Το 69% των ερωτηθέντων σε δημοσκόπηση που δόθηκε χθες στη δημοσιότητα επιθυμεί να αποσυρθεί ο Φιγιόν από υποψήφιος των Ρεπουμπλικάνων για την Προεδρία της Δημοκρατίας, το κύρος και η αξιοπιστία του οποίου φαίνεται ότι επλήγησαν ανεπανόρθωτα από τις αποκαλύψεις για την αργομισθία της συζύγου του. Προφανώς πρόκειται για εξέλιξη που ευνοεί τον «ανεξάρτητο» υποψήφιο Μακρόν, αλλά τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά

Το 69% των ερωτηθέντων σε δημοσκόπηση που δόθηκε χθες στη δημοσιότητα επιθυμεί να αποσυρθεί ο Φιγιόν από υποψήφιος των Ρεπουμπλικάνων για την Προεδρία της Δημοκρατίας, το κύρος και η αξιοπιστία του οποίου φαίνεται ότι επλήγησαν ανεπανόρθωτα από τις αποκαλύψεις για την αργομισθία της συζύγου του.

Προφανώς πρόκειται για εξέλιξη που ευνοεί τον «ανεξάρτητο» υποψήφιο Μακρόν, αλλά τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά.

Πρώτον, δεν είναι βέβαιο αν ο ίδιος ο Φιγιόν θα αποσυρθεί ή εάν μπορεί να εξαναγκασθεί σε παραίτηση.

Δεύτερον, είναι με τα σημερινά δεδομένα δύσκολο σε περίπτωση παραίτησης του Φιγιόν το Κόμμα των Ρεπουμπλικάνων, δηλαδή η Δεξιά, να αποφασίσει πού βρίσκεται το μεγαλύτερο κόστος, στην αναζήτηση νέου δικού της υποψηφίου ή στην στήριξη του Μακρόν που, όσο και να παρουσιασθεί ως ανεξάρτητος, δεν παύει να είναι πρώην υπουργός Οικονομίας των Ολάντ - Βαλς.

Τρίτο, και σημαντικότερο, είναι το ότι την προεδρική εκλογή ακολουθούν οι βουλευτικές εκλογές, οι οποίες από το 2002 και μετά όταν ταυτίσθηκε η χρονική διάρκεια της θητείας προέδρου και Βουλης θεωρούνται τρίτος γύρος της προεδρικής εκλογής.

Ο Μακρόν, παρά το γεγονός ότι δεν διαθέτει κομματικό μηχανισμό που να τον στηρίζει, έχει δηλώσει ότι θα υπάρχουν υποψήφιοι της επιλογής του σε όλες τις εκλογικές περιφέρειες μια τοποθέτηση που δεν αρκεί για να αρθεί η αβεβαιότητα: Αν εκλεγεί πρόεδρος, θα διαθέτει σταθερή πλειοψηφία στην Βουλή; Θα μπορέσει να αποφευχθεί μια σκληρή σύγκρουση των υποψηφίων του Μακρόν με τους υποψηφίους των Ρεπουμπλικάνων, μια εξέλιξη που μπορεί να είναι η ευκαιρία για το Εθνικό Μέτωπο της Λεπέν να κερδίσει ανέλπιστο αριθμό εδρών, καθώς μέχρι σήμερα το πλειοψηφικό σε μονοεδρική περιφέρεια σε δύο γύρους είναι εξ ορισμού δυσμενές για την Ακροδεξιά που δεν μπορεί να συσπειρώσει στον δεύτερο γύρο ψηφοφόρους των αποκλεισμένων υποψηφίων του πρώτου γύρου;

Το πολιτικό σύστημα της Γαλλίας μοιάζει να βρίσκεται σε κατάσταση πανικού, καθώς μέσα σε λίγους μήνες έχουν καεί μια σειρά από υποψηφίους για να αντιμετωπίσουν τη Λεπέν στον δεύτερο γύρο: Σαρκοζί, Ζιπέ, Φιγιόν κάηκαν στο διάστημα Οκτωβρίου - Φεβρουαρίου.

Προς το παρόν όλες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν τη Λεπέν να συγκεντρώνει μεν ολοένα και πιο μεγάλο ποσοστό στο δεύτερο γύρο, αλλά να ηττάται και από τον Μακρόν και από τον Φιγιόν.

Αυτό που αρχίζει να προβάλει πλέον ως άγνωστη μεταβλητή είναι οι συσχετισμοί που θα αποτυπωθούν στις βουλευτικές εκλογές που ακολουθούν μετά την προεδρική, που ανοίγουν το ενδεχόμενο μιας δύσκολης συγκατοίκησης του νέου προέδρου με την πλειοψηφία της Βουλής.

Ενα είναι βέβαιο: όσο περνά ο καιρός, τόσο η υποψηφιότητα της Λεπέν ενισχύεται όχι λόγω της προγραμματικής της πλατφόρμας, αλλά κυρίως λόγω του βραχυκυκλώματος του πολιτικού συστήματος με τους Σοσιαλιστές να αγωνίζονται να αποφύγουν την πολιτική εξαέρωση και τη Δεξιά να μην ξέρει πώς πρέπει να αντιμετωπίσει την Ακροδεξιά με πλειοδοσία κατασταλτικών εξαγγελιών ή με χάραξη διαχωριστικής γραμμής ή και με τις δύο επιλογές μαζί!

Είναι φανερό ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια υπαρξιακή κρίση της Πέμπτης Γαλλικής Δημοκρατίας που διαμόρφωσε ο Στρατηγός Ντε Γκολ μετά το 1958, τότε που ο Πόλεμος της Αλγερίας είχε υποθηκεύσει την πολιτική ομαλότητα.

Σήμερα η γαλλική πολιτική ελίτ δεν αντιτάσσει αξιόπιστη απάντηση στον απλουστευτικό και απορριπτικό αντιευρωπαϊκό λόγο της Λεπέν και περιορίζεται σε ευχολόγια του τύπου να συσπειρωθεί η Ε.Ε. απέναντι στην πρόκληση Τραμπ, μια τοποθέτηση που δεν αφορά την καθημερινότητα των πολιτών.

Δεν αρκεί πλέον στη Γαλλία το φόβητρο της Ακροδεξιάς για να αποτρέψει την ενδυνάμωσή της, χρειάζεται πειστική επιχειρηματολογία ότι υπάρχει εναλλακτική διαχείριση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης από τη σημερινή δημοσιονομική λιτότητα διαρκείας που έχει επιβάλει το Βερολίνο στους εταίρους του.

(από την εφημερίδα "ΗΜΕΡΗΣΙΑ")

Διαβάστε ακόμα