Για Κίνδυνο Εκτροχιασμού της Παγκόσμιας Οικονομίας με Αρνητικές Επιπτώσεις για την Ενεργειακή Αγορά, Λόγω Κυρώσεων, Προειδοποιεί ο Ο.Ο.Σ.Α.

Για Κίνδυνο Εκτροχιασμού της Παγκόσμιας Οικονομίας με Αρνητικές Επιπτώσεις για την Ενεργειακή Αγορά, Λόγω Κυρώσεων, Προειδοποιεί ο Ο.Ο.Σ.Α.
του Κ.Ν. Σταμπολή
Πεμ, 19 Απριλίου 2018 - 07:59
Οι πολύ πρόσφατες οικονομικές κυρώσεις των ΗΠΑ κατά της Ρωσίας και ο εντεινόμενος Αμερικανό-Κινεζικός εμπορικός πόλεμος συνιστούν σοβαρό κίνδυνο για την παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη αλλά και την επανάκαμψη της πετρελαϊκής αγοράς, τονίζουν μεταξύ άλλων κορυφαίοι οικονομολόγοι του Ο.Ο.Σ.Α με αφορμή την έκδοση της τελευταίας Έκθεσης του οργανισμού για την παγκόσμια οικονομία (Economic Outlook 2016)

Οι πολύ πρόσφατες οικονομικές κυρώσεις των ΗΠΑ κατά της Ρωσίας και ο εντεινόμενος Αμερικανό-Κινεζικός εμπορικός πόλεμος συνιστούν σοβαρό κίνδυνο για την παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη αλλά και την επανάκαμψη της πετρελαϊκής αγοράς, τονίζουν μεταξύ άλλων κορυφαίοι οικονομολόγοι του Ο.Ο.Σ.Α με αφορμή την έκδοση της τελευταίας Έκθεσης του οργανισμού για την παγκόσμια οικονομία (Economic Outlook 2016).

Σήμερα, δηλ. το 2018, σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα στοιχεία του ΟΟΣΑ, ο ρυθμός ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας τρέχει με ρυθμό 3.9%, ενώ και για το 2019 η εκτίμηση είναι ότι αυτή θα εξακολουθήσει να αναπτύσσεται με τον ίδιο ρυθμό. Θα πρέπει δε να σημειωθεί ότι αυτοί, για τους περισσότερους οικονομολόγους, θεωρούνται ιδιαίτερα ικανοποιητικοί ρυθμοί, σε σύγκριση με τους αναπτυξιακούς δείκτες στις αρχές της τρέχουσας δεκαετίας, πιστοποιώντας την συντελεσθείσα παγκόσμια οικονομική ανάκαμψη. Το στοιχείο αυτό έχει εξάλλου μεγάλη σημασία και για την πετρελαϊκή ζήτηση, όπως επισημαίνει η πλέον πρόσφατη μηνιαία έκθεση του IEA, αφού θεωρείται μια από τις βασικές αιτίες, μαζί με τον έλεγχο της παραγωγής (από OPEC και Ρωσία) για την επανάκαμψη των τιμών του αργού πετρελαίου, η τιμή οποίου, τις τελευταίες εβδομάδες, κινείται πλέον σταθερά στην περιοχή των $70 + το βαρέλι για την ποικιλία Brent, που είναι το διεθνές benchmark.


Η ζήτηση πετρελαίου σε όλο τον κόσμο και στις χώρες του ΟΟΣΑ (πηγή: ΙΕΑ)


Ο εμπορικός πόλεμος κατά της Κίνας που εκήρυξε ο πρόεδρος Donald Trump, όταν στις 3 Απριλίου η κυβέρνηση των ΗΠΑ επέβαλε 25% εισαγωγικούς δασμούς σε 1,300 Κινεζικά προϊόντα και τα Κινεζικά αντίμετρα που ακολούθησαν ένα 24ωρο αργότερα, όπου στοχοποιήθηκαν εισαγωγές για 106 κατηγορίες Αμερικανικών προϊόντων, είχαν ως άμεσο αποτέλεσμα να πληγούν οι αξίες μετοχών και ομολόγων στα διεθνή χρηματιστήρια ,ενώ αρνητικά κινήθηκαν και οι τιμές του αργού για την περίοδο που ακολούθησε, με αυτές να ανακάμπτουν λίγο μετά το Ορθόδοξο Πάσχα εν όψει των επανεμφανισθέντων γεωπολιτικών κινδύνων (βλ. εδώ) Σύμφωνα με το σκεπτικό της Αμερικανικής κυβέρνησης για την επιβολή των ασυνήθιστα υψηλών εισαγωγικών δασμών σε Κινεζικά προϊόντα, η Κίνα κατά παρέκκλιση των κανόνων και της πρακτικής του ΠΟΕ έχει κατακλύσει την Αμερικανική αγορά με φθηνά προϊόντα, κυρίως ηλεκτρονικά, με αποτέλεσμα να έχει δημιουργηθεί ένα τεράστιο εμπορικό έλλειμμα εις βάρος των ΗΠΑ, οι ποιες εισήγαγαν (το 2017) Κινεζικά προϊόντα αξίας $ 506 δισεκ. έναντι Αμερικανικών εξαγωγών μόλις $130 δισεκ. Σύμφωνα με αναλυτές, απώτερος στόχος της κυβέρνησης Trump είναι μια συνολική διαπραγμάτευση για τον επανακαθορισμό της συνολικής εμπορικής σχέσης μεταξύ των δυο χωρών. Εν τω μεταξύ, οι ΗΠΑ, σε συνεννόηση με το Ηνωμένο Βασίλειο, προχώρησαν στη στοχοποίηση Κινεζικών εταιρειών, με αιχμή του δόρατος τον Κινεζικό όμιλο ZTE, απαγορεύοντας τους την εξαγορά Αμερικανικών και Βρετανικών τεχνολογικών εταιρειών και σχετικού know how.

Ως να μη έφθανε ο εμπορικός πόλεμος με την Κίνα, τρεις ημέρες αργότερα, στις 6 Απριλίου, η κυβέρνηση Trump εξαπέλυσε ένα νέο κύμα κυρώσεων κατά της Ρωσίας στοχοποιώντας 24 συγκεκριμένα άτομα μεταξύ των οποίων τρεις γνωστούς ολιγάρχες ( Oleg Deripaska, Victor Vekselberg,Suleiman Karimov) αλλά και 14 εταιρείες μεταξύ των οποίων και την United Company Rusal, έναν βιομηχανικό κολοσσό με 170.000 εργαζόμενους, και από τους βασικούς παραγωγούς αλουμινίου σε παγκοσμίως. Οι επιπτώσεις ήσαν άμεσες και πολύ οδυνηρές για την Ρωσική αγορά αλλά και για πολλούς Δυτικούς επενδυτές, αφού βάσει των μέτρων αυτοί θα έπρεπε μέχρι τις 7 Μαΐου να εκποιήσουν ότι αξίες κατέχουν σε Ρωσικές εταιρείες, σε διαφορετική περίπτωση κινδυνεύουν να αποκοπούν πλήρως από δοσοληψίες τους με Αμερικανικές εταιρείες και με την επιβολή υψηλών οικονομικών προστίμων. Πέρα από την κατακρήμνιση του Χρηματιστηρίου στην Μόσχα (- 8.3 % στις 6/4) και την υποτίμηση του ρουβλίου, η ίδια η Rusal κινδύνευσε με χρεωκοπία, αφού οι μετοχές της στο Χρηματιστήριο του Λονδίνου σημείωσαν πτώση κατά 56% μέσα σε μόνο τρεις ημέρες και σταμάτησε η αποθήκευση αλουμινίου παραγωγής Rusal στο London Metal Exchange.

Τελικά, χρειάσθηκε η παρέμβαση της Ρωσικής κυβέρνησης, μέσω κρατικών τραπεζών, οι οποίες και προσέφεραν προσωρινά την απαραίτητη ρευστότητα στην εταιρεία προκειμένου να συνεχίσει την λειτουργία της. Παρά το γεγονός ότι τα θεμελιώδη της Ρωσικής οικονομίας παραμένουν ισχυρά, με Ρώσους αξιωματούχους, συμπεριλαμβανομένου και του υπουργού εξωτερικών Sergei Lavrov, να δηλώνουν ότι η χώρα θα ανταπεξέλθει επιτυχώς και τον παρόντα γύρο κυρώσεων, όπως ακριβώς έγινε και με τις κυρώσεις που είχαν επιβληθεί το 2014 με αφορμή την προσάρτηση της Κριμαίας, ωστόσο εκφράζονται σοβαροί φόβοι από αρκετούς αναλυτές ότι ευρισκόμεθα μόνο στην αρχή μιας οργανωμένης Αμερικανικής επίθεσης που σκοπό έχει να γονατίσει την Ρωσική οικονομία, με τον επόμενο στόχο την Ρωσική παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου. Εδώ τα πράγματα αρχίζουν και περιπλέκονται αφού μια νέα σειρά κυρώσεων με επίκεντρο τον πετρελαϊκό τομέα δεν θα πλήξει μόνο Ρωσικές εταιρείες αλλά και πολλές Ευρωπαϊκές και μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την ενεργειακή προμήθεια πολλών χωρών στην ευρύτερη περιοχή.

Η παραγωγή πετρελαίου της Ρωσίας 2015-2018 (πηγή: ΙΕΑ)

Εν όψει των ανωτέρω ανωμαλιών στο παγκόσμιο οικονομικό και εμπορικό σύστημα είναι απόλυτα δικαιολογημένη η ανησυχία του ΟΟΣΑ, ο οποίος, μεταξύ άλλων, προβλέπει μια καθαρή αύξηση κατά 10% του κόστους του παγκόσμιου εμπορίου, έναντι όλων των εταίρων και όλων των αγαθών. Παράλληλα, ο ανωτέρω οργανισμός εκτιμά ότι θα υπάρξουν αρνητικές επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη σε επίπεδο -1.4%, ενώ και ο όγκος του παγκόσμιου εμπορίου θα πληγεί αρνητικά κατά -6·0%. Αλλά και η ίδια η Αμερική θα υποφέρει από έναν νέο οικονομικό -εμπορικό πόλεμο αφού, σύμφωνα με τον επικεφαλής Οικονομολόγο του ΔΝΤ, Maurice Obstfeld, σε πρόσφατη εργασία του με τον τίτλο "Tariffs do More Harm than Good at Home", η οικονομία των ΗΠΑ θα συρρικνωθεί κατά 0.6 % σε περίπτωση που δεν υπάρξ oυν σοβαρά αντίποινα από τις πληγείσες Ασιατικές οικονομίες , και 1.3% εάν υπάρξουν αντίποινα, που είναι και η πλέον πιθανή περίπτωση.