Ολοένα και πληθαίνουν τα δημοσιεύματα που αναφέρονται στην επερχόμενη ενεργειακή ανεξαρτησία των ΗΠΑ και πώς αυτή θα επιφέρει, εάν δεν το έχει ήδη πράξει, ουσιώδεις αλλαγές στον διεθνή προσανατολισμό της υπερδύναμης. Δεν είναι λίγοι οι αναλυτές οι οποίοι αποδίδουν την έλλειψη ενδιαφέροντος της Ουάσινκτον για τα τεκταινόμενα στην Μέση Ανατολή και Βόρειο Αφρική στο γεγονός ότι ολοένα και λιγότερο οι Ηνωμένες Πολιτείες εξαρτώνται από εισαγόμενα καύσιμα. Και μπορεί σε ότι αφορά το Φυσικό Αέριο πράγματι οι ΗΠΑ, με την συμβολή του Καναδά, να παρουσιάζουν αυτή την στιγμή ένα πλεόνασμα στην παραγωγή του αερίου. Όμως αυτό δεν ισχύει καθόλου στην περίπτωση του αργού πετρελαίου και των προιόντων του, όπου οι ΗΠΑ παραμένουν, και θα εξακολουθήσουν για αρκετά χρόνια ακόμη να είναι ελλειμματικές και άρα να εξαρτώνται σ’ένα μεγάλο βαθμό από εισαγωγές.

Ολοένα και πληθαίνουν τα δημοσιεύματα που αναφέρονται στην επερχόμενη ενεργειακή ανεξαρτησία των ΗΠΑ και πώς αυτή θα επιφέρει, εάν δεν το έχει ήδη πράξει, ουσιώδεις αλλαγές στον διεθνή προσανατολισμό της υπερδύναμης. Δεν είναι λίγοι οι αναλυτές οι οποίοι αποδίδουν την έλλειψη ενδιαφέροντος της Ουάσινκτον για τα τεκταινόμενα στην Μέση Ανατολή και Βόρειο Αφρική στο γεγονός ότι ολοένα και λιγότερο οι Ηνωμένες Πολιτείες εξαρτώνται από εισαγόμενα καύσιμα. Και μπορεί σε ότι αφορά το Φυσικό Αέριο πράγματι οι ΗΠΑ, με την συμβολή του Καναδά, να παρουσιάζουν αυτή την στιγμή ένα πλεόνασμα στην παραγωγή του αερίου. Όμως αυτό δεν ισχύει καθόλου στην περίπτωση του αργού πετρελαίου και των προιόντων του, όπου οι ΗΠΑ παραμένουν, και θα εξακολουθήσουν για αρκετά χρόνια ακόμη να είναι ελλειμματικές και άρα να εξαρτώνται σ’ένα μεγάλο βαθμό από εισαγωγές.

Τα νούμερα μιλούν από μόνα τους αφού σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα στοιχεία από το BP Statistical Review του Ιουνίου 2014, το 2013 οι πολιτείες των ΗΠΑ κατανάλωσαν συνολικά 18.9 εκατ.βαρέλια πετρέλαιο την ημέρα ,σημειώνοντας μία αύξηση 2.0% σε σύγκριση με το 2012, και που αντιστοιχεί στο 19.9% της παγκόσμιας κατανάλωσης. Βάσει δε της πληροφόρησης από τον πάντα έγκυρο Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας (ΙΕΑ) που εδρεύει στο Παρίσι, παρά την πρόσκαιρη αυτή αύξηση της ζήτησης τον περασμένο χρόνο στις ΗΠΑ, οι εκτιμήσεις είναι ότι αυτή κατά τα επόμενα πέντε χρόνια, ιδίως για τις βενζίνες ( gasoline) που χρησιμοποιείται στις χερσαίες μεταφορές, θα βαίνει διαρκώς μειούμενη κατά 1.1% κατ’έτος καθώς θα βελτιώνεται η απόδοση των μηχανών των πάσοις φύσεως αυτοκινήτων. Το ΙΕΑ, στο Mid Term Oil Market Report που εκδόθηκε πολύ πρόσφατα, προβλέπει επίσης ότι η συνολική ζήτηση στις ΗΠΑ το 2019 θα διαμορφωθεί στα 18.6 εκ. βαρ. την ημέρα.

Στο δε μέτωπο της παραγωγής οι εξελίξεις στις ΗΠΑ έχουν υπάρξει υπέρ το δέοντος θετικές αφού αυτή έχει αυξηθεί εντυπωσιακά τα τελευταία εξ (6) χρόνια. Μόνο κατά το διάστημα 2008-2013 από 6.8 εκατ. βαρέλια την ημέρα παραγωγή αυτή έφθασε τα 10.0 εκατ.βαρέλια, δηλαδή μια αύξηση 32%. Η τεράστια αυτή αύξηση της παραγωγής μέσα σε λίγα μόνο χρόνια οφείλεται σε πολύ μεγάλο βαθμό στην αξιοποίηση των μη συμβατικών κοιτασμάτων, γνωστά ως tight oil,που απαντώνται συνήθως στις παρυφές μεγαλύτερων κοιτασμάτων και όπως και το φυσικό αέριο απαιτούν ιδιαίτερες τεχνικές για την εξόρυξη τους. Μόνο οι περιοχές Bakken και Eagle Ford στο Τέξας συνέβαλλαν πέρυσι με παραγωγή 1.1 εκατ. βαρέλια την ημέρα. Ένας ακόμη καθοριστικός παράγοντας στην αύξηση της συνολικής παραγωγής των ΗΠΑ είναι τα λεγόμενα υγρά κατάλοιπα, τα γνωστά condensates η NGLs, τα οποία από 1.0 εκατ.βαρέλια την ημέρα που προσφέρουν σήμερα εκτιμάται από το ΙΕΑ ότι θα φθάσουν στα 3.6 εκατ. βαρ. την ημέρα το 2019.

¨Όμως τα 10.0 εκατ.βαρέλια την ημέρα που παράγουν σήμερα συνολικά οι ΗΠΑ υπολείπονται σχεδόν κατά 50% από τα 19.0 εκατ. βαρέλια που είναι η συνολική ζήτηση της χώρας. Έχει ενδιαφέρον η πρόβλεψη του ΙΕΑ για το 2019 οπότε υπολογίζει ότι η συνολική παραγωγή θα έχει φθάσει τα 13.1 εκατ. βαρέλια την ημέρα με την ζήτηση να έχει μειωθεί οριακά μόνο στα 18.6 εκατ. βαρ. την ημέρα. Αρα όπως διαπιστώνεται από τα ανωτέρω νούμερα οι ΗΠΑ θα εξακολουθήσουν για αρκετά χρόνια ακόμη να είναι ελλειματικές ως προς τις πετρελαικές τους ανάγκες και ως εκ τούτου θα εξαρτώνται από εισαγωγές, κυρίως από την Μ.Ανατολή και από Νότιο Αμερική, για τουλάχιστον 5.0 με 6.0 εκατ. βαρ. την ημέρα, ένα αρκετά υψηλό νούμερο, που αναλογεί στο 30% της συνολικής ζήτησης.

Μία ενδιαφέρουσα αλλά συγχρόνως παραπλανητική εξέλιξη αναφορικά με τις δυνατότητες εξαγωγών Αμερικανικού πετρελαίου, που τόσο πολύ έχουν διαφημισθεί τελευταία, ήτο η άδεια που δόθηκε πρόσφατα από το DOE για την εξαγωγή δύο φορτίων 400,000 βαρελιών το καθένα σε διυλιστήρια στην Σιγκαπούρη και Κίνα. Αυτή ήταν η πρώτη φορά από τα μέσα της δεκαετίας του 1970 που επιχειρήθηκαν εξαγωγές αργού, οπότε λόγω της τότε ενεργειακής κρίσης η κυβέρνηση των ΗΠΑ ,επί προεδρίας Ford, είχε απαγορεύσει πλήρως κάθε εξαγωγή αργού πετρελαίου και προιόντων. Σήμερα μετά από μία νέα ερμηνεία του νόμου και των σχετικών διατάξεων από το υπουργείο ενέργειας των ΗΠΑ, το γνωστό DOE,αλλά και από το Department of Trade, όπου και εδρεύει το Industry and Security Unit, και με την Αμερική να μην απειλείται από ένα ενδεχόμενο embargo από τις πετρελαιοπαραγωγικές χώρες της Μέσης Ανατολής, εκρίθη ότι δεν απειλείτο η εθνική ασφάλεια από μεμονωμένες εξαγωγές. 

Η νέα αυτή ερμηνεία επιτρέπει να εξαχθεί αργό πετρέλαιο το οποίο όμως πρέπει να χαρακτηρισθεί ως πετρελαικό προιόν,(η εξαγωγή των οποίων σε περιορισμένες ποσότητες επιτρέπεται) αφού προηγουμένως υποστεί μία στοιχειώδη επεξεργασία στο σημείο παραγωγής, κάτι που όμως γίνεται ήδη στις περισσότερες περιπτώσεις. Παράγοντες της Αμερικανικής αγοράς πετρελαίου εκτιμούν ότι με τις εξαγωγές των δύο αυτών πρώτων φορτίων από τις εταιρείες Enterprise Product Partners LP του Χιούστον και την Pioneer Natural Resources Co. τον Ιούλιο, ουσιαστικά άνοιξε ο δρόμος για μεγαλύτερες εξαγωγές από εδώ και στο εξής που όμως δεν αναμένεται να ξεπεράσουν τις 800,000 βαρέλια την ημέρα. Να σημειώσουμε ότι το προς εξαγωγή πετρέλαιο προέρχεται σχεδόν αποκλειστικά από τα νέα κοιτάσματα που παράγουν πολύ ελαφρύ αργό που όμως δεν είναι ιδιαίτερα αποδεκτό από τα Αμερικανικά διυλιστήρια του Κόλπου του Μεξικού τα οποία είναι προσαρμοσμένα να επεξεργάζονται ποιο βαρειές ποικιλίες. Έτσι καθώς θα αυξάνεται η παραγωγή των ΗΠΑ μέσα στα επόμενα χρόνια θα δούμε ένα μικρό μέρος αυτής να διοχετεύεται στην διεθνή αγορά λόγω των ιδιαιτεροτήτων του εγχώριου συστήματος μεταφοράς και διύλισης και όχι λόγω υπερπαραγωγής.

Στον τομέα του Φυσικού Αερίου τα πράγματα είναι αρκετά διαφορετικά αφού το 2013 οι Ηνωμένες Πολιτείες κατανάλωσαν 737.2 Δισεκ Κυβικά Μέτρα ( BCMs) αερίου με αντίστοιχη παραγωγή στα 687.6 BCMs, η οποία σημειωτέον είναι αρκετά υψηλότερη από αυτήν της Ρωσίας η οποία παρήγαγε 604.8 BCMs αλλά είχε πολύ χαμηλότερη κατανάλωση, πράγμα που τις επιτρέπει να έχει τόσο υψηλές εξαγωγές. Όμως με τούς ρυθμούς αύξησης της παραγωγής αερίου στις ΗΠΑ να τρέχουν με 3.0% τον χρόνο εκτιμάται ότι σε περίπου τρία χρόνια θα έχουν ξεπεράσει την κατανάλωση και άρα θα ενισχύσουν περαιτέρω τις τάσεις και σοβαρές πιέσεις της βιομηχανίας για εξαγωγές, σε μορφή υγροποιημένου αερίου, δηλ. LNG. Ήδη το DOE έχει αδειοδοτήσει μία μονάδα που ήδη κατασκευάζεται από την εταιρεία Cheniere Energy στο Sabine Pass στην Λουισιάνα, η οποία θα έχει μια παραγωγική δυνατότητα 35 BCMs τον χρόνο όταν θα έχει ολοκληρωθεί και το τρίτο train το 2018. Πάντως η μονάδα μ’ένα train μόνο είναι προγραμματισμένη να ξεκινήσει την λειτουργία της το τελευταίο τρίμηνο του 2015. Αυτή την στιγμή από 31 εταιρείες που έχουν καταθέσει αιτήσεις στο DOE ζητώντας άδειες για την κατασκευή εξαγωγικών τέρμιναλς LNG ( δηλ. liquefaction plants) μόνο 6 έχουν εγκριθεί. Έχει υπολογισθεί ότι εάν κατασκευασθούν και τα εξ αυτά τέρμιναλς η συνολική παραγωγή LNG θα φθάσει τα 95 BCMs τον χρόνο καθιστώντας έτσι τις ΗΠΑ έναν υπολογίσιμο παράγοντα στο παγκόσμιο χάρτη παραγωγής και εμπορίας φυσικού αερίου.

Βάσει των ανωτέρω πληροφοριών και στοιχείων καθίσταται εμφανές ότι οι ΗΠΑ απο εδώ και στο εξής θα αρχίσουν πάλι να διαδραματίζουν έναν σημαίνοντα ρόλο στην ενεργειακή τροφοδοσία της διεθνούς αγοράς υδρογονανθράκων. Μπορεί οι ΗΠΑ να μην αποκτήσουν ποτέ ξανά την πρωτοκαθεδρία στο παγκόσμιο πετρελαικό στερέωμα, όπως την είχαν από το 1880 μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του 1970, όμως η επιστροφή τους ως ηγέτιδα δύναμη θα πρέπει να μελετηθεί και αξιολογηθεί σε συνάρτηση με την πρωτοπορία τους στον τομέα της τεχνολογίας ο οποίος και δεν είναι καθόλου άσχετος με αυτόν των υδρογονανθράκων.