Προσωπικά ουδέποτε είχε περάσει από το μυαλό μου ότι η όλη προσπάθεια για την βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας των κτιρίων και οι στόχοι για εξοικονόμηση ενέργειας σε εθνικό επίπεδο θα μπορούσαν να εκληφθούν ως μια καλά κρυμμένη και τεραστίων διαστάσεων καπιταλιστική συνωμοσία με στόχο την αφαίμαξη του εισοδήματος της εργατικής τάξης. Μέχρις ότου διάβασα τις πρόσφατες δηλώσεις του υπουργού ΠΑΠΕΝ κ. Παναγιώτη Λαφαζάνη από την Ρίγα της Λετονίας όπου είχε μεταβεί πρόσφατα συμμετέχοντας στο άτυπο Συμβούλιο Ενέργειας της ΕΕ

Προσωπικά ουδέποτε είχε περάσει από το μυαλό μου ότι η όλη προσπάθεια για την βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας των κτιρίων και οι στόχοι για εξοικονόμηση ενέργειας σε εθνικό επίπεδο θα μπορούσαν να εκληφθούν ως μια καλά κρυμμένη και τεραστίων διαστάσεων καπιταλιστική συνωμοσία με στόχο την αφαίμαξη του εισοδήματος της εργατικής τάξης. Μέχρις ότου διάβασα τις πρόσφατες δηλώσεις του υπουργού ΠΑΠΕΝ κ. Παναγιώτη Λαφαζάνη από την Ρίγα της Λετονίας όπου είχε μεταβεί πρόσφατα συμμετέχοντας στο άτυπο Συμβούλιο Ενέργειας της ΕΕ, ο οποίος μεταξύ άλλων αναφέρθηκε στο υψηλότατο σήμερα ενεργειακό κόστος στην Ελλάδα, και πως αυτό αποτελεί ένα από τα πλέον σημαντικά προβλήματα της οικονομίας μας.

Και ενώ ο υπουργός ΠΑΠΕΝ αναγνωρίζει ότι το υψηλό κόστος της ενέργειας αποτελεί βασικό κοινωνικό πρόβλημα και άρα επείγει η καταπολέμηση της ενεργειακής φτώχειας και της ενεργειακής στέρησης για σημαντικό τμήμα του πληθυσμού, πράγμα που, απαιτεί δραστικές πολιτικές μείωσης του ενεργειακού κόστους, στην συνέχεια εκφράζει σοβαρές επιφυλάξεις για την χρησιμότητα και εφαρμογή μιας πολιτικής με στόχο την βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας. Πιο συγκεκριμένα ο Π.Λαφαζάνης μεταξύ άλλων ανέφερε σε πρόσφατη δήλωση του (16/4) ότι:

"’Η βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης δεν λέει απολύτως τίποτα για πολίτες και νοικοκυριά που στερούνται πλήρως ενεργειακών πόρων αλλά ίσως και για αδύναμες οικονομίες που πιέζονται από την στασιμότητα και την ύφεση και διακατέχονται από χρόνια επενδυτική άπνοια, η οποία δύσκολα υποκαθίσταται από επενδύσεις ενεργειακής απόδοσης.

Γι’ αυτό θα έλεγα ότι τα αιτήματα για βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης θα πρέπει να ειδωθούν και από αυτή τη σκοπιά. Ως πολιτικές που θα είναι ενταγμένες στην συνολική προσπάθεια για την ανάπτυξη των ασθενέστερων οικονομιών και στην εξοικονόμηση πόρων που θα κατευθυνθούν στην αντιμετώπιση του κοινωνικού προβλήματος της ενεργειακής ανέχειας.

Θα πρόσθετα επίσης ότι η χρηματοδότηση αυτών των πολιτικών για την βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης συνιστά το μέγα θέμα, ιδιαίτερα για τις πιο αδύναμες οικονομικά χώρες και χώρες με σοβαρά δημοσιονομικά προβλήματα, ενώ ερώτημα παραμένει για τις ίδιες αυτές χώρες οι αναπτυξιακές προτεραιότητες που θα πρέπει να ακολουθήσουν.

Θα ήθελα με την ευκαιρία να επισημάνω επίσης ότι οι πολιτικές ενεργειακής απόδοσης μπορεί να καταγράφονται με ευκολία σε επίπεδο οδηγιών και κανόνων της ΕΕ, αλλά είναι δύσκολο να εφαρμοσθούν αποτελεσματικά στην πράξη γιατί έχουν μεγάλο σχετικά κόστος και απαιτούν σημαντικές επενδύσεις. Πολύ περισσότερο που πολλές από τις ιδιαίτερα αποτελεσματικές τεχνολογίες ενεργειακής απόδοσης έχουν βαρύ οικονομικό κόστος και χρειάζονται κίνητρα, τα οποία πρέπει να δοθούν, προκειμένου να ωριμάσει η εφαρμογή τους..."

Παρέλκει να εντρυφήσουμε περαιτέρω στις δηλώσεις του Π. Λαφαζάνη, τις οποίες αναπαρήγαμε verbatim ώστε να μην υπάρξει η παραμικρή αμφιβολία για τα λεγόμενα. Καθίσταται πλέον απόλυτα σαφές ότι σε αντίθεση με την προηγούμενη κυβέρνηση αλλά και τις προτεραιότητες που έχει θέσει η Ε.Ένωση, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ υποβιβάζει πλήρως την σημασία της ενεργειακής αποδοτικότητας διαφοροποιούμενη ακόμη και σε αυτόν τον τομέα από το Ευρωπαϊκό ενεργειακό πλαίσιο . Ο δε κ. Υπουργός, υπό το έωλο επιχείρημα ότι το κόστος για επεμβάσεις στα κτίρια για εξοικονόμηση ενέργειας είναι ιδιαίτερα υψηλό, θεωρεί ότι η στόχευση και οι πρακτικές για την βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας αφορά μόνο ένα μικρό τμήμα του πληθυσμού και αυτό αποκλειστικά στις πλούσιες χώρες της Ευρώπης οι οποίες μόνον αυτές μπορούν δήθεν να διαθέτουν χρήματα για τον ενεργειακό εξωραϊσμό των κτιρίων. Προφανώς, ο κ. υπουργός θεωρεί ότι για την Ελλάδα, και άλλες πτωχές χώρες, το θέμα της ενεργειακής αποδοτικότητας είναι πολυτέλεια και άρα θα πρέπει να σταματήσουμε να ασχολούμεθα με αυτό αφού για όλα τα κακά ευθύνεται το υψηλό ενεργειακό κόστος. Ξεχνώντας σκόπιμα ν’ αναφέρει ότι το υψηλό ενεργειακό κόστος αποτελεί σοβαρό κίνητρο για εξοικονόμηση ενέργειας και αυτό το κριτήριο αποτελεί μέρος της Ευρωπαϊκής στρατηγικής. Με τις τιμές των ενεργειακών προϊόντων - ήτοι πετρέλαιο, φυσικό αέριο, ηλεκτρισμό - να ρυθμίζονται από την αγορά και όχι μέσα από αγορανομικές διατάξεις.

Έτσι με πρόσχημα την ενεργειακή ανέχεια και το υψηλό κόστος για την εφαρμογή προγραμμάτων και εφαρμογών ενεργειακής αποδοτικότητας, που όμως έχει την δυνατότητα εξοικονόμησης για τη χώρα μερικών δισεκατομμυρίων ευρώ ετησίως από την μείωση εισαγωγής καυσίμων, ο Π. Λαφαζάνης απορρίπτει συλλήβδην την μέχρι σήμερα προσπάθεια και επιτελεσθείσα πρόοδο, μέσω σειράς χρηματοδοτικών προγραμμάτων από της ΕΕ με κυριότερο το ‘’Εξοικονομώ κατ’ Οίκον ‘’. Όπως εξάλλου προκύπτει από την αξιολόγηση των εν λόγω προγραμμάτων που πραγματοποίησε το ΙΕΝΕ για λογαριασμό του ΥΠΕΚΑ (βλέπε ‘’ Greeces Experience in Using EU Structural Funds for Improving the Energy Performance of Buildings’ , IENE Working Paper No.21, Ιανουάριος 2015) κατά την διάρκεια των τελευταίων πέντε ετών (2009-2014) απορροφήθηκαν συνολικά 486 εκατ. ευρώ , από τα Ευρωπαϊκά Διαρθρωτικά Ταμεία τα οποία επενδύθηκαν σε εργασίες βελτίωσης της ενεργειακής αποδοτικότητας, κυρίως στο οικιακό τομέα, με 130.000 πετυχημένες εφαρμογές ενώ πολλές χιλιάδες αιτήσεις έχουν υποβληθεί από ιδιοκτήτες κατοικιών για οικονομική ενίσχυση μέσω των άνω προγραμμάτων.

Όμως από ότι φαίνεται οι εν λόγω ιδιοκτήτες θα περιμένουν για πολύ ακόμα αφού όπως προκύπτει από την εκφρασθείσα νέα αλλοπρόσαλλη πολιτική της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ δεν πρόκειται να δοθεί συνέχεια στα χρηματοδοτούμενα από την ΕΕ προγράμματα εξοικονόμησης ενέργειας (αν και υπάρχουν διαθέσιμα για εκταμίευση κονδύλια), παρά την πραγματικά μεγάλη επιτυχία που σημείωσαν επί σειρά ετών, και που αναμφίβολα συνέβαλαν σε μεγάλο βαθμό στην διαφύλαξη μιας έστω περιορισμένης οικοδομικής δραστηριότητας. Με την οικοδομή, ως γνωστόν ν’ αποτελεί σημαντικό γρανάζι της οικονομίας της χώρας. Οι εργασίες εξοικονόμησης ενέργειας σε χιλιάδες κατοικίες προσέφεραν εργασία στην εγχώρια βιομηχανία οικοδομικών υλικών, σε τεχνίτες αλλά και σε μηχανικούς που έχουν πιστοποιηθεί ως ενεργειακοί επιθεωρητές. Άραγε αυτή η παράμετρος της δημιουργίας ζήτησης για υλικά και υπηρεσίες δεν μετράει στους "πολυεπίπεδους, πολυδιάστατους,  εθνικά ανεξάρτητους", αλλά απόλυτα ιδεοληπτικά διαβρωμένους σχεδιασμούς του Υπουργείου;