Ένα κράτος μπορεί να λειτουργήσει και να συνάψει σχέσεις με άλλα κράτη στη διεθνή κοινότητα μόνον εφόσον αναγνωρίζεται από αυτά. Η αναγνώριση κράτους είναι ξεχωριστός θεσμός από την αναγνώριση μιας κυβέρνησης. Ένα κράτος μπορεί να αναγνωρίζει ένα άλλο κράτος, μπορεί όμως να μην αναγνωρίζει την κυβέρνησή του

Ένα κράτος μπορεί να λειτουργήσει και να συνάψει σχέσεις με άλλα κράτη στη διεθνή κοινότητα μόνον εφόσον αναγνωρίζεται από αυτά. Η αναγνώριση κράτους είναι ξεχωριστός θεσμός από την αναγνώριση μιας κυβέρνησης. Ένα κράτος μπορεί να αναγνωρίζει ένα άλλο κράτος, μπορεί όμως να μην αναγνωρίζει την κυβέρνησή του. Ένα κράτος που δεν αναγνωρίζει την κυβέρνηση ενός άλλου κράτους, σέβεται στις σχέσεις που έχει συνάψει με το κράτος αυτό, δεν συνάπτει όμως νέες σχέσεις μαζί του, διότι έπαυσε να αναγνωρίζει την κυβέρνησή του.

Η αναγνώριση, όπως και η άρση της αναγνώρισης μιας κυβέρνησης, μπορεί να είναι επίσημη (de jure), μπορεί όμως να επέλθει και de facto, π.χ. με το να μην απαντούν στο τηλέφωνο του Πρωθυπουργού μιας τέτοιας κυβέρνησης οι αρχηγοί των κυβερνήσεων των χωρών που θα παύσουν να αναγνωρίζουν την κυβέρνησή του.

Στη δική μας περίπτωση, ο Έλληνας Πρωθυπουργός επέλεξε να φύγει από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων και να εκβιάσει με τη δημοκρατία τούς ηγέτες των άλλων χωρών της Ευρωζώνης, προκηρύσσοντας δημοψήφισμα ώστε να κρίνει ο Ελληνικός Λαός τη σκοπιμότητα των προτάσεών τους (αντί να θέσει σε ψηφοφορία την σκοπιμότητα της δικής του πρότασης, γεγονός διεθνώς μοναδικό, αν όχι απαράδεκτο). Ανέμενε έτσι από την ΕΚΤ να συνεχίσει, στο όνομα της δημοκρατίας, να χρηματοδοτεί τις ελληνικές τράπεζες, αν και γνώριζε ότι, μετά τις 30 Ιουνίου, η συνέχιση της χρηματοδότησης θα ήταν αδύνατη βάσει των κειμένων διατάξεων, οι οποίες αντλούν την ισχύ τους από διεθνείς συνθήκες, από τις οποίες δεσμεύεται και η χώρα μας.

Σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, κανένα κράτος δεν δικαιούται να επικαλεστεί το δικό του εσωτερικό δίκαιο προκειμένου να μην εφαρμόσει μια διεθνή υποχρέωσή του. Η Κυβέρνηση το έκανε και αυτό, προκηρύσσοντας μονομερώς δημοψήφισμα σε χρόνο πέραν της ισχύος των διεθνών υποχρεώσεων της χώρας, εκβιάζοντας έτσι τους εταίρους μας με την επίκληση της εσωτερικής διαδικασίας του δημοψηφίσματος.

Η συμμετοχή μιας χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι εφικτή εάν η χώρα αυτή δεν είναι δημοκρατική ή εάν χάσει την δημοκρατική της λειτουργία (άρθρο 2 σε συνδυασμό με το άρθρο 7 παρ. 1 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση). Σύμφωνα με τις δημοκρατικές αρχές και την κοινοβουλευτική παράδοση στην Ευρώπη, μια Κυβέρνηση, η οποία προκάλεσε μονομερώς, εν τω μέσω διεθνών διαπραγματεύσεων, ένα δημοψήφισμα (χωρίς μάλιστα να υποχρεούται από το εσωτερικό της δίκαιο), στο οποίο δημοψήφισμα έλαβε επιπλέον αρνητική θέση, υποχρεούται να παραιτηθεί εάν το δημοψήφισμα αυτό αποβεί θετικό. Ιδίως όταν αφορά σε διαπραγματεύσεις που διεξήγαγε η Κυβέρνηση αυτή.

Στην περίπτωση του ΝΑΙ, πιστεύω πως η Ευρώπη θα απαντήσει στον κ. Τσίπρα με τις ίδιες δημοκρατικές αρχές, με τις οποίες τις εγκαλεί σήμερα ο ίδιος. Θα τον καλέσει να σεβαστεί την ευρωπαϊκή δημοκρατική παράδοση και να παραιτηθεί, προκειμένου μια νέα Κυβέρνηση, εθνικής ενότητας αυτή τη φορά, να προσυπογράψει τις νέες συμφωνίες που θα υλοποιούν την βούληση του Ελληνικού Λαού να παραμείνει στο Ευρώ.

Σε περίπτωση που ο κ. Τσίπρας δεν παραιτηθεί, τότε οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα άρουν de facto την αναγνώριση προς την Κυβέρνησή του ως αξιόπιστου διαπραγματευτή για λογαριασμό της χώρας, επειδή θα έχει χάσει τη λαϊκή στήριξη πάνω στο θέμα που ο ίδιος διαπραγματευόταν μαζί τους. Προσπερνώ το προσωπικό θέμα των προπηλακισμών που εξαπέλυσε ακόμη και τελευταία εναντίον τους, το οποίο είναι εξίσου σημαντικό σε διπλωματικό επίπεδο… Με την στάση τους δε αυτή, οι ξένοι ηγέτες δεν θα αναμειγνύονται, όπως αντιθέτως θα λεχθεί, στις εσωτερικές υποθέσεις της χώρας. Θα ασκούν απλώς ένα δικαίωμά τους από το διεθνές δίκαιο, να μην δέχονται δηλαδή να διαπραγματευτούν με μια Κυβέρνηση, την οποία δεν θα αναγνωρίζουν για συγκεκριμένο σκοπό de jure ή de facto.

Σε περίπτωση, τώρα, που επικρατήσει το ΟΧΙ, οι Ευρωπαίοι εταίροι μας θα κληθούν να συναγάγουν τις συνέπειες των σημερινών λόγων τους. Σε μια τέτοια -τραγική για τη χώρα– περίπτωση, ευκταίο θα ήταν να μας βοηθήσουν να περάσουμε γρήγορα σε καθεστώς τακτικής χρεοκοπίας, με ό,τι αυτό θα συνεπάγεται ακόμη και για το νόμισμα της χώρας, εφόσον δεν θα μας θέλουν πλέον στην Ευρωζώνη.

Στην περίπτωση ενός ΟΧΙ, η αντιπαλότητα των δυο σχολών σκέψης στην Ευρώπη, αυτών δηλαδή που πάντοτε πίστευαν ότι έπρεπε να σωθεί η Ελλάδα χάριν του Ευρώ, και αυτών που πίστευαν ότι χάριν της Ευρωζώνης θα πρέπει η Ελλάδα να πτωχεύσει και να βγει από το Ευρώ, θα γείρει υπέρ της άμεσης ενεργοποίησης του σχεδίου αποχώρησης της Ελλάδας από την Ευρωζώνη. Εάν στην τελική ευθεία επικρατήσει η σχολή αυτή, τότε το ΟΧΙ θα ενεργοποιήσει αμέσως την έξοδό μας από το Ευρώ, χωρίς να μπορεί καμιά κυβέρνηση να την αποτρέψει. Η χλιαρή έως αδιάφορη αντίδραση των αγορών την εβδομάδα αυτή απέναντι στον κίνδυνο ενός ΟΧΙ στο δημοψήφισμα, ενισχύει τη θέση της σχολής αυτής, η οποία ανέκαθεν πίστευε ότι ένα Grexit όχι μόνο δεν θα είχε καταστροφικές συνέπειες για την Ευρωζώνη, αλλ’ αντιθέτως θα είχε ευεργετικές επιπτώσεις στο Ευρώ!

Τότε, λοιπόν, ο Λαός που θα έχει ψηφίσει ΟΧΙ, θα καταλάβει ότι θα έχει πιστέψει το τελευταίο ψέμα του κ. Τσίπρα. Ότι δηλαδή ένα ΟΧΙ θα τον εξόπλιζε τάχα με περισσότερη διαπραγματευτική ισχύ για να φέρει στην Ελλάδα μια καλύτερη συμφωνία. Θα αποδειχθεί ότι το μόνο που θα φέρει ως αποτέλεσμα το ΟΧΙ, θα είναι η άμεση κατάρρευση του κράτους, κάτι που με βεβαιότητα θα συμβεί αν οι εταίροι μας δεν κάνουν απολύτως τίποτε για λίγες ημέρες. Σε μια τέτοια περίπτωση, οι εταίροι μας θα μας πουν ότι εμείς το αποφασίσαμε κι ότι αυτοί μας είχαν προειδοποιήσει. Τότε, όμως, θα είναι πολύ αργά…

* Ο κ. Γκλαβίνης είναι αν. καθηγητής Διεθνούς Οικονομικού Δικαίου της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ

(capital.gr, 04/07/2015)