Αν και ο ενεργειακός τομέας στην Ευρώπη προχωρά προς την απανθρακοποίησή του και απομακρύνεται από την πυρηνική ενέργεια (σταδιακά έως και τη δεκαετία του 2020) η δυναμική του φυσικού αερίου διαφαίνεται να έχει μάλλον μέτρια αναπτυξιακή δυναμική. Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγουν ερευνητές του Ινστιτούτου Ενεργειακών Μελετών της Οξφόρδης

Αν και ο ενεργειακός τομέας στην Ευρώπη προχωρά προς την απανθρακοποίησή του και απομακρύνεται από την πυρηνική ενέργεια (σταδιακά έως και τη δεκαετία του 2020) η δυναμική του φυσικού αερίου διαφαίνεται να έχει μάλλον μέτρια αναπτυξιακή δυναμική.

Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγουν ερευνητές του Ινστιτούτου Ενεργειακών Μελετών της Οξφόρδης, οι οποίοι επισημαίνουν ότι η …αμείλικτη αύξηση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), που υποστηρίζονται από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, αναμένεται να περιορίσει την κατανάλωση φυσικού αερίου στην Ευρώπη, αρχικά στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και μακροπρόθεσμα στον τομέα της θέρμανσης και ενδεχομένως στον τομέα της βιομηχανίας.

Σε αυτό το πλαίσιο, οι ειδικοί επικεντρώθηκαν στα σημεία …συμφόρησης του συστήματος μεταφοράς αερίου, το οποίο από τότε που ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του 1960 “είδε” σημαντικές επεκτάσεις. Κάνοντας προβολή στο μέλλον, στο 2030,η μελέτη εξετάζει τον τρόπο με τον οποίο μπορούν να αλλάξουν συγκεκριμένα σημεία του δικτύου φυσικού αερίου κάτω από δύο σενάρια που βασίζονται σε υψηλές και χαμηλές εισαγωγές Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου (ΥΦΑ) και ρώσικου αερίου αντίστοιχα, στο πλαίσιο μιας μέτριας αύξησης της ευρωπαϊκής ζήτησης φυσικού αερίου.

Στο πρώτο σενάριο, η χαμηλή ζήτηση στην Ασία οδηγεί στην εισαγωγή μεγάλων όγκων ΥΦΑ στην ευρωπαϊκή αγορά. Στο δεύτερο σενάριο, η υψηλή ασιατική ζήτηση συνεπάγεται λιγότερο διαθέσιμο ΥΦΑ για την Ευρώπη και επομένως υψηλότερους όγκους εισαγωγών αερίου από τη Ρωσία.

Είναι ενδιαφέρον, ωστόσο, ακόμη και στο σενάριο υψηλής εισαγωγής ΥΦΑ, το ποσοστό χρήσης ρώσικου αερίου, το οποίο διέρχεται μέσω των αγωγών, προς τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, παραμένει σε επίπεδα αιχμής, λόγω της έλλειψης υποδομών επαναεριοποίησης του ΥΦΑ και των περιορισμών μεταφοράς αερίου από τη Δύση προς την Ανατολή. Βάσει του συγκεκριμένου σεναρίου θα δημιουργηθούν πιέσεις στους δρόμους του αερίου από τη χερσόνησοΓιαμάλ και μέσω του αγωγού Nordstream / NEL, και, σε μικρότερο βαθμό, θα επηρεάσει την ικανότητα μεταφοράς αερίου στην Ουγγαρία και από τη Γερμανία στην Τσεχική Δημοκρατία.


Στο ίδιο σενάριο, ο δρόμος της Ουκρανίας θα υπο-χρησιμοποιείται _ μόνο 30 bcm/ a ρώσικου αερίου θα περνούν από τη χώρα το 2030 (λιγότερο από το ένα τρίτο σε σύγκριση με το σενάριο με υψηλές ρωσικές εισαγωγές και ακύρωση του αγωγού Nord Stream 2). Στο σενάριο των χαμηλών εισαγωγών LNG, η υλοποίηση του Nord Stream 2 προβλέπεται ότι θα αλλάξει το μοτίβο ροής αερίου προς την Ανατολική Ευρώπη.


Οι δυσκολίες στη διαφοροποίηση από το ρωσικό φυσικό αέριο


Πέρα από τα επιστημονικά σενάρια, σήμερα οι κυρώσεις των ΗΠΑ εναντίον της Ρωσίας και η αποσπασματική αντίδραση της Ευρώπης αντικατοπτρίζουν τον συνεχιζόμενο αγώνα για την ενεργειακή ασφάλεια στη Γηραιά ήπειρο. Σύμφωνα με ανάλυση του Baker Institute, που δημοσιεύθηκε προημερών στο Forbes, oι κυβερνήσεις των χωρών της Δυτικής Ευρώπης είναι αντίθετες στις αμερικανικές κυρώσεις καθώς βάζουν στο στόχαστρο τον αγωγό φυσικού αερίου Nord Stream 2 (NS 2), ένα έργο που στηρίζουν Ρωσία και Γερμανία, πολυεθνικές εταιρείες και γερμανικές επιχειρήσεις. Οι χώρες της Δυτικής Ευρώπης γενικά δέχονται το σχέδιο για τον «NS 2» ως έναν τρόπο πρόσβασης σε σχετικά φθηνό αέριο, το οποίο «στηρίζεται» σε μεγάλα αποθέματα.

Αντίθετα, πολλές χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης έχουν εκφράσει την ικανοποίησή τους για τη δράση των ΗΠΑ κατά της Ρωσίας, καθώς εναντιώνονται από την αρχή στον «NS 2» με βάση την πεποίθηση ότι ο αγωγός θα αυξήσει την εξάρτηση της Ευρώπης από το ρωσικό φυσικό αέριο και θα μπλοκάρει άλλα έργα τα οποία θα επιτρέψουν την πρόσβαση σε μη ρωσικό φυσικό αέριο στην περιοχή τους. Οι συγκεκριμένες χώρες φοβούνται ότι ο «NS 2» θα ενισχύσει το μονοπώλιο και τη γεωπολιτική εξουσία της Ρωσίας στην περιοχή.

Η κίνηση προς τη διαφοροποίηση από το ρωσικό φυσικό αέριο των χωρών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης βασίζεται σε τρεις παράγοντες:

- στις γενικά υψηλότερες τιμές που έχουν επιβληθεί στην περιοχή για το ρωσικό φυσικό αέριο σε σύγκριση με εκείνες που καταβάλλει η λιγότερο εξαρτημένη Δυτική Ευρώπη.

- στην ευρεία πεποίθηση ότι η Ρωσία χρησιμοποιεί την εξάρτηση των συγκεκριμένων χωρών από το φυσικό της αέριο για να αυξήσει τη γεωπολιτική επιρροή της στην περιοχή και

-στην ανησυχία ότι η αυξανόμενη εξάρτηση της Δυτικής Ευρώπης από το ρωσικό φυσικό αέριο θα μπορούσε να αποδυναμώσει την προθυμία της Δυτικής Ευρώπης να αντισταθεί στην παρέμβαση της Μόσχας στις υποθέσεις των χωρών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης.

Επενδύσεις σε τερματικά ΥΦΑ

Ως αποτέλεσμα, χώρες όπως η Πολωνία και η Λιθουανία έχουν επενδύσει και λειτουργούν σήμερα τερματικά εισαγωγής Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου (ΥΦΑ). Οι τερματικοί σταθμοί των δύο χωρών έχουν ήδη υποδεχθεί εισαγωγές από το Κατάρ, τη Νορβηγία και, πιο πρόσφατα, από τις ΗΠΑ. Άλλες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Εσθονίας, της Λετονίας και της Ουκρανίας, σχεδιάζουν να επενδύσουν σε ΥΦΑ ή καταβάλλουν άλλες προσπάθειες που θα βοηθούσαν στη διαφοροποίηση του εφοδιασμού τους με φυσικό αέριο.

Ωστόσο, τις συγκεκριμένες προσπάθειες, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των αναλυτών του Baker Institute, βαραίνει μια αμφιβολία; η στήριξη στο ΥΦΑ δεν μπορεί να διατηρηθεί μακροπρόθεσμα και θα αποκοπεί οργανικά, δεδομένης της ανταγωνιστικότητας του ρωσικού φυσικού αερίου. Είτε διοχετεύεται μέσω του«NS 2», είτε μέσω άλλων οδών, το ρώσικο αέριο εκτιμούν ότι θα είναι φθηνότερο από τοΥΦΑ, το οποίο επιβαρύνεται και με το κόστος της υγροποίησης, της μεταφοράς και της επαναεριοποίησης.