Έχοντας περάσει ακριβώς ένας χρόνος από την 20η Ιανουαρίου 2017, οπότε και ο Ντόναλντ Τραμπ αναγορεύθηκε 45ος Πρόεδρος των ΗΠΑ, το στίγμα του στην ενεργειακή πολιτική της χώρας του μπορεί να συνοψιστεί κατά κύριο λόγο στην κατάργηση της ‘κληρονομιάς’ του προκατόχου του, Μπαράκ Ομπάμα, σχετικά με την καθαρή ενέργεια και στην ελαστικοποίηση των αυστηρών κανονισμών για τους υδρογονάνθρακες.

Έχοντας περάσει ακριβώς ένας χρόνος από την 20η Ιανουαρίου 2017, οπότε και ο Ντόναλντ Τραμπ αναγορεύθηκε 45ος Πρόεδρος των ΗΠΑ, το στίγμα του στην ενεργειακή πολιτική της χώρας του μπορεί να συνοψιστεί κατά κύριο λόγο στην κατάργηση της ‘κληρονομιάς’ του προκατόχου του, Μπαράκ Ομπάμα, σχετικά με την καθαρή ενέργεια και στην ελαστικοποίηση των αυστηρών κανονισμών για τους υδρογονάνθρακες.

Ο οδικός άξονας του Τραμπ για την ενεργειακή πολιτική, γνωστός και ως ‘ America First Energy Policy Plan’, παρουσιάστηκε την ημέρα της αναγόρευσης του ως Προέδρου των ΗΠΑ και αποσκοπούσε στην απελευθέρωση του ενεργειακού τομέα των ΗΠΑ, στην ακύρωση του νομοθετικού έργου του Ομπάμα για το κλίμα ( Climate Action Plan) και στην εκμετάλλευση των αποθεμάτων σχιστολιθικού πετρελαίου και αερίου των εδαφών που ανήκουν στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση.

Το Σχέδιο Δράσης για το Κλίμα του Ομπάμα το 2013 είχε ως στόχο τη μείωση των εκπομπών άνθρακα στις ΗΠΑ, τη μετάβαση σε εναλλακτικούς ενεργειακούς πόρους και την αύξηση της έρευνας για την κλιματική αλλαγή.

Το Σχέδιο αυτό, ωστόσο, χαρακτηρίστηκε από τον Τραμπ ως «περιττό» και «επιβλαβές» και ακυρώθηκε το Μάιο του 2017. Αντ’ αυτού, ο Τραμπ υπογράμμισε την πρόθεσή του να ανοίξει ξανά τα ανθρακωρυχεία και να αυξήσει την απασχόληση στον αμερικανικό κλάδο του άνθρακα. Την πρόθεσή του αυτή την επανέλαβε αρκετές φορές κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας, κάνοντας λόγο για «απελευθέρωση του ενεργειακού δυναμικού της Αμερικής» και φθάνοντας έτσι να επικρατήσει σε οκτώ από τις εννιά βασικές ανθρακοπαραγωγικές Πολιτείες των ΗΠΑ.

 

Αποχώρηση των ΗΠΑ από τη Συμφωνία του Παρισιού

Ίσως η πιο αμφιλεγόμενη απόφαση του Τραμπ ήρθε την 1η Ιουνίου 2017, όταν ανακοίνωσε ότι αποσύρει τις ΗΠΑ από την ιστορική συμφωνία του Παρισιού για την κλιματική αλλαγή.

Η Συμφωνία θεωρήθηκε ως μια σημαντική κληρονομιά του Ομπάμα που έθεσε τότε τις ΗΠΑ στην πρώτη γραμμή μεταξύ των 95 χωρών που υπέγραψαν αρχικά τη συμφωνία προκειμένου να αναλάβουν δράση κατά της κλιματικής αλλαγής.

Σε τελείως διαφορετικό μήκος κύματος, ο Τραμπ χαρακτήρισε τη συμφωνία ως «άδικη» και υποστήριξε ότι «αποσκοπεί λιγότερο στο κλίμα και περισσότερο στο να κερδίσουν άλλες χώρες οικονομικό πλεονέκτημα έναντι των ΗΠΑ».

Ωστόσο, σε κοινή έκθεσή τους το Νοέμβριο του 2017, 13 ομοσπονδιακοί οργανισμοί των ΗΠΑ κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι «είναι εξαιρετικά πιθανό οι ανθρώπινες δραστηριότητες, ειδικά οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου, να αποτελούν τη κυριότερη αιτία της παρατηρούμενης αύξησης της θερμοκρασίας από τα μέσα του 20ού αιώνα». Στους οργανισμούς αυτούς περιλαμβάνονται τα Υπουργεία Άμυνας, Ενέργειας, Εμπορίου, Γεωργίας και Μεταφορών, η NASA και η Υπηρεσία Περιβαλλοντικής Προστασίας (EPA).

 

Κατάργηση του Σχεδίου Καθαρής Ενέργειας του Ομπάμα

Η διοίκηση Τραμπ προχώρησε στην ακύρωση ακόμη μίας κληρονομιάς του Ομπάμα για την καθαρή ενέργεια, του Σχεδίου Καθαρής Ενέργειας ( Clean Power Plan) του 2015, το οποίο αποσκοπούσε στη μείωση των εκπομπών άνθρακα από τους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα.

Ο Τραμπ υπέγραψε το Μάρτιο του 2017 εκτελεστικό διάταγμα, αναθέτοντας στον επικεφαλής της EPA Scott Pruitt την αναθεώρηση του Σχεδίου. Μετά από μήνες επανεξέτασής του, ο Pruitt ανακοίνωσε τον Οκτώβριο του 2017 την ακύρωση του Clean Power Plan, η οποία τέθηκε σε ισχύ την ίδια ημέρα.

Ο Pruitt υποστήριξε ότι η κυβέρνηση Ομπάμα υπερεκτίμησε τα οφέλη του Σχεδίου και δήλωσε ότι «η προηγούμενη διοίκηση χρησιμοποίησε κάθε δύναμη και εξουσία προκειμένου να χρησιμοποιήσει την EPA για να καθορίσει τους νικητές και τους ηττημένους και το πώς θα παράγουμε ηλεκτρισμό σε αυτή τη χώρα. Αυτό είναι λάθος».

 

Απελευθέρωση των υπεράκτιων γεωτρήσεων

Λίγο πριν ο Ομπάμα εγκαταλείψει τον Λευκό Οίκο, απαγόρευσε επ’ αόριστον τις γεωτρήσεις σε μεγάλες περιοχές της Αρκτικής και του Ατλαντικού το Δεκέμβριο του 2016.

Ωστόσο, το Υπουργείο Εσωτερικών ανακοίνωσε στις 5 Ιανουαρίου 2018 ότι ετοιμάζει ένα πενταετές πρόγραμμα που θα επιτρέπει την έρευνα και παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου σε υπεράκτιες περιοχές που ανήκουν στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση.

Το σχέδιο με την ονομασία ‘Απελευθέρωση του Δυναμικού Πετρελαίου και Αερίου της Αμερικής’ ( Unleashing America' s Offshore Oil and Gas Potential) θεωρείται σημαντικό πλήγμα για την περιβαλλοντική κληρονομιά του Ομπάμα και προβλέπει την απελευθέρωση των γεωτρήσεων σε εκτάσεις άνω του 90% της Αρκτικής, του Ειρηνικού, του Ατλαντικού και του Κόλπου του Μεξικού μεταξύ 2019-2024.

 

Η παραγωγή πετρελαίου ΗΠΑ αυξάνεται ταχύτερα υπό τον Τραμπ

Κατά τη διάρκεια του πρώτου έτους της προεδρίας Τραμπ, η παραγωγή αργού πετρελαίου στις ΗΠΑ αυξήθηκε πιο γρήγορα, σε σύγκριση με τον πρώτο χρόνο διακυβέρνησης του Ομπάμα, σημειώνοντας μάλιστα ιστορικό υψηλό.

Μεταξύ Ιανουαρίου 2009 και Ιανουαρίου 2010, τον πρώτο χρόνο της διακυβέρνησης Ομπάμα, η εγχώρια παραγωγή αργού στη χώρα αυξήθηκε από 5,04 εκατ. βαρέλια την ημέρα σε 5,42 εκατ. βαρέλια την ημέρα, σημειώνοντας αύξηση της τάξης του 7,5%.

Αντίστοιχα, κατά τον πρώτο χρόνο της προεδρίας Τραμπ, έχοντας σημαντική ενίσχυση από την άνοδο των τιμών του πετρελαίου στην παγκόσμια αγορά και την αυξημένη παραγωγή σχιστολιθικού πετρελαίου, η παραγωγή αργού στις ΗΠΑ αυξήθηκε κατά 9,3%, από 8,96 εκατ. βαρέλια την ημέρα τον Ιανουάριο του 2009 σε 9,79 εκατ. βαρέλια την ημέρα το Δεκέμβριο του 2018, φθάνοντας σε επίπεδα ρεκόρ για τη χώρα από τη δεκαετία του 1970.

Η Διεύθυνση Ενεργειακής Πληροφόρησης των ΗΠΑ (EIA) εκτιμά ότι η παραγωγή αργού πετρελαίου στη χώρα θα φθάσει κατά μέσο όρο τα 10 εκατ. βαρέλια την ημέρα φέτος και τα 10,8 εκατ. βαρέλια την ημέρα το 2019. Επίσης, σύμφωνα με τις προβλέψεις της ΕΙΑ, η εγχώρια παραγωγή αργού θα αυξηθεί πάνω από το όριο των 11 εκατ. βαρελιών την ημέρα το Νοέμβριο του 2019, με τις ΗΠΑ να ξεπερνούν τους δύο μεγαλύτερους παραγωγούς αργού, τη Σαουδική Αραβία και τη Ρωσία.

 

Keystone XL

Ακόμη μία απόφαση σταθμός για την ενεργειακή πολιτική των ΗΠΑ ήταν η έγκριση από τον Τραμπ της κατασκευής του αγωγού πετρελαίου Keystone XL, ο οποίος επρόκειτο να μεταφέρει αργό από τον Καναδά στα διυλιστήρια των ΗΠΑ, στις ακτές του Κόλπου του Μεξικού.

Μετά από επτά χρόνια ελέγχου και αναθεωρήσεων της πρότασης για το έργο, ο Ομπάμα τελικώς το απέρριψε το Νοέμβριο του 2015 λόγω πιθανών περιβαλλοντικών κινδύνων.

Ωστόσο, ο Τραμπ προχώρησε το Μάρτιο του 2017 -σε λιγότερους από δύο μήνες μετά την ανάληψη της Προεδρίας- στην έγκριση του έργου.

Το Νοέμβριο του 2017 προκλήθηκε βλάβη στο Keystone, το βασικό τμήμα του Keystone XL, η οποία οδήγησε στη διαρροή περίπου 5.000 βαρελιών αργού στο έδαφος της Νότιας Ντακότα.