Η υπόθεση της ΛΑΡΚΟ φέρνει άλλη μια ευρω-καταδίκη στη χώρα μας. Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης καταδίκασε την Ελλάδα διότι δεν έχει ανακτήσει παράνομες κρατικές ενισχύσεις 135,8 εκατ. ευρώ που δόθηκαν κατά την περίοδο 2008 - 2011

Η υπόθεση της ΛΑΡΚΟ φέρνει άλλη μια ευρω-καταδίκη στη χώρα μας. Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης καταδίκασε την Ελλάδα διότι δεν έχει ανακτήσει παράνομες κρατικές ενισχύσεις 135,8 εκατ. ευρώ που δόθηκαν κατά την περίοδο 2008 - 2011.

Στις 27 Μαρτίου 2014, η Επιτροπή είχε εκδόσει απόφαση (2014/539) σχετικά με τον παράνομο χαρακτήρα της κρατικής ενίσχυσης που είχε χορηγήσει η ελληνική κυβέρνηση στη ΛΑΡΚΟ, 135.820.824 ευρώ, με τη μορφή κρατικών εγγυήσεων το 2008, το 2010 και το 2011 και συμμετοχής του Δημοσίου στην αύξηση κεφαλαίου της εταιρείας το 2009. Η Ελλάδα όφειλε να εξασφαλίσει την εκτέλεση της απόφασης έως τις 28 Ιουλίου 2014.

Δεδομένου ότι η Ελλάδα είχε γνωστοποιήσει στην Επιτροπή την πρόθεσή της να προβεί στην πώληση ορισμένων στοιχείων του ενεργητικού της ΛΑΡΚΟ μέσω δύο αυτοτελών διαγωνισμών, η Επιτροπή εξέδωσε, την ίδια ημέρα που εξέδωσε την απόφαση 2014/539, και δεύτερη απόφαση σχετικά με την κρατική ενίσχυση SA.37954 (2013/N) για την πώληση.

Με τη δεύτερη απόφαση, η Επιτροπή επισημαίνει ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία που παρέσχε η Ελλάδα, οι δύο διαγωνισμοί θα διενεργούνταν, αντιστοίχως, από το Ελληνικό Δημόσιο και από τη ΛΑΡΚΟ, υπό την ιδιότητα των κυρίων των στοιχείων ενεργητικού, τα οποία αφορούσε καθένας από τους διαγωνισμούς.

Ο πρώτος διαγωνισμός αφορούσε το μεταλλουργικό εργοστάσιο της Λάρυμνας και ποσοστό 40% των δικαιωμάτων εκμετάλλευσης του μεταλλεύματος λατερίτη των ορυχείων του Αγίου Ιωάννου, ενώ ο δεύτερος είχε ως αντικείμενο την πώληση ποσοστού 73% των δικαιωμάτων εξορύξεως λατερίτη στην Εύβοια και του συνόλου των δικαιωμάτων εξορύξεως λατερίτη στην Καστοριά. Μετά την ολοκλήρωση των δύο διαγωνισμών και ανεξαρτήτως των αποτελεσμάτων τους, η ΛΑΡΚΟ θα κηρυσσόταν σε πτώχευση σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία και τα στοιχεία του ενεργητικού της θα μεταβιβάζονταν στο πλαίσιο της διαδικασίας εκκαθαρίσεως.

Κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, εφόσον ένα κράτος μέλος δεν μπορεί να εισπράξει από τη δικαιούχο επιχείρηση το συνολικό ποσό της ενισχύσεως τότε οφείλει να κινήσει τη διαδικασία πτωχεύσεως.

Η Ελλάδα υποστηρίζει ότι εάν οι ελληνικές αρχές προχωρούσαν σε άμεση κήρυξη σε πτώχευση της ΛΑΡΚΟ, θα καθίστατο αδύνατη η επίτευξη του αποτελέσματος που επιδιώκεται με τη δεύτερη απόφαση περί της πωλήσεως ορισμένων στοιχείων του ενεργητικού της. Οι ελληνικές αρχές έχουν ως σκοπό την επίλυση των νομικών προβλημάτων που ανέκυψαν στο πλαίσιο της εφαρμογής της δεύτερης αποφάσεως και της διαφοράς ως προς το ιδιοκτησιακό καθεστώς του μεταλλουργικού εργοστασίου της Λάρυμνας, έτσι ώστε να καταστεί δυνατή η νόμιμη διενέργεια των προβλεπόμενων διαγωνισμών και εν συνεχεία η κίνηση της πτωχευτικής διαδικασίας.

Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι οι νομικές και πρακτικές δυσχέρειες τις οποίες επικαλούνται οι ελληνικές αρχές για να απεκδυθούν της υποχρέωσής τους εκτελέσεως, ιδίως δε η διχογνωμία ως προς το ιδιοκτησιακό καθεστώς του μεταλλουργικού εργοστασίου της Λάρυμνας, δεν αφορούν την απόφαση 2014/539, αλλά τη δεύτερη απόφαση περί της πωλήσεως ορισμένων στοιχείων του ενεργητικού της ΛΑΡΚΟ. Κατά την Επιτροπή, η δεύτερη απόφαση δεν επηρεάζει την ευθύνη που υπέχει η ΛΑΡΚΟ για να επιστρέψει το σύνολο των ενισχύσεων που κρίθηκαν μη συμβατές βάσει της αποφάσεως 2014/539.

Με την σημερινή απόφαση (Πέμπτη) το Δικαστήριο αποφαίνεται ότι η Ελλάδα, μην έχοντας λάβει, εντός των προθεσμιών, όλα τα απαραίτητα μέτρα για την εκτέλεση της αποφάσεως 2014/539/ΕΕ της Επιτροπής, της 27ης Μαρτίου 2014, σχετικά με την κρατική ενίσχυση SA.34572 (13/C) που χορήγησε η Ελλάδα στη ΛΑΡΚΟ και μη έχοντας ενημερώσει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τα μέτρα που ελήφθησαν κατ’ εφαρμογήν της αποφάσεως αυτής, παρέβη τις υποχρεώσεις της.