Η διαπίστωση ανήκει στην Corriere della Sera: Ήταν καλύτερα όταν ήταν χειρότερα. Βάζαμε δύο μάλλινα πουλόβερ ακόμη και μέσα στο σπίτι, οι θερμοστατικές βαλβίδες με αυτόνομη ρύθμιση δεν υπήρχαν και βγαίναμε για να πάμε να δουλέψουμε ντυμένοι σαν κρεμμύδια. Φυσικά δεν είναι αλήθεια, δεν ήταν καλύτερα. Όμως, παραπονιόμασταν λιγότερο, ο καιρός δεν φαινόταν πολικός όταν ήταν απλώς κανονικός και δεν θα είχαμε γράψει άρθρα για το πώς η αντίληψή μας για το κρύο άλλαξε αν στις 20 Δεκεμβρίου στο Μιλάνο η μέγιστη θερμοκρασία ήταν 6 βαθμοί: πριν από 30 χρόνια θα ήταν εντελώς φυσιολογικό για την εποχή και κανείς δεν θα έλεγε συνέχεια πόσο κρύο κάνει.

«Οι εποχές κινούνται προς τα εμπρός, οι ψυχρές αέριες μάζες φθάνουν στα τέλη Ιανουαρίου. Το σημερινό, το οποίο έπληξε την Ιταλία για μιάμιση εβδομάδα, θα ήταν εντελώς συνηθισμένο μέχρι τη δεκαετία του 1990», εξηγεί ο Τζαμπιέρο Μαράκι, ιδρυτής και διευθυντής του Ινστιτούτου Βιομετεωρολογίας. Και επισημαίνει μια σειρά αλλαγών που έχουν να κάνουν με την καθημερινότητά μας: «Φοράμε ελαφρύτερα ρούχα, τα διαμερίσματα και τα γραφεία είναι καλά θερμαινόμενα, το ίδιο και οι δημόσιες συγκοινωνίες. Έτσι, μια αλλαγή που μας φέρνει ουσιαστικά σε θερμοκρασίες του χειμώνα συνήθως γίνεται αντιληπτή ως κάτι το ασυνήθιστο».

Και εδώ ερχόμαστε στην αντίληψή μας για το κρύο. «Εάν έξω έχει 5 βαθμούς και φυσάει ένας άνεμος με 20 χιλιόμετρα την ώρα, το σώμα θα αισθανθεί μηδέν βαθμούς». Ο μαθηματικός τύπος του Μαράκι δικαιολογείται από το «φαινόμενο του ανεμιστήρα», το οποίο είναι τόσο ευχάριστο το καλοκαίρι, όσο παγερό το χειμώνα. Σε αυτή την περίπτωση είναι μια καλή ιδέα να μην είμαστε αδύνατοι, δεδομένου ότι το λίπος είναι κακός αγωγός της θερμότητας και την κρατά όλη στο σώμα. Αλλά αυτό δεν είναι μια πρόσκληση για πολύ φαγητό, ακόμα κι αν η εξίσωση «όσο περισσότερο κρύο τόσο περισσότερη πείνα» έχει τις ρίζες της στη μνήμη των προγόνων μας και είναι η βάση της θερμορρύθμισης.

Και τώρα ας κουκουλωθούμε.

 

(Πηγή: protagon.gr)

Διαβάστε ακόμα