Τη χώρα μας αναμένεται να επισκεφθεί σύντομα ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, με όσους συνηγορούν υπέρ αυτής της επίσκεψης να επικαλούνται κυρίως την ανάγκη για συνεχή διάλογο και βελτίωση των διαύλων επικοινωνίας με την Άγκυρα. Αναμένεται να συζητηθούν, μεταξύ άλλων, το προσφυγικό, ζητήματα που αφορούν στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, θέματα οικονομικής συνεργασίας, καθώς και οι σχέσεις της ΕΕ με την Τουρκία

Τη χώρα μας αναμένεται να επισκεφθεί σύντομα ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, με όσους συνηγορούν υπέρ αυτής της επίσκεψης να επικαλούνται κυρίως την ανάγκη για συνεχή διάλογο και βελτίωση των διαύλων επικοινωνίας με την Άγκυρα. Αναμένεται να συζητηθούν, μεταξύ άλλων, το προσφυγικό, ζητήματα που αφορούν στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, θέματα οικονομικής συνεργασίας, καθώς και οι σχέσεις της ΕΕ με την Τουρκία.

Ουδείς διαφωνεί με την ανάγκη επικοινωνίας μεταξύ ελληνικής και τουρκικής κυβέρνησης και ανταλλαγής απόψεων προς αποσόβηση δυσάρεστων καταστάσεων. Η συνεννόηση αυτή, όμως, μπορεί να πραγματοποιηθεί σε επίπεδο πρεσβειών, γενικών γραμματέων υπουργείων Εξωτερικών, υφυπουργών και υπουργών, στο πλαίσιο διμερών επαφών. Παράλληλα, ακόμα και στο ανώτατο επίπεδο, μπορεί να υπάρξει συνεννόηση στο πλαίσιο Συνόδων του ΝΑΤΟ ή άλλων διεθνών οργανισμών, όπου συμμετέχουν και οι δύο χώρες.

Επίσημη επίσκεψη, όμως, σε ανώτατο επίπεδο στέλνει λάθος μηνύματα, τόσο στην απέναντι πλευρά, όσο και στην ελλαδική κοινωνία, αλλά και σε τρίτες χώρες. Παρόμοιες επισκέψεις στο επίπεδο αυτό συνήθως αποτελούν το επιστέγασμα των ήδη πολύ καλών σχέσεων μεταξύ δύο χωρών, ή όταν έχει αποφασιστεί η υπογραφή μιας σημαντικής συμφωνίας. Τίποτε από τα δύο δεν συμβαίνει στην περίπτωση Ελλάδας και Τουρκίας.

Ανάλογη περίπτωση αποτελεί και το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας Ελλάδας-Τουρκίας, προσφέροντας την έξωθεν καλή μαρτυρία για την αναθεωρητική πολιτική της Άγκυρας. Πώς η Αθήνα θα ισχυριστεί σε τρίτους πως η γειτονική Τουρκία συνιστά απειλή για την εδαφική της ακεραιότητα όταν έχει καθιερώσει τόσο στενό πλαίσιο συνεργασίας και όταν μάλιστα αντίστοιχο πλαίσιο δεν υφίσταται μεταξύ Αθηνών και Λευκωσίας;

Στοιχειοθετείται κάποια αλλαγή της τουρκικής πολιτικής; Οι παραβιάσεις και παραβάσεις στο Αιγαίο συνεχίζονται, όπως και η απαίτηση για παραμονή τουρκικών στρατευμάτων στην Κύπρο ακόμα και μετά την όποια λύση. Συνεχίζεται και η συστηματική προώθηση προσφύγων και παράνομων μεταναστών από τα μικρασιατικά παράλια. Διάλογος μέσω προκλήσεων, μέσω αμφισβήτησης της ελληνικής κυριότητας νησιών του Αιγαίου, νομιμοποιεί, στα μάτια τρίτων, τις προκλήσεις αυτές.

Μηδενικό όφελος

Η επίσκεψη δεν θα προσκομίσει τίποτα το ωφέλιμο για την ελληνική πλευρά. Οι βασικές παράμετροι της τουρκικής αναθεωρητικής πολιτικής θα επαναληφθούν από τον Ερντογάν, όχι, ίσως, με τη συνηθισμένη λεκτική διατύπωση της τουρκικής ηγεσίας, αλλά με το περιεχόμενο να παραμένει αναλλοίωτο. Η ασθμαίνουσα Αθήνα θα καταβάλλει φιλότιμες προσπάθειες να ερμηνεύσει τα λεγόμενα και τις προθέσεις του Τούρκου προέδρου με τη λογική της ειρηνικής συνύπαρξης, της καλής γειτονίας και του σεβασμού του Διεθνούς Δικαίου.

Δυστυχώς, δεν απομακρύνεται το ενδεχόμενο σύγκρουσης με την επίσκεψη, όπως αφελώς, ίσως, πιστεύεται. Αντιθέτως, εμπεδώνεται στο τουρκικό θυμικό η σπουδή των Αθηνών να συναινέσει σε κάθε συζήτηση ή επίσκεψη, όποτε και όταν το ζητήσει η Άγκυρα.

Η τουρκική αναθεωρητική πολιτική στοχεύει στην εκμηδένιση της ελληνικής παρουσίας στην Ανατολική Μεσόγειο μέσω της κατάλυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας και τη συρρίκνωση της ελλαδικής επικράτειας σε μια λεπτή λωρίδα γης στην απόληξη της Χερσονήσου του Αίμου. Σε αυτό συνίστανται οι «ελληνοτουρκικές διαφορές». Εν πολλοίς, στην ακύρωση της Ελληνικής Επανάστασης.

Οι ελληνοτουρκικές διαφορές δεν συνιστούν το αποτέλεσμα παρεξηγήσεων και έλλειψης συντονισμού, ώστε να αρκεί καλή θέληση και καλό κλίμα για την επίλυσή τους. Άλλωστε, ο διάλογος δεν είναι μια αθώα διαδικασία. Μέγιστες υποχωρήσεις στα εθνικά θέματα έχουν έρθει ως αποτελέσματα διαλόγου (Νταβός 1988, Ανακοινωθέν Μαδρίτης 1997).

Η ισχύς έχει τον τελικό λόγο

Η έλλειψη ισοζυγίου ισχύος μεταξύ των δύο χωρών μεγαλώνει . Η τουρκική πλευρά (κυβερνώντες και αντιπολιτευόμενοι) διασαλπίζει τη φιλοδοξία να καθιερωθεί η χώρα τους, λόγω και έργω, κεντρικός, αυτοτελής πόλος ισχύος της περιοχής. Το εξοπλιστικό πρόγραμμα της Άγκυρας δίνει υπόσταση στους διακηρυγμένους σκοπούς της γειτονικής χώρας.

Ο διάλογος, διαχρονικά, νοείται από την ελλαδική πλευρά ως φυγή από τη λογική της ισχύος και των στρατιωτικών εξοπλισμών. Υπάρχει και η αφελής πεποίθηση ότι μετατίθεται η διαπραγμάτευση στο πεδίο του διαλόγου, όπου το καλύτερο επιχείρημα κερδίζει. Ίσως αυτή η πεποίθηση να είναι πιο βαθιά στη παρούσα κυβέρνηση, λόγω διεθνιστικής εμμονής, που παραγνωρίζει την έννοια του εθνικού συμφέροντος, που υπερασπίζεται φιλειρηνικά κινήματα πάσης φύσεως, την αδελφοσύνη των λαών, και άλλα τέτοια χαριτωμένα.

Δεν υπάρχει φυγή, όμως, από τον υπάρχοντα δεινό συσχετισμό στρατιωτικής, οικονομικής και δημογραφικής ισχύος. Ο διάλογος δεν διορθώνει τον εις βάρος μας συσχετισμό ισχύος, ούτε τον εξορκίζει. Αντίθετα, το στοιχείο της ισχύος καθορίζει το πλαίσιο, το περιεχόμενό και, τις περισσότερες φορές, την κατάληξη του διαλόγου.

Η επιλογή του διαλόγου ως αποκλειστικού μέσου επίτευξης επίλυσης διαφορών προϋποθέτει την εμπέδωση αυτοδύναμης ισχύος και τη συνακόλουθη αποτύπωση της ισχύος αυτής στο πλαίσιο διαδικασίας διαπραγματεύσεων. Ο διάλογος προϋποθέτει ισχύ.

Οικονομική δυσπραγία

Παρομοίως και συμπληρωματικά με τα παραπάνω, αποτελεί αφελή αντίληψη πολλών κρατικών αξιωματούχων, ανεξαρτήτως κυβερνήσεως, ότι η οκταετής, πλέον, οικονομική δυσπραγία δεν έχει επιπτώσεις στην άσκηση εξωτερικής  και αμυντικής πολιτικής και πως δεν επηρεάζει τη θέση της χώρας στο διεθνές στερέωμα.

Το κλείσιμο πρεσβειών και διπλωματικών θέσεων στο εξωτερικό και οι περικοπές στις αμυντικές δαπάνες σαφώς και επηρεάζουν και αποδυναμώνουν τη θέση της χώρας. Δεν υπάρχει διαφυγή από τους συντελεστές ισχύος και από την υποχρέωση διασφάλισης αυτών.

Η Αθήνα δεν είναι διατεθειμένη να καταδείξει, σε τρίτους, τον αποσταθεροποιητικό ρόλο της Τουρκίας στην ευρύτερη περιοχή, καθώς και το ότι η πολιτική της Άγκυρας απειλεί την Ευρώπη συνολικά, με την προώθηση αρκετών εκατοντάδων χιλιάδων προσφύγων και παράνομων μεταναστών.

Το κόστος αποτροπής της Τουρκίας αυξάνεται όλο και περισσότερο.

* Ο Ιωάννης Σ. Λάμπρου σπούδασε Διεθνείς και Ευρωπαϊκές Σπουδές στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Πολιτική Γεωγραφία και Στρατηγικές Σπουδές στο King’s College του Λονδίνου. Έχει εργαστεί στον ιδιωτικό τομέα. Κείμενα του έχουν δημοσιευτεί στον περιοδικό και ημερήσιο τύπο. Ερευνητικά του ενδιαφέροντα είναι η Ελληνική Εξωτερική Πολιτική, οι Στρατηγικές Σπουδές, η Ελληνική Διασπορά και η Γενοκτονία του Ελληνισμού της Οθωμανική Αυτοκρατορίας.

(από www.slpress.gr)