Το 22% των παγκόσμιων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα (CO2) προέρχεται από την παραγωγή αγαθών, τα οποία κατασκευάζονται σε μια χώρα αλλά καταναλώνονται σε άλλη. Αυτό γίνεται σαφές από τις μελέτες ερευνητικής ομάδας με επικεφαλής τον δρ. Στιβ Ντέιβις από το UC Irvine. Ωστόσο, η κατάσταση περιπλέκεται καθώς στα παραδοσιακά αποθέματα CO2 που συνήθως καταμετρώνται δεν περιλαμβάνονται εκπομπές που σχετίζονται με τα εισαγόμενα αγαθά.

 

Το 22% των παγκόσμιων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα (CO2) προέρχεται από την παραγωγή αγαθών, τα οποία κατασκευάζονται σε μια χώρα αλλά καταναλώνονται σε άλλη. Αυτό γίνεται σαφές από τις μελέτες ερευνητικής ομάδας με επικεφαλής τον δρ. Στιβ Ντέιβις από το UC Irvine. Ωστόσο, η κατάσταση περιπλέκεται καθώς στα παραδοσιακά αποθέματα CO2 που συνήθως καταμετρώνται δεν περιλαμβάνονται εκπομπές που σχετίζονται με τα εισαγόμενα αγαθά.

Τις τελευταίες δεκαετίες, οι ΗΠΑ και πολλές ευρωπαϊκές χώρες εμφανίζονται να έχουν περιορίσει τις εγχώριες εκπομπές τους. Όμως μέρος της μείωσης που καταγράφεται έχει αντισταθμιστεί από την αύξηση των εισαγωγών από χώρες όπως η Κίνα, η Ινδία κ.ά., οι οποίες παράγουν βάσει ενός ενεργειακού μείγματος που περιλαμβάνει καύση άνθρακα.

Μάλιστα, όπως αναφέρει το βρετανικό «Carbon Brief», παρότι οι εγχώριες εκπομπές μειώθηκαν κατά 27 % στο Ηνωμένο Βασίλειο, μεταξύ των ετών 1990 και 2014, αν συνυπολογιστούν οι έμμεσες «εισαγωγές» CO2 λόγω του εμπορίου, το ποσοστό μείωσης πέφτει στο 11%. Σύμφωνα με σχετικό ρεπορτάζ του BBC, οι εκπομπές στη Βρετανία αυξάνονται και δεν μειώνονται. Ομοίως, η αύξηση κατά 9% των εγχώριων εκπομπών στις ΗΠΑ που εμφανίζεται κατά την ίδια περίοδο, τελικά φτάνει το 17% όταν συμπεριληφθεί το εμπόριο.

Βάζοντας στο …κάδρο τις εκπομπές που προέρχονται από την παραγωγή των προϊόντων που εισάγονται, η εικόνα της πραγματικής ευθύνης των ανεπτυγμένων κρατών γίνεται καθαρότερη. Στο «Carbon Brief» υπάρχει δημοσιευμένη χαρτογράφηση των εξαγωγών και των εισαγωγών CO2 σε παγκόσμιο επίπεδο και εξετάζεται η αλλαγή των εθνικών εκπομπών κάθε χώρας.

Με την παρακολούθηση των "εκπομπών κατανάλωσης" που αντιπροσωπεύουν το εισαγόμενο CO2 από το εμπόριο, οι ερευνητές μπορούν, σε κάποιο βαθμό, να υπολογίσουν τις μεταφορές άνθρακα που συνδέονται με την παρακμή της μεταποιητικής βιομηχανίας στις ανεπτυγμένες χώρες τις τελευταίες δεκαετίες.

Οι ερευνητές του UC Irvine δημιούργησαν μια παγκόσμια βάση δεδομένων, έναν διαδραστικό χάρτη, ο οποίος καταδεικνύει τα πραγματικά μεγέθη των εκπομπών CO2 για κάθε χώρα. Σε αυτόν διαφαίνεται ότι η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος καθαρός εξαγωγέας CO2 και ακολουθεί η Ρωσία η οποία εξάγει μόλις το ένα πέμπτο των εκπομπών που αποδίδονται στον ασιατικό γίγαντα. Ομοίως, οι ΗΠΑ είναι ο μεγαλύτερος εισαγωγέας καθαρού CO2, εισάγοντας περίπου διπλάσια ποσά από την Ιαπωνία.

Παρόλα αυτά το παράδοξο είναι ότι, όταν λαμβάνονται υπόψη οι «μεταφερόμενες» εκπομπές CO2, οι συνολικές εκπομπές στις ΗΠΑ είναι μόνο 6% υψηλότερες και οι κινεζικές εκπομπές είναι κατά 13% χαμηλότερες. Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, ο άνθρακας που ενσωματώνεται σε εισαγόμενα αγαθά και υπηρεσίες αντιπροσωπεύει περισσότερο από το 30% των εγχώριων εκπομπών.

Στην Ελλάδα πάντως, όταν συνυπολογίζονται οι εκπομπές από τις εισαγωγές, οι ποσότητες μειώνονται κατά 11 Mt. Στον αντίποδα, η Ελβετία αποτελεί μια ακραία περίπτωση, καθώς οι εκπομπές της εμφανίζονται κατά 209 % υψηλότερες εάν ληφθεί υπόψη το CO2 των εισαγωγών.

Ορισμένες από τις μεγαλύτερες εξαγωγές CO2 προέρχονται από τη Μέση Ανατολή και τη Ρωσία, παρόλο που δεν εξάγουν μεγάλες ποσότητες μεταποιημένων προϊόντων. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι εισαγωγές CO2 μπορούν να περιλαμβάνουν τόσο τις άμεσες εκπομπές που συνδέονται με την παραγωγή αγαθών όσο και τις έμμεσες εκπομπές από την εξόρυξη και τη μεταποίηση.

Για παράδειγμα, η Ρωσία εξάγει πολύ φυσικό αέριο και πετρέλαιο και όταν τα καύσιμα αυτά καίγονται, οι εκπομπές τους καταγράφονται στις εθνικές απογραφές των χωρών εισαγωγής. Ωστόσο, υπάρχουν υψηλές εκπομπές που σχετίζονται με την εξόρυξη και την επεξεργασία των ορυκτών καυσίμων, τα οποία προορίζονται για εξαγωγή. Επιπλέον, ορισμένες από αυτές τις τιμές θα ήταν ακόμη υψηλότερες αν λαμβάνονταν υπόψη κι άλλα αέρια θερμοκηπίου εκτός του CO2, όπως το μεθάνιο.

Επί του παρόντος, οι εθνικοί κατάλογοι εκπομπών που καταρτίζονται στο πλαίσιο της Σύμβασης-Πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή (UNFCCC) εξετάζουν μόνο τις εκπομπές εντός των συνόρων κάθε χώρας. Η ευθύνη για τις εκπομπές CO2 που συνδέονται με το εμπόριο παραμένει στις χώρες που εξάγουν προϊόντα.