Εζησε η Ευρώπη καλύτερες εποχές. Οταν οι διαπραγματευόμενοι είχαν πραγματική ισχύ επί των οντοτήτων που εκπροσωπούσαν και φυσικά δεν ήσαν φορείς μιας «λαϊκής εντολής» ή κάτι ασαφές αντίστοιχο. Είχαν την εποχή εκείνη οι ηγέτες και χρόνο στη διάθεσή τους· και όταν κατά τις συζητήσεις διαπιστωνόταν αδιέξοδο, οργάνωναν χοροεσπερίδες και μυστικώς διαβουλεύονταν και εκ συστήματος συνωμοτούσαν. Αυτά όμως πριν από δύο αιώνες, στη Βιέννη λόγου χάρη
Εζησε η Ευρώπη καλύτερες εποχές. Οταν οι διαπραγματευόμενοι είχαν πραγματική ισχύ επί των οντοτήτων που εκπροσωπούσαν και φυσικά δεν ήσαν φορείς μιας «λαϊκής εντολής» ή κάτι ασαφές αντίστοιχο. Είχαν την εποχή εκείνη οι ηγέτες και χρόνο στη διάθεσή τους· και όταν κατά τις συζητήσεις διαπιστωνόταν αδιέξοδο, οργάνωναν χοροεσπερίδες και μυστικώς διαβουλεύονταν και εκ συστήματος συνωμοτούσαν. Αυτά όμως πριν από δύο αιώνες, στη Βιέννη λόγου χάρη.

Η εικόνα ήταν βέβαια τελείως διαφορετική την περασμένη Πέμπτη, όταν οι σύγχρονοι ηγέτες της Ευρώπης, φορείς διαφορετικής «λαϊκής εντολής» κάθε ένας από αυτούς, άρχισαν λίγο πριν από τα μεσάνυχτα να συζητούν δύσθυμοι και εξουθενωμένοι από τον κάματο της ημέρας την ελληνική τραγωδία.

Το αποτέλεσμα της μαραθώνιας συναντήσεως ήταν η επιβεβαίωση της διαδικασίας, που είχε συμφωνηθεί πριν από ένα μήνα στο επίπεδο του Eurogroup, και ο θρίαμβος μιας τεχνοκρατικής διαχειρίσεως της οικονομικής κρίσεως επί της πολιτικής. Ενίκησαν οι πάντες προσωρινώς βεβαίως, έως την εκδήλωση της επομένης κρίσεως, οπότε θα επαναληφθούν τα ίδια. Αυτή είναι η Ευρώπη σήμερα.

Σύστημα στερούμενο εκ των πραγμάτων ευελιξίας και φαντασίας είναι η Ευρωπαϊκή Ενωση. Εθνικά κράτη διαφορετικών ιστορικών, γλωσσικών και πολιτιστικών καταβολών δεν ήταν δυνατόν να λειτουργήσουν εναρμονισμένα παρά μόνον αμβλύνοντας –μέχρις εξαφανίσεως– τα βασικά χαρακτηριστικά της ιδιοσυστασίας τους. Εξ ου και η κυρίαρχη τάση είναι η ομογενοποίηση ατόμων, αντιλήψεων και εθνών.

Πολύ περισσότερο η ανάγκη πλήρους εναρμονίσεως πολιτικών και συμπεριφορών ισχύει για τα κράτη της Ευρωζώνης και εκφράζεται με την εμμονή στην τήρηση κανόνων, στην άρνηση εισαγωγής «πολιτικών» παραμέτρων για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσεως, που τείνει να μετατραπεί σε κρίση ευρύτατα πολιτική.

Αντίθετα προς τα ευρωπαϊκώς ισχύοντα, η Ελλάς είναι η χώρα όπου κυριαρχεί όχι απλώς η φαντασία αλλά η φαντασίωση. Εχει μία γοητεία, κάτι ποιητικό και ανατολικό αυτή η τάση. Αναδεικνύει τον αυτοδημιούργητο, από το περιθώριο της οικονομικής δραστηριότητος, σε μεγιστάνα μέσα σε λίγες δεκαετίες. Εξυπακούεται, βεβαίως, ότι η διαδικασία έχει χαρακτηριστικά μιας ανορθόδοξης πολιτικής και οικονομικής συμπεριφοράς. Ούτως ή άλλως, φαινόμενο παρόμοιο δεν εντοπίζεται σε αυτή την έκταση σε άλλη χώρα της Ευρώπης.

Ενδιαφέρον, πάντως, είναι ότι για περισσότερο από εκατόν ογδόντα χρόνια επιχειρείται ο εξευρωπαϊσμός του ελληνικού ανεξαρτήτου κράτους, δίχως επιτυχία. Επί τριάντα πέντε χρόνια δεν επετεύχθη ο εναρμονισμός με τα ισχύοντα στην Ε.Ε. και στη συνέχεια στην Ευρωζώνη. Οι αιτίες εντοπίζονται στη φύση των Ελλήνων, αλλά επί της ουσίας πρόκειται για αποτυχία της ελίτ, που υποκρίνεται ότι ανήκει εις την Δύση ενώ επί της ουσίας είναι κακέκτυπο των λεβαντίνων μιας άλλης εποχής.

Ενώ αυτά συμβαίνουν, οι μεν εταίροι μας προσποιούνται ενότητα αρραγή, παρά το γεγονός ότι η πολιτική τάξη πραγμάτων απειλείται με τη διόγκωση των τάσεων ευρωσκεπτικισμού και τη νοσταλγική αναπόληση μιας εθνικής κυριαρχίας, που έχει απολεσθεί.

Στη χώρα μας απλώς επιδιδόμαστε σε ασκήσεις επαναστατικής ανατροπής, αλλά εντός πλαισίου σταθερότητος του ευρωπαϊκού συστήματος. Κατά συνέπεια θα συζητούμε ατέρμονα, και θα προσαρμοζόμαστε οδυνηρά και αδέξια, πάντα ως μέλη όμως λέσχης περίοπτης και ευγενούς.

(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 22/03/2015)