ενοποιούνται και διαλανθάνουν πίσω από την τελική τιμή του τιμοκαταλόγου. Ωστόσο, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η ενεργειακή τροφοδοσία δεν είναι ούτε φθηνή, ούτε απεριόριστη. Καθώς και ότι οι πόροι του πλανήτη σε ορυκτά καύσιμα είναι πεπερασμένοι, ενώ το κόστος χρήσης τους κλιμακώνεται εξαιτίας των επιπτώσεών τους στο κλίμα και στο περιβάλλον.

Ταυτόχρονα, με τις σύγχρονες εξελίξεις στις ψηφιακές τεχνολογίες, όπως το blockchain, να είναι ραγδαίες, παρακολουθούμε τη θεαματική δημοφιλία των κρυπτονομισμάτων, όπως το bitcoin κ.ά. Δεν υπάρχει όμως καμία αμφιβολία περί της ενεργειακής παραδοξότητας που συνοδεύει τη χρήση τους. Για παράδειγμα, τα υπολογιστικά δίκτυα εξόρυξης κρυπτονομισμάτων καταναλώνουν σε ετήσια βάση όσο καταναλώνουν ολόκληρες χώρες της Ευρώπης, με τρομακτικά υψηλό ανθρακικό αποτύπωμα, για κάθε μία συναλλαγή κρυπτονομίσματος.

Ωστόσο, η μετάβαση σε μία αειφόρο ενεργειακή και περιβαλλοντική ανάπτυξη προϋποθέτει την ανάδραση μεταξύ της φύσης και της οικονομίας, μέσω περισσότερο ευσταθών μονάδων αξίας. Ητοι, ενός νομίσματος που θα συνδέεται με τους φυσικούς βιώσιμους πόρους του πλανήτη, όπως η καθαρή ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές ή η εξοικονομούμενη ενέργεια από δράσεις ενεργειακής αποδοτικότητας.

Μία τέτοια προσέγγιση θα μπορούσε να διαμορφώσει ένα οικονομικό υποσύστημα, το οποίο θα λειτουργεί πάντα μέσα στα φυσικά όρια του ευρύτερου οικοσυστήματος. Και το οποίο θα δίνει πάντα προτεραιότητα στη βιώσιμη παραγωγή για την ικανοποίηση των αναπτυξιακών αναγκών, χωρίς όμως να υπερβαίνει την παραγωγική χωρητικότητα της μακροοικονομίας ή την πλανητική βιοχωρητικότητα.

Εν κατακλείδι, η συζήτηση μετασχηματισμού του ενεργειακού και συνακόλουθα οικονομικού προτύπου δύναται να είναι ρεαλιστική μέσω του Διαδικτύου των αντικειμένων (Internet of Things, IoT). Η έμφαση θα δίδεται στον πολίτη, παραγωγό και καταναλωτή ενέργειας (prosumer, ως ετυμολογική συνένωση των όρων producer και consumer), ο οποίος θα ανταμείβεται με χρηματική αξία αντίστοιχη της προσπάθειας που καταβάλλει, ώστε να καταστεί ενεργειακά αποδοτικότερος και περιβαλλοντικά φιλικότερος.

 

* Ο κ. Χ. Δούκας είναι επίκουρος καθηγητής στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Ο κ. Π. Ξυδώνας είναι αναπληρωτής καθηγητής στην ESSCA Grande École.

 

(«Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»)