Ο Χόλμπρουκ και ο Ερντογάν

Η ένταση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις ήταν αναμενόμενη. Η μη έκδοση των οκτώ Τούρκων στρατιωτικών δεν είναι για τον Ταγίπ Ερντογάν μόνο πολιτικό ζήτημα, έχει και έντονα προσωπική χροιά. Στη νέα κατάσταση πραγμάτων που έχει διαμορφωθεί μετά τη 15η Ιουλίου, ο απόλυτος ηγέτης δεν ανέχεται πολλά και τιμωρεί σκληρά. Το περιστατικό στην περιοχή των Ιμίων δεν εκπλήσσει. Εγινε πρωτίστως για εσωτερικούς λόγους, αλλά η επέτειος της κρίσης του ’96 πρόσφερε στην Αγκυρα και μια άριστη ευκαιρία για να υπενθυμίσει τις αμφισβητήσεις και διεκδικήσεις της. Με το ηθικό των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων πληγωμένο, λόγω των χιλιάδων συλλήψεων και απομακρύνσεων, η κίνηση προσφέρει μια ένεση εθνικού φρονήματος, ενώ λειτουργεί συσπειρωτικά ενόψει του δημοψηφίσματος για την επισημοποίηση της παντοδυναμίας του Τούρκου προέδρου. Η Ελλάδα είναι ο αδύναμος κρίκος, άρα ο πρώτος στόχος. Ωστόσο, το μήνυμα έχει και άλλους αποδέκτες. Ο Ερντογάν επιλέγει να δοκιμάσει τις αντοχές της Αθήνας την ώρα που η πρωθυπουργός της Βρετανίας επισκέπτεται την Αγκυρα και λίγες μόλις ημέρες πριν από τη μετάβαση της Γερμανίδας καγκελαρίου
energia.gr
Τετ, 1 Φεβρουαρίου 2017 - 11:54
Η ένταση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις ήταν αναμενόμενη. Η μη έκδοση των οκτώ Τούρκων στρατιωτικών δεν είναι για τον Ταγίπ Ερντογάν μόνο πολιτικό ζήτημα, έχει και έντονα προσωπική χροιά. Στη νέα κατάσταση πραγμάτων που έχει διαμορφωθεί μετά τη 15η Ιουλίου, ο απόλυτος ηγέτης δεν ανέχεται πολλά και τιμωρεί σκληρά. Το περιστατικό στην περιοχή των Ιμίων δεν εκπλήσσει. Εγινε πρωτίστως για εσωτερικούς λόγους, αλλά η επέτειος της κρίσης του ’96 πρόσφερε στην Αγκυρα και μια άριστη ευκαιρία για να υπενθυμίσει τις αμφισβητήσεις και διεκδικήσεις της. Με το ηθικό των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων πληγωμένο, λόγω των χιλιάδων συλλήψεων και απομακρύνσεων, η κίνηση προσφέρει μια ένεση εθνικού φρονήματος, ενώ λειτουργεί συσπειρωτικά ενόψει του δημοψηφίσματος για την επισημοποίηση της παντοδυναμίας του Τούρκου προέδρου.

Η Ελλάδα είναι ο αδύναμος κρίκος, άρα ο πρώτος στόχος. Ωστόσο, το μήνυμα έχει και άλλους αποδέκτες. Ο Ερντογάν επιλέγει να δοκιμάσει τις αντοχές της Αθήνας την ώρα που η πρωθυπουργός της Βρετανίας επισκέπτεται την Αγκυρα και λίγες μόλις ημέρες πριν από τη μετάβαση της Γερμανίδας καγκελαρίου. Ρίχνει «προειδοποιητικές» βολές κατά της Ελλάδας, όχι μόνο αγνοώντας την Ευρώπη, αλλά έχοντας και την αίσθηση ότι ούτε η Αμερική δεν θα ασχοληθεί με τον τρόπο που το έκανε στο παρελθόν. Το πρόσφατο περιστατικό στα Ιμια φέρνει στη μνήμη το ’96, όταν ουσιαστικά η παρέμβαση των ΗΠΑ –η Ευρώπη απουσίαζε–, μέσα από τις τηλεφωνικές επικοινωνίες του Μπιλ Κλίντον και την πιεστική μεσολάβηση του Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ, απέτρεψε μια ελληνοτουρκική σύρραξη. Δεν θα υπεισέλθω στις λεπτομέρειες των γεγονότων της εποχής. Το επίκαιρο ερώτημα που τίθεται είναι ποιος θα παρέμβει αυτή τη φορά. Οι διαφορές με το σήμερα είναι εμφανείς. Και ανησυχητικές. Η τότε ηγεσία της Τουρκίας επένδυε στη σχέση με την Αμερική και αναγνώριζε τον ρόλο της. Οταν ο Χόλμπρουκ τηλεφωνούσε γνώριζε ότι θα έβρισκε ανταπόκριση. Η επιρροή των ΗΠΑ ήταν μεγάλη, η παρέμβασή της καθοριστική.

Σήμερα τα πράγματα έχουν αλλάξει. Δεν είναι σίγουρο ότι ο Ντόναλντ Τραμπ θα επιδείξει ανάλογο ενδιαφέρον ή ότι τα υψηλόβαθμα στελέχη της αμερικανικής διπλωματίας θα παρέμβουν προς την Αγκυρα με τον ίδιο τρόπο. Αλλά και να το έκαναν, οι όποιες κινήσεις τους θα ήταν αμφίβολης αποτελεσματικότητας. Ο σημερινός ηγέτης της Τουρκίας βλέπει διαφορετικά την Αμερική και τον κόσμο.Στο ίσως υπερβολικό, και σίγουρα απευκταίο, σενάριο ενός θερμού επεισοδίου, θα πληγούν φυσικά και οι γείτονες –οι ελληνικές Eνοπλες Δυνάμεις παραμένουν ισχυρές, και από την άλλη, οι τουρκικές μετά τα συνεχή πλήγματα έχουν απολέσει σημαντικό μέρος της επιχειρησιακής τους ετοιμότητας– όμως το ζητούμενο δεν είναι ποιος θα υποστεί το βαρύτερο πλήγμα, αλλά η αποφυγή μιας σύρραξης, έστω και σύντομης. Κι αν τα πράγματα εκτροχιαστούν, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι υπάρχει ένας νέος Χόλμπρουκ, ότι θα έχει οδηγίες να παρέμβει, και ότι, ακόμη και αν το κάνει, θα εισακουσθεί.

(του Αθανασίου Έλλις, από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 31/01/2017)