Το αυξημένο κόστος δανεισμού αλλά και το πιο «σφιχτό» ρυθμιστικό πλαίσιο, σε σχέση με το παρελθόν, μοιάζουν να «ψαλιδίζουν» τις αποδόσεις των μετοχών των επιχειρήσεων κοινής ωφελείας σε βασικές αγορές της Δυτικής Ευρώπης. Με τον τρόπο αυτό μοιάζει να φτάνει στο τέλος της μία δεκαετία κατά την οποία η επένδυση σε τίτλους εταιρειών που διαχειρίζονται δημόσια δίκτυα (π.χ. φυσικό αέριο, ηλεκτρισμός, υδρευση) έμοιαζε να είναι όχι μόνο ασφαλής, αλλά και ιδιαίτερα επικερδής

Το αυξημένο κόστος δανεισμού αλλά και το πιο «σφιχτό» ρυθμιστικό πλαίσιο, σε σχέση με το παρελθόν, μοιάζουν να «ψαλιδίζουν» τις αποδόσεις των μετοχών των επιχειρήσεων κοινής ωφελείας σε βασικές αγορές της Δυτικής Ευρώπης. Με τον τρόπο αυτό μοιάζει να φτάνει στο τέλος της μία δεκαετία κατά την οποία η επένδυση σε τίτλους εταιρειών που διαχειρίζονται δημόσια δίκτυα (π.χ. φυσικό αέριο, ηλεκτρισμός, υδρευση) έμοιαζε να είναι όχι μόνο ασφαλής, αλλά και ιδιαίτερα επικερδής.

Μέχρι σήμερα, όπως εξηγούν οι Financial Times σε πρόσφατη ανάλυσή τους, οι «οροφές» στια αποδόσεις αυτές, που επέβαλλαν οι ρυθμιστικές αρχές σε μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ιταλία ή η Ισπανία, δεν περιόριζαν δραστικά το εύρος τους. Πραγματικά, ο μονοπωλιακός χαρακτήρας εταιρειών μεταφοράς αερίου, ηλεκτρισμού κλπ. επιτρέπει τη ρύθμιση των αποδόσεων με δείκτες που αφορούν τις κεφαλαιακές τους δαπάνες, τον πληθωρισμό και το κόστος των ιδίων κεφαλαίων και δανεισμού. Αυτό τις καθιστά ελκυστικές στους επενδυτές σε σύγκριση με τις εταιρείες παραγωγής , συγκριτικά με τις εταιρείες παραγωγής ή παροχής στη λιανική, που επηρεάζονται περισσότερο από τις τιμές των εμπορευμάτων και την ζήτηση της τελικής κατανάλωσης.

Π.χ. οι αποδόσεις των μετοχών της Severn Trent και της National Grid, εταιρειών διαχείρισης δικτύων ύδρευσης και φυσικού αερίου στη Βρετανία, αντίστοιχα, ξεπερνούσαν πάντα αυτές της παρόχου ηλεκτρισμού και αερίου Centrica. Αλλά και η ιταλική Terna από το 2008 είχε ετήσιες αποδόσεις, συμπεριλαμβανομένων και των μερισμάτων, ύψους σχεδόν 12%.

Ωστόσο, σήμερα η τάση αυτή μοιάζει να φτάνει στο τέλος της. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η ρυθμιστική αρχή ύδρευσης, στα τέλη Ιανουαρίου, εισηγήθηκε μείωση του εύρους των επιτρεπόμενων αποδόσεων και η Ofgem, η αντίστοιχη αρχή που είναι αρμόδια για την ύδρευση αναμένεται σύντομα να πράξη το ίδιο. Και όπως παρατηρεί η UBS, όπως έχει δείξει η Ιστορία, όπου κάνει την αρχή η Βρετανία, οι υπόλοιποι τείνουν να ακολουθούν … Και όντως, στην Ισπανία ήδη τα δημοσιεύματα για μεγαλύτερες μειώσεις στις επιτρεπόμενες αποδόσεις τίτλων των επιχειρήσεων κοινής ωφελείας πυροδότησαν την υποβάθμιση μετοχών όπως οι Gas Natural, Enagas και Red Electrica, με τις μετοχές της πρώτης, μάλιστα, να σημειώνουν «σερί» πτώσης επί δεκαήμερον.

Παράλληλα, η τάση για μείωση των αποδόσεων των ομολόγων των εταιρειών αυτών μπορεί να μειώσει τη δυνατότητα δανεισμού τους στα σημερινά εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα. Οι επενδύσεις σε νέες υποδομές πιθανότατα θα γίνουν λιγότερο φιλόδοξες, αν οι προβλέψεις των ίδιων των επιχειρήσεων επαληθευθούν. Και, καθώς οι χώρες αναθεωρούν τα ρυθμιστικά τους πλαίσια, νέες μέθοδοι για τον υπολογισμό των επιτρεπόμενων αποδόσεων πιθανόν να εφαρμοστούν τα επόμενα χρόνια.

Αν η τάση αυτή επικρατήσει, οι Financial Times εκτιμούν ότι όσες εταιρείες κοινής ωφελείας επηρεαστούν, θα προσπαθήσουν να αυξήσουν όσα κέρδη τους προέρχονται από μη ρυθμιζόμενες λειτουργίες.

Συμπερασματικά, τελικά, ο περιορισμός των αποδόσεων πιθανόν να είναι μικρότερος από ότι φοβάται τώρα η αγορά, ενώ και ο δανεισμός των επιχειρήσεων αυτών θα συνεχίσει να έχει ιστορικά χαμηλό κόστος. Ωστόσο, αυτό που μάλλον φτάνει στο τέλος του είναι η μακρά περίοδος μεγάλων αποδόσεων.