Μία επιστολή με επίκαιρες και, κυρίως, εύστοχες παρατηρήσεις δημοσίευσε στις 17 Μαΐου 2017 η εφημερίδα «Καθημερινή», αναφορικά με τις αιτίες που διαχρονικά οδήγησαν στη σημερινή δυσχερή κατάσταση που αντιμετωπίζει η Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού, τόσο σε οικονομικό επίπεδο όσο και σε σχέση με τις απαιτήσεις προσαρμογής στις μνημονιακές δεσμεύσεις

Μία επιστολή με επίκαιρες και, κυρίως, εύστοχες παρατηρήσεις δημοσίευσε στις 17 Μαΐου 2017 η εφημερίδα «Καθημερινή», αναφορικά με τις αιτίες που διαχρονικά οδήγησαν στη σημερινή δυσχερή κατάσταση που αντιμετωπίζει η Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού, τόσο σε οικονομικό επίπεδο όσο και σε σχέση με τις απαιτήσεις προσαρμογής στις μνημονιακές δεσμεύσεις.

Συντάκτης της επιστολής ήταν ο πρώην Διευθυντής Εκμετάλλευσης και Εμπορίας ΔΕΗ και πρώην Πρόεδρος ΔΕΗ Ανανεώσιμες Α.Ε. κ. Παναγιώτης Ευσταθίου.

Η επιστολή του κ. Ευσταθίου, που δημοσιεύθηκε στη στήλη «Γράμματα Αναγνωστών», με τίτλο « Ποιοι προκάλεσαν ασφυξία στη ΔΕΗ» έχει ως εξής:

«Κύριε διευθυντά,

Παρακολουθώντας με θλίψη τη δεινή οικονομική και όχι μόνο θέση που έχει περιέλθει τελευταίως η ΔΕΗ, θα ήθελα να σας μεταφέρω μερικές από τις σκέψεις μου.

Η ΔΕΗ, σύμφωνα με τον ιδρυτικό της νόμο 1468/1950 άρθρο 2, προβλέπεται να λειτουργεί «...κατά τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας απολαμβάνουσα διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια, υπό την ανώτατη εποπτεία και έλεγχο του κράτους...». Πράγματι, κατά τις πρώτες δεκαετίες της η ΔΕΗ λειτουργούσε με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια και με πλήρη αυτοτέλεια από το κράτος και έτσι, χάρις στις άξιες διοικήσεις της και τα ικανά στελέχη της, μπόρεσε να επιτελέσει το τεράστιο έργο του εξηλεκτρισμού της χώρας και να αναπτύξει όλο αυτό το σπουδαίο παραγωγικό δυναμικό, που πολλοί επιβουλεύονται σήμερα.

Τα τελευταία χρόνια η κατάσταση έχει τελείως αντιστραφεί και η Επιχείρηση ουσιαστικά δεν διοικείται από τη νόμιμη διοίκησή της, αλλά ασφυκτικά από τον εκάστοτε αρμόδιο υπουργό, με στόχους άσχετους ή και αντίθετους με την υγιή επιχειρηματικότητα (τελευταία, διαβάσαμε για 2.300 αρχαιολόγους κ.ά. του υπουργείου Πολιτισμού που θα αμείβονται από τη ΔΕΗ). Δεύτερο πρόβλημα: Η ΔΕΗ υποχρεώνεται από την πολιτεία να ασκεί κοινωνική πολιτική υπέρ ειδικών κατηγοριών καταναλωτών, η οποία βεβαίως και πρέπει να ασκείται, αλλά όχι από την Επιχείρηση αλλά από την πολιτεία, όπως άλλωστε ρητά προβλέπεται από την οδηγία Ε.Ε. 96/92 για την απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρισμού στην Ε.Ε. Ετσι, το κράτος πρέπει να αναλαμβάνει άμεσα και το οικονομικό βάρος μέσω του κρατικού προϋπολογισμού και όχι αυτό να μετακυλίεται στους λογαριασμούς των καταναλωτών με υπέρογκα ποσά (για ΥΚΩ, τιμολόγιο κοινωνικό, πολυτέκνων κ.λπ.) δυσφημώντας έτσι, εντελώς άδικα, τη ΔΕΗ. Επίσης και οι άκριτες συνδικαλιστικές παρεμβάσεις δεν είναι άμοιρες ευθυνών. Η πώληση του 40% των λιγνιτικών μονάδων πιθανότατα θα απεφεύγετο εάν δεν είχε τορπιλισθεί η προσπάθεια του κ. Τάκη Αθανασόπουλου για συνεργασία με τη γερμανική RWE. Ούτε επίσης είναι σωστό η ΔΕΗ να δανειοδοτεί ουσιαστικά τους καταναλωτές της, αφού λογαριασμοί κάτω των 1.000 ευρώ μπορούν να μην εξοφλούνται και, τελικά, το ύψος των ανεξόφλητων λογαριασμών να υπερβαίνει τα 2,5 δισ. ευρώ, γεγονός που επεσημάνθη εσχάτως και από τους δανειστές μας, που απαιτούν τη λήψη σχετικών μέτρων.

Τελειώνοντας, υπενθυμίζω ότι υπήρξε εποχή που το ελληνικό Δημόσιο δανειοδοτήθηκε από τις αγορές με εγγύηση της ΔΕΗ!».

Διαβάστε ακόμα