Στις 22 Απριλίου η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δια της Επιτρόπου της υπεύθυνης για θέματα ανταγωνισμού κ. Μαργκρέτε Βεστάγκερ απήγγειλε σειρά καταγγελιών κατά της κραταιάς εταιρείας φ. αερίου της Ρωσίας, της Gazprom, για παραβίαση κανόνων λειτουργίας της αγοράς, αθέμιτο ανταγωνισμό και μονοπωλιακές πρακτικές. Για όσους έχουν παρακολουθήσει το διαρκώς επιδεινούμενο κλίμα μεταξύ Ρωσίας και Κομισιόν τα τελευταία χρόνια δεν εξεπλάγησαν και μάλλον περίμεναν το κατηγορητήριο

Στις 22 Απριλίου η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δια της Επιτρόπου της υπεύθυνης για θέματα ανταγωνισμού κ. Μαργκρέτε Βεστάγκερ απήγγειλε σειρά καταγγελιών κατά της κραταιάς εταιρείας φ. αερίου της Ρωσίας, της Gazprom, για παραβίαση κανόνων λειτουργίας της αγοράς, αθέμιτο ανταγωνισμό και μονοπωλιακές πρακτικές. Για όσους έχουν παρακολουθήσει το διαρκώς επιδεινούμενο κλίμα μεταξύ Ρωσίας και Κομισιόν τα τελευταία χρόνια δεν εξεπλάγησαν και μάλλον περίμεναν το κατηγορητήριο. Αυτό που εξέπληξε όμως ήτο η χρονική συγκυρία που επελέγη, δηλ. μια εβδομάδα μετά την εξίσου μεγάλη υπόθεση της Κομισιόν κατά της Google για κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης, και ενώ καταβάλλεται μια εντατική προσπάθεια σε ανώτερο πολιτικό επίπεδο μεταξύ Μόσχας-Βρυξελλών –Βερολίνου και Κιέβου για την εξεύρεση μιας μόνιμης λύσης γύρω από το Ουκρανικό ζήτημα. Κάτι που φαίνεται να είναι εφικτό δεδομένης της υλοποίησης, χωρίς μεγάλα προβλήματα, εκτός από μεμονωμένα επεισόδια, της συμφωνηθείσας εκεχειρίας στο Μινσκ της Λευκορωσίας, το Σεπτέμβριο του 2014.

Δεν πέρασε μια εβδομάδα από την εξαγγελία του Ευρωπαϊκού κατηγορητηρίου κατά της Gazprom και αυτή ανακοίνωσε τα οικονομικά αποτελέσματά της για το Δ’ τρίμηνο αλλά και για όλο το 2014. Παρά την πτώση κατά σχεδόν 50% της τιμής του αργού τους τελευταίους 9 μήνες, πράγμα που επηρέασε άμεσα τις τιμές πώλησης αερίου της Gazprom (αφού αυτές ως γνωστόν συνδέονται άμεσα με αυτή του πετρελαίου λόγω της φόρμουλας oil indexation που ακολουθείται), και την ακόλουθη μείωση της κερδοφορίας της εταιρείας κατά 86%, η καθαρή οικονομική της θέση ενισχύθηκε. Και αυτό χάρη σε αυστηρά μέτρα περιορισμού του λειτουργικού και επενδυτικού κόστους που είχε λάβει εγκαίρως (το β’ εξάμηνο του 2014) η διοίκηση της εταιρείας, αυτή ενισχύθηκε. Και έτσι, παρά την μείωση της κερδοφορίας από 1,1 τρισεκ. ρούβλια το 2013 στα 159 δισεκ. ρούβλια το 2014 ($3,1 δις), που οφείλεται στην ραγδαία πτώση της ισοτιμίας ρουβλίου-δολαρίου (και είχε αρνητική επίπτωση στην αποτίμηση του εξωτερικού χρέους της εταιρείας και σε accounting charges), τα ελεύθερα ταμειακά διαθέσιμα της εταιρείας ( free cash flow) ενισχύθηκαν αισθητά κατά σχεδόν 50% φθάνοντας στα $17,2 δις.. Σε αυτό το πολύ θετικό αποτέλεσμα συνέβαλε η μείωση των επενδυτικών δαπανών ( CAPEX) κατά 24% σε σύγκριση με το 2013, ένα νούμερο που αντιστοιχεί σε $33,2 δις, αλλά και η διατήρηση των εξαγωγών προς Ευρώπη και Ασία (μέσω της μονάδας LNG στην Σαχαλίνη) σε υψηλά επίπεδα. Ένα πολύ ενδιαφέρον στοιχείο, εάν λάβουμε υπόψη τις μειωμένες συνολικές πωλήσεις σε Ρωσία και εξωτερικό κατά 7,8% το 2014, σε σύγκριση μ’ ένα χρόνο νωρίτερα κυρίως λόγω χαμηλότερων παραδόσεων σε Ουκρανία και Ευρώπη, με αυτές να έχουν διαμορφωθεί στα 439,9 BCM.

Όμως παρά την αισθητή μείωση των πωλήσεων και την μεγάλη πτώση της κερδοφορίας της Gazrpom, οι περισσότεροι αναλυτές σε Λονδίνο, Παρίσι και Ν. Υόρκη υπήρξαν θετικοί στην αξιολόγησή τους, καθώς, παρά ένα συνδυασμό αρνητικών παραγόντων, συμπεριλαμβανομένης και της μείωσης κατά 11% μέσο όρο της τιμής πώλησης αερίου προς Ευρωπαίους πελάτες, η εταιρεία κατάφερε να ενισχύσει την καθαρή της θέση και ν’ ανταποκριθεί με επιτυχία στις σοβαρές προκλήσεις της αγοράς. Έτσι αυτοί που έσπευσαν να προδιαγράψουν την αρχή του τέλους μιας από τις μεγαλύτερες εξαγωγικές εταιρείες της Ρωσίας, απογοητεύτηκαν μαζί με το αντι-ρωσικό lobby των Βρυξελλών που επίεζε όλο το τελευταίο διάστημα για το στρίμωγμα της εταιρείας μέσω της προώθησης της υπόθεσης anti- trust. Βέβαια η υπόθεση αυτή, την οποία η εταιρεία πρόκειται να αντικρούσει σθεναρά κάνοντας χρήση όλου του νομικού οπλοστασίου της ΕΕ, δεν είναι άσχετη με την καλλιέργεια ενός εντεινόμενου ψυχρ oπολεμικού κλίματος με στόχο την οικονομική αποδυνάμωση της Ρωσίας, πλήττοντας σε πρώτη φάση τις απευθείας εξαγωγές φ. αερίου προς Ευρωπαϊκές εταιρείες. Παράλληλα, και ως μέρος αυτού του σχεδίου, έχουμε και την με κάθε τρόπο παρεμπόδιση της δημιουργίας εναλλακτικών διαδρομών αγωγών φ. αερίου, όπως είδαμε ξεκάθαρα στην υπόθεση του South Stream, όταν, εκβιαζόμενη από τις Βρυξέλλες, η Βουλγαρική κυβέρνηση διέταξε την παύση των εργασιών κατασκευής του αγωγού και την ταχεία εγκατάλειψη του όλου σχεδίου.

Όπως έγινε γνωστό πριν από λίγες ημέρες από δηλώσεις του Επιτρόπου Ενέργειας , Ισπανού κ. Μιγκέλ Αρίας Κανιέτε, η Κομισιόν επεξεργάζεται ήδη μακροπρόθεσμο σχέδιο για την ευρείας κλίμακας εισαγωγή υγροποιημένου αερίου ( LNG) στην Ευρώπη με παράλληλη διεύρυνση του Νότιου Διαδρόμου και την μαζική μεταφορά φ. αερίου από χώρες της Κασπίας προς την Ευρώπη. Ένα σχέδιο που αγγίζει άμεσα την Ελλάδα αφού σύμφωνα με τον σχεδιασμό της Κομισιόν θα χρειασθεί το ισοδύναμο 6-7 αγωγών δυναμικότητος ΤΑΡ προκειμένου να επιτευχθεί η μεταφορά 140 με 160 BCM κατά έτος. Το όλο εγχείρημα του κ. Κανιέτε, η στενή σχέση του ιδίου και της οικογένειάς του με μεγάλες εταιρείες πετρελαίου και φ. αερίου είναι πολύ γνωστές (βλέπε σχετικό δημοσίευμα energia. gr στις 15/9/2014 περί πώλησης πετρελαϊκών μετοχών Κανιέτε), θα απαιτήσει χρόνο και άριστη προετοιμασία, γι’ αυτό και ο ίδιος εδήλωσε ότι η ‘’όλη στρατηγική και το σχέδιο απεξάρτησης από τις ρωσικές εισαγωγές φ. αερίου θα ανακοινωθεί στις αρχές του 2016’’.

Βέβαια τόσο ο κ. Κανιέτε όσο και οι εγκέφαλοι των Βρυξελλών που επεξεργάζονται παράλληλα τη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης Ενέργειας ( Energy Union) παίρνουν ένα μεγάλο ρίσκο το οποίο, σε περίπτωση αποτυχίας - η οποία και είναι εξαιρετικά πιθανή – το κόστος θα πληρώσουν οι απλοί οικιακοί καταναλωτές, αλλά και εμπορικές και βιομηχανικές επιχειρήσεις. Και οι λόγοι δεν είναι άλλοι παρά (α) η τεράστια μεταβλητότητα που χαρακτηρίζει διαχρονικά τις τιμές LNG το οποίο σημαίνει ότι δεν υπάρχει ουδεμία βεβαιότητα για μείωση τους σε ορίζοντα 5ετίας, και (β) η ύπαρξη περιορισμένων αποθεμάτων φ. αερίου στην λεκάνη της Κασπίας, όπου τα βεβαιωμένα αποθέματα του Αζέρικου τμήματος της Κασπίας φθάνουν μόλις τα 0,9 τρις. κυβ. μέτρα σε σύγκριση με 31,3 τκμ της Ρωσίας και 33,8 τκμ. στο Ιράν.

Οι έχοντες την ευθύνη για την χάραξη της Ευρωπαϊκής ενεργειακής στρατηγικής στις Βρυξέλλες διατείνονται ότι η λύση ως προς την εξεύρεση επαρκών ποσοτήτων φ. αερίου από την Κασπία θα προέλθει από το Τουρκμενιστάν το οποίο πράγματι διαθέτει υψηλά αποθέματα (υπολογίζονται στα 22,7 τκμ). Ευελπιστούν δε ότι θα καταστεί δυνατή η κατασκευή υποθαλάσσιου αγωγού μέσω της Κασπίας ώστε μέρος της παραγωγής του Τουρκμενιστάν να κατευθυνθεί προς την Ευρώπη μέσω Τουρκίας. Βέβαια ξεχνούν ότι το μεγαλύτερο μέρος, άνω το 90% της παραγωγής του Τουρκμενιστάν, είναι δεσμευμένο από την Κίνα και την Ρωσία, οι οποίες εισάγουν 24,4 BCM η πρώτη και 9,9 BCM, η δεύτερη, με την κυβέρνηση του Κουρμπανγκουλί Μπερντιμουχαμέντοφ να παραμένει πιστή σύμμαχος της Μόσχας, υπό την στρατηγική ομπρέλα της οποίας ευρίσκεται, και με την οποία μοιράζεται μεγάλο πλέγμα οικονομικών και στρατηγικών συμφερόντων. Για αυτό θα είναι εξαιρετικά δύσκολο για το Τουρκμενιστάν να σπάσει τους παραδοσιακούς δεσμούς του με την Ρωσία χάριν μιας νέας και αβέβαιης σχέσης με την Ευρώπη. Για αυτό εξάλλου το Τουρκμενιστάν αντιδρά με συνέπεια όλα τα τελευταία χρόνια στις επίμονες προτάσεις της Τουρκίας και του Αζερμπαϊτζάν περί κατασκευής υποθαλάσσιου αγωγού στην Κασπία.

Μπορεί ο Επίτροπος κ. Κανιέτε και ο έτερος Επίτροπος, ο Σλοβένος ομόλογός του κ. Σεφκοβιτς, και πληθώρα άλλων υψηλά ιστάμενων και αδρά αμειβόμενων Ευρωπαίων αξιωματούχων να ονειρεύονται μια ενεργειακά αδέσμευτη Ευρώπη, πλην όμως θα πρέπει να λάβουν υπ’ όψη τις αμείλικτες οικονομικές και γεωπολιτικές αβεβαιότητες που εμπλέκονται στην όλη υπόθεση. Οι μέχρι σήμερα δηλώσεις και ενέργειες τους δείχνουν ότι δεν έχουν συνειδητοποιήσει τους κινδύνους και απειλές που παρουσιάζει σήμερα το εξωτερικό περιβάλλον της ΕΕ, για την αντιμετώπιση των όποιων η αδύνατη στρατιωτικά και πολιτικά Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί να αντιμετωπίσει παρά μόνο εντασσόμενη πλήρως κα άνευ όρων στην Αμερικανική σφαίρα επιρροής. Είναι αυτό άραγε το ζητούμενο από μια δήθεν οικονομικά εύρωστη και πολιτικά ανεξάρτητη Ευρώπη;