Στοιχεία σοκ για τις δραματικές επιπτώσεις της κρίσης της ελληνικής οικονομίας προκύπτουν από τη μελέτη των πανεπιστημιακών καθηγητών κ.κ. Τάσου Γιαννίτση και Σταύρου Ζωγραφάκη, με θέμα «Ελλάδα: Αλληλεγγύη και προσαρμογή σε συνθήκες κρίσης»

Στοιχεία σοκ για τις δραματικές επιπτώσεις της κρίσης της ελληνικής οικονομίας προκύπτουν από τη μελέτη των πανεπιστημιακών καθηγητών κ.κ. Τάσου Γιαννίτση και Σταύρου Ζωγραφάκη, με θέμα «Ελλάδα: Αλληλεγγύη και προσαρμογή σε συνθήκες κρίσης», την οποία παρουσίασαν την Πέμπτη σε εκδήλωση στο Μέγαρο Μουσικής.

Οι καθηγητές διαπιστώνουν ότι η μέση μείωση των εισοδημάτων των ελληνικών νοικοκυριών έφθασε το 38% μεταξύ του 2008 και του 2012.

«Στην διάρκεια 6 περίπου ετών, η ελληνική κοινωνία γνώρισε την έντονη αποσταθεροποίηση πολύ σημαντικών ισορροπιών της και μια ριζική υποχώρηση του επιπέδου διαβίωσής της. Τα πραγματικά εισοδήματα μειώθηκαν κατά 38%», αναφέρεται χαρακτηριστικά.

Όπως αναφέρεται στα συμπεράσματα της μελέτης οι τρεις κρίσιμες μεταβολές τα χρόνια του μνημονίου ήταν:

- η μείωση των εισοδημάτων κατά μέσο όρο 22.6% μεταξύ 2008 και 2012, που όμως για το σύνολο των μισθών ήταν 27.4% και για τις άλλες πηγές εισοδήματος κυμαίνεται από 20% μέχρι 54%,

- η αύξηση της ανεργίας στο 27%, που κινείται πάντα γύρω στο 26% και

- η φορολογική πολιτική, που λόγω των πρόσθετων φορολογικών επιβαρύνσεων (πρόσθετος φόρος εισοδήματος και περιουσίας, πρόσθετοι Ειδικοί Φόροι Κατανάλωσης) μείωσε το μειωμένο εισόδημα κατά ακόμα 8.3% (κατά μέσο όρο). 

Τα πραγματικά εισοδήματα επηρεάστηκαν μειωτικά κατά 7% ακόμα, λόγω πληθωρισμού στα χρόνια μέχρι το 2012, καθώς μόνο από το 2013 και μετά, ο πληθωρισμός έγινε αρνητικός. Το αθροιστικό μέγεθος της μείωσης φτάνει συνεπώς το 38% περίπου.

Οι δύο μεγάλες κατηγορίες εισοδημάτων (από εργασία και από κεφάλαιο) μειώθηκαν αντίστοιχα κατά 31,9% και 37,7%. Τα εισοδήματα από συντάξεις (που αποτελούν μια ξέχωρη κατηγορία) αυξήθηκαν κατά 12,8%. 

Πέρα από την μείωση των εισοδημάτων, πρέπει πάντως να ληφθούν υπ' όψη και οι σημαντικές απώλειες στην αξία των ακινήτων και των μετοχών, που έπληξαν κυρίως τα μεγάλα, αλλά και σε αρκετό βαθμό και τα μεσαία και χαμηλά εισοδήματα, καθώς και η καταστροφή παραγωγικού κεφαλαίου.

Όπως αναφέρεται, η κρίση και οι πολιτικές προσαρμογής είχαν διαφορετικές επιπτώσεις στις εισοδηματικές πηγές. Η μεγάλη εξάρτηση από μία μόνο πηγή εισοδήματος μέσα στο νοικοκυριό φάνηκε ότι είχε υψηλό ρίσκο σημειώνεται και προστίθεται ότι σε άλλες περιπτώσεις, το κυρίαρχο εισόδημα που χαρακτήριζε ένα νοικοκυριό, υποβιβάστηκε σε δευτερεύον ή και σε μη σημαντικό. Όπως τονίζεται, η σύνταξη σε χιλιάδες νοικοκυριά έγινε κύρια πηγή εισοδήματος.

Σε ό,τι αφορά ειδικότερα τον φόρο ακίνητης περιουσίας, στη μελέτη επισημαίνονται τα εξής:

1) Τα χαμηλά δεκατημόρια (1-5, δηλαδή το εισοδηματικά χαμηλότερο 50% του πληθυσμού) έχουν δυσανάλογα υψηλό μερίδιο περιουσίας σε σχέση με το μερίδιό τους στο συνολικό εισόδημα. Ειδικότερα, το 2012 έχουν το 18% του συνολικού εισοδήματος, αλλά έχουν περίπου το 32% της ακίνητης περιουσίας.

2) Παρά το συγκριτικά υψηλό μερίδιό τους στην περιουσία, τα χαμηλότερα δεκατημόρια (1-3) έχουν συγκριτικά πολύ χαμηλό μέσο συνολικό εισόδημα, που είναι κάτω ή γύρω από την γραμμή φτώχειας.

3) Τα υψηλά εισοδήματα έχουν ταυτόχρονα υψηλό μερίδιο σε κινητά περιουσιακά στοιχεία (μετοχές, καταθέσεις).