Ο πετρελαϊκός πόλεμος φαίνεται ότι οδεύει προς το τέλος του και αργά αργά η παγκόσμια οικονομία επανέρχεται σε ένα περιβαλλον αυξημένων τιμών πετρελαίου. Ο μεγάλος χαμένος αυτού του πολέμου, είναι η Σαουδική Αραβία

Ο πετρελαϊκός πόλεμος φαίνεται ότι οδεύει προς το τέλος του και αργά αργά η παγκόσμια οικονομία επανέρχεται σε ένα περιβαλλον αυξημένων τιμών πετρελαίου. Ο μεγάλος χαμένος αυτού του πολέμου, είναι η Σαουδική Αραβία. Όχι μόνο δεν κατάφερε να πλήξει τους δύο μεγάλους «εχθρούς», το Ιράν και τους παραγωγούς των ΗΠΑ, αλλά αντίθετα δαπάνησε ένα σημαντικό κομμάτι των συναλλαγματικών της αποθεμάτων, προκειμένου να χρηματοδοτήσει και να συντηρήσει αυτήν την αντιπαράθεση.

Η στρατηγική της Σαουδικής Αραβίας κατά τη διάρκεια του πολέμου της [πετρελαϊκής] παραγωγής, ήταν να αφήσει τις κάνουλες ανοιχτές με την ελπίδα ότι κάτι τέτοιο θα υπονόμευε δύο άλλους παραγωγούς: Το Ιράν και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Το Ιράν απολάμβανε πάντα μια λανθάνουσα ικανότητα να αποσπά τον έλεγχο της αγοράς από την Σαουδική Αραβία, αλλά οι εξοντωτικές διεθνείς κυρώσεις το εμπόδιζαν να το πράττει. Μετά την πυρηνική συμφωνία όμως, η απειλή για το βασίλειο αυξήθηκε. Ταυτόχρονα, η αμερικανική βιομηχανία πετρελαίου παρουσίασε μια νέα πρόκληση. Έως το 2015, μετά από μια δεκαετία τεχνολογικών καινοτομιών, συμπεριλαμβανομένων της χρήσης ασύρματων σεισμολογικών δοκιμών και της αυτοματοποίησης διαφόρων λειτουργιών άντλησης πετρελαίου, διεκδίκησε  το σκήπτρο του παγκόσμιου ηγέτη [της πετρελαϊκής] παραγωγής από την Σαουδική Αραβία.

Αντιμετωπίζοντας ένα μειούμενο μερίδιο αγοράς, το Ριάντ αρνήθηκε να περικόψει την παραγωγή πετρελαίου. Αντ’ αυτού επέλεξε την αύξηση της παραγωγής το 2016 –θέτοντας νέα ρεκόρ στα παραγωγικά του επίπεδα- για να κρατήσει την παγκόσμια προσφορά υψηλά και τις τιμές χαμηλά. Με τον τρόπο αυτό, το Ριάντ πόνταρε ότι θα μπορούσε να επιβιώσει με αυτές τις συμπιεσμένες τιμές, αφού διέθετε μισό τρισεκατομμύριο δολάρια σε συναλλαγματικά αποθέματα, ενώ οι ανταγωνιστές του στις ΗΠΑ και το Ιράν με τη σειρά τους θα αντιμετώπιζαν τόση οικονομική πίεση, που θα υπέκυπταν.

Αυτή ήταν μια σημαντική απόκλιση από τη στρατηγική της Σαουδικής Αραβίας κατά το παρελθόν, η οποία συνήθως ευνοούσε την περικοπή της παραγωγής για να ρυθμίζει την προσφορά και να διατηρεί τις τιμές αυξημένες.
Ο πόλεμος της [πετρελαϊκής] παραγωγής του βασιλείου, είχε μεγάλο κόστος. Η προκύπτουσα πτώση της τιμής του πετρελαίου πλήγωσε τα σαουδικά οικονομικά˙ μεταξύ 2014 και 2016, τα σαουδικά [συναλλαγματικά] αποθέματα μειώθηκαν από 746 δισεκατομμύρια δολάρια σε 536 δισεκατομμύρια δολάρια –με ένα ρυθμό που θα είχε αδειάσει εντελώς τα ταμεία του βασιλείου σε μισή δεκαετία. Η πτώση των εσόδων από το πετρέλαιο, σε συνδυασμό με το κόστος ενός πολέμου στην Υεμένη και ένα γενναιόδωρο σύστημα επιδοτήσεων και χαμηλής φορολογίας, οδήγησε σε μία μη βιώσιμη κατάσταση. Γι’ αυτό δεν εξεπλάγη κανένας όταν το Ριάντ κήρυξε κατάπαυση του πυρός στον πετρελαϊκό πόλεμό του πέρσι, συμφωνώντας με άλλα μέλη του ΟΠΕΚ να μειώσουν την παραγωγή.

Η σαουδική υπερπαραγωγή θα μπορούσε να αξίζει τον κόπο, αν είχε αφήσει νοκ-άουτ το Ιράν ή τις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά αντ 'αυτού, η Σαουδική Αραβία ήταν το κύριο θύμα. Λαμβάνοντας υπόψη το πόσο σοβαρές ήταν οι κυρώσεις στο Ιράν, το Ιράν ήταν υποχρεωμένο να επωφελείται από τις οποιεσδήποτε εξαγωγές πετρελαίου, ανεξάρτητα από το πόσο χαμηλές έγιναν οι τιμές του πετρελαίου. Και παρά το κόστος από τις χαμηλές τιμές των Αμερικανών παραγωγών σχιστολιθικού πετρελαίου, οι [Ιρανοί] παραγωγοί συνέχισαν να έχουν ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, λόγω της κορυφαίας εξορυκτικής τεχνολογίας τους. Αν μη τι άλλο, η πίεση των χαμηλών τιμών ώθησε τους παραγωγούς των ΗΠΑ να επικεντρωθούν ακόμη πιο εντατικά στην μείωση του κόστους, την αυτοματοποίηση και την αύξηση της συνολικής απόδοσης για να μειώσουν την τιμή εξισορρόπησης [των δαπανών με τα έσοδα].

Η Σαουδική Αραβία βέβαια, δεν είναι τόσο τυχερή. Η ανάπτυξή της επιβραδύνεται και ο δείκτης του χρέους της προς το οικονομικό προϊόν της αυξάνεται. Για τους λόγους αυτούς, το κόστος δανεισμού της Σαουδικής Αραβίας αυξάνεται˙ η Fitch, η Standard & Poors και η Moody’s, όλες υποβάθμισαν την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας το 2016. Ως αποτέλεσμα των οικονομικών δυσχερειών της, η Σαουδική Αραβία έχει έκτοτε προσπαθήσει να στηρίξει την οικονομία της με διάφορους τρόπους. Ένα πρωτοφανές μέτρο είναι η δημόσια εγγραφή για το 5% της Saudi Aramco –που θα προωθηθεί το επόμενο έτος και κατά πάσα πιθανότητα θα είναι η μεγαλύτερη δημόσια εγγραφή στην ιστορία. Στο ταξίδι του στην Ασία, ο Σαλμάν επιδιώκει να προσελκύσει επενδυτές για τη δημόσια εγγραφή και το Χρηματιστήριο του Χονγκ Κονγκ παλεύει για να είναι αυτό που θα φιλοξενήσει το γεγονός. Το Χονγκ Κονγκ, λόγω της σύνδεσής του με την κινεζική αγορά, θα χρησιμεύσει ως γέφυρα μεταξύ της Saudi Aramco και των με βαθιές τσέπες επενδυτών της ηπειρωτικής Κίνας.

(Premium.paratiritis.gr)