Στο περίμενε για την είσπραξη 22 εκατομμυρίων από τις κρατήσεις σε αιολικά και μικρά υδροηλεκτρικά, είναι οι κάτοικοι των περιοχών στις οποίες είναι εγκατεστημένες οι μονάδες ΑΠΕ. Το αποθεματικό αυτό έχει δημιουργηθεί από την παρακράτηση 1% επί του τζίρου μονάδων ΑΠΕ (κυρίως Αιολικών και Μικρών Υδροηλεκτρικών Έργων), όπως προβλέφθηκε στο Νόμο 3851 του 2010, προκειμένου, με βάση συγκεκριμένα κριτήρια και μεθοδολογία που καθόρισε υπουργική απόφαση του Δεκεμβρίου 2014, να αποδοθεί στους δικαιούχους ως έκπτωση, στους λογαριασμούς ηλεκτρικού

Στο περίμενε για την είσπραξη 22 εκατομμυρίων από τις κρατήσεις σε αιολικά και μικρά υδροηλεκτρικά, είναι οι κάτοικοι των περιοχών στις οποίες είναι εγκατεστημένες οι μονάδες ΑΠΕ.

Το αποθεματικό αυτό έχει δημιουργηθεί από την παρακράτηση 1% επί του τζίρου μονάδων ΑΠΕ (κυρίως Αιολικών και Μικρών Υδροηλεκτρικών Έργων), όπως προβλέφθηκε στο Νόμο 3851 του 2010, προκειμένου, με βάση συγκεκριμένα κριτήρια και μεθοδολογία που καθόρισε υπουργική απόφαση του Δεκεμβρίου 2014, να αποδοθεί στους δικαιούχους ως έκπτωση, στους λογαριασμούς ηλεκτρικού.

Η συγκεκριμένη ρύθμιση προωθήθηκε ως ανταποδοτικό όφελος υπέρ των κατοίκων των περιοχών όπου έχουν εγκατασταθεί μονάδες ΑΠΕ (κυρίως αιολικά και μικρά υδροηλεκτρικά). Ωστόσο ακόμη κανείς δεν έχει εισπράξει το ποσό που του αντιστοιχεί και δικαιούται, παρότι εδώ και ένα χρόνο ολοκληρώθηκε και επικυρώθηκε η σχετική προεργασία.

Το θέμα ανακινούν εκ νέου η Ελληνική Επιστημονική Εταιρεία Αιολικής Ενέργειας (ΕΛΕΤΑΕΝ) και ο Σύνδεσμος Μικρών Υδροηλεκτρικών (ΕΣΜΥΕ), με κοινή τους επιστολή προς τον αρμόδιο υπουργό Πάνο Σκουρλέτη.

Σύμφωνα με πληροφορίες του Euro2day.gr, το θέμα έχει εμπλακεί εκ νέου, επειδή δεν υπάρχει συμφωνία ως προς τον καθορισμό των ορίων των κοινοτικών διαμερισμάτων των Δήμων (Καποδιστριακοί, Καλλικρατικοί) όπου βρίσκονται εγκατεστημένες οι μονάδες ΑΠΕ.

Όπως σημειώνεται στην επιστολή της ΕΛΕΤΑΕΝ και του ΕΣΜΥΕ, «ένα χρόνο μετά την υπογραφή της σχετικής Υπουργικής Απόφασης και πέντε ολόκληρα χρόνια από την ψήφιση της σχετικής διάταξης του Ν.3851/2010 σύμφωνα με τον οποίο καθορίζονταν οι δικαιούχοι και ο τρόπος διανομής του 1%, είμαστε στη δυσάρεστη θέση να απευθυνθούμε για άλλη μια φορά προς την πολιτική ηγεσία του υπουργείου για την επίλυση του θέματος της απόδοσης στους τοπικούς οικιακούς καταναλωτές ηλεκτρικού ρεύματος, του παρακρατηθέντος από τους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας από αιολικούς και μικρούς υδροηλεκτρικούς σταθμούς, 1% των ακαθάριστων εσόδων.

Δυστυχώς. το παραπάνω ιστορικό της κρατικής ασυνέπειας ως προς την απόδοση των παρακρατηθέντων από τους παραγωγούς ποσών, με αρχή το 2010 και με άγνωστο τέλος, χρεώνεται τελικά στους ίδιους τους παραγωγούς οι οποίοι γίνονται δέκτες συνεχών ερωτημάτων και παραπόνων από τις τοπικές κοινωνίες. Το συγκεκριμένο θέμα, πέραν των άλλων, έχει εγείρει και ζήτημα αξιοπιστίας για τις – λίγες – νέες επενδύσεις ΑΠΕ σε τοπικό επίπεδο, καθώς οι κάτοικοι και οι Δήμοι αμφιβάλουν αν και ποτέ θα εισπράξουν τα χρήματα αυτά».

Στην επιστολή τονίζεται επίσης ότι με βάση τα στοιχεία του ΛΑΓΗΕ που τηρεί τους σχετικούς λογαριασμούς, το ποσό που αντιστοιχεί στο 1% που έχει παρακρατηθεί μέχρι και τον Αύγουστο του 2015 από τους παραγωγούς, έχει φτάσει στο ποσό των 22 εκατομμύρια ευρώ περίπου, από τα οποία:

- ποσοστό 72,4% ή περίπου 16 εκατομμύρια προέρχονται από παρακράτηση επί των εσόδων λειτουργίας Αιολικών Πάρκων εγκατεστημένης ισχύος, ίσης με το 40,2% της συνολικής εγκατεστημένη ισχύος έργων ΑΠΕ

- ποσοστό 13,0% ή 2,86 εκατομμύρια προέρχεται από την παρακράτηση επί των εσόδων λειτουργίας Μικρών Υδροηλεκτρικών έργων εγκατεστημένης ισχύος, ίσης με το 4,3% της συνολικής εγκατεστημένη ισχύος έργων Α.Π.Ε..

Τέλος στην επιστολή επισημαίνεται ότι η απόδοση των ήδη παρακρατηθέντων πόρων, θα αποτελέσει σημαντική ευκαιρία απόδειξης της πρόθεσης της κυβέρνησης για την οικονομική ενίσχυση του ασθενέστερου πληθυσμού της χώρας, που κατά κανόνα αποτελεί η συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων των απομακρυσμένων από τα κέντρα των αποφάσεων τοπικών κοινωνιών που έχουν την τύχη να διαθέτουν αξιοποιήσιμο αιολικό ή υδατικό δυναμικό και ταυτόχρονα σημαντική ευκαιρία προώθησης του φιλοπεριβαλλοντικού χαρακτήρα των ΑΠΕ που πλήττεται από τοπικές ιδεοληψίες και παραπληροφόρηση.