Με την ανάληψη καθηκόντων του στο υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας να έχει κυριολεκτικά συμπέσει με τις Αμερικανικές εκλογές και την εκλογή του Donald Trump ως του 45ου Προέδρου των ΗΠΑ, η θητεία του κ. Γιώργου Σταθάκη ως του νέου ΥΠΕΝ μπορούμε να πούμε ότι ξεκινάει πάνω σε μία εντελώς νέα βάση

Με την ανάληψη καθηκόντων του στο υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας να έχει κυριολεκτικά συμπέσει με τις Αμερικανικές εκλογές και την εκλογή του Donald Trump ως του 45ου Προέδρου των ΗΠΑ, η θητεία του κ. Γιώργου Σταθάκη ως του νέου ΥΠΕΝ μπορούμε να πούμε ότι ξεκινάει πάνω σε μία εντελώς νέα βάση. Καθώς ο Donald Trump θα ξεδιπλώνει τους επόμενους μήνες την φιλόδοξη ενεργειακή πολιτική του που στόχο έχει την αλματώδη αύξηση της εγχώριας ενεργειακής παραγωγής στις ΗΠΑ και την μείωση των εισαγωγών, ο κ. Σταθάκης θα προσπαθεί να επιλύσει τα αδιέξοδα του Ελληνικού ενεργειακού συστήματος, που αν και μικρού μεγέθους, (αφού η Ελλάδα δια της βίας συγκρίνεται με μία από τις μικρές πολιτείες των ΗΠΑ) βρίθει αντιθέσεων, στρεβλώσεων, αντικρουόμενων συμφερόντων και ασυνάρτητων και κυρίως φωνασκούντων παικτών.

Καθώς η ενεργειακή αγορά, δηλαδή του ηλεκτρισμού και του φυσικού αερίου, ευρίσκονται σε φάση βίαιου ανασχηματισμού με το μονοπώλιο της ΔΕΗ αλλά και της ΔΕΠΑ, να σπάει με την είσοδο ανεξάρτητων παικτών- ήδη η ΔΕΗ έχει χάσει σχεδόν 10% του μεριδίου της στην χαμηλή ή μεσαία τάση- είναι λογικό να υπάρχουν προβλήματα και καθημερινές δυσλειτουργίες. Κορυφαίο πρόβλημα η οικονομική κατάσταση του κυρίαρχου παίκτη που είναι η ΔΕΗ η οποία όπως ομολογούν ανώτερα στελέχη της Επιχείρησης, εάν δεν δρομολογηθούν ρηξικέλευθες λύσεις τώρα, οδηγείται μοιραία σε πτώχευση εντός του 2017. Αυτή και μόνο η προοπτική θα έχει κάνει τον κ. Σταθάκη να χάσει τον ύπνο του ιδίως μετά την λεπτομερή παρουσίαση που του έκανε ο Πρόεδρος της ΔΕΗ, κ. Εμμανουήλ Παναγιωτάκης, ήδη από την πρώτη ημέρα ανάληψης των καθηκόντων του. Πέρα από τα οργανωτικά και διοικητικά θέματα τα οποία μπορούν να επιλυθούν εάν υπάρχει πολιτική βούληση, το βασικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η ΔΕΗ σήμερα είναι κατά βάσει το οικονομικό και οφείλεται σε συσσωρευμένες οφειλές, με τελευταίες εκτιμήσεις που κάνουν λόγο για σύνολο οφειλών που πλησιάζουν τα €3.0 δισεκατομμύρια, εκ των οποίων €1.3 δισεκατομμύρια είναι σε διακανονισμό και προέρχονται κυρίως από οικιακούς καταναλωτές και εταιρείες, με το υπόλοιπο να προέρχεται από εμπορικές επιχειρήσεις, την βιομηχανία και το Δημόσιο (κυρίως δήμους).

Μείωση του εισοδήματος, υπερφορολόγηση και ένα κλίμα ατιμωρησίας και ανυπακοής που έχει συστηματικά καλλιεργηθεί από την παρούσα κυβέρνηση (βλέπε Κίνημα Δεν Πληρώνω) έχουν συμβάλλει ώστε μία μεγάλη μερίδα καταναλωτών να έχει παύσει κυριολεκτικά να πληρώνει τους λογαριασμούς ηλεκτρισμού σε δεύτερες, τρίτες ή και τέταρτες κατοικίες και υποστατικά αλλά ακόμα και σε πρώτες κατοικίες, όπου οι ιδιοκτήτες επικαλούνται συνήθως συνθήκες ευπαθούς καταναλωτή. Ακόμη πολύ σοβαρό πρόβλημα αποτελεί η πολυμορφία των διάφορων ειδικών τιμολογίων τα οποία με το άλφα ή βήτα πρόσχημα εμποδίζουν την ΔΕΗ από να σταματήσει την παροχή. Η λύση στο σημερινό οικονομικό στραγγάλισμα της ΔΕΗ αναπόφευκτα θα πρέπει να προέλθει μέσα από ένα εξορθολογισμό των διάφορων ειδικών τιμολογίων, με την άμεση κατάργηση των περισσότερων από αυτά και την δυνατότητα όπως λειτουργήσει η Επιχείρηση ως επιχείρηση και όχι ως φιλανθρωπικό ίδρυμα. Άρα η μεγαλύτερη υπηρεσία που μπορεί να προσφέρει ο κ. Σταθάκης θα είναι να αφήσει τη ΔΕΗ να δουλέψει ανενόχλητα ως επιχείρηση με ιδιωτικό-οικονομικά κριτήρια, εφαρμόζοντας κατά την κρίση της κοινωνική πολιτική σε περιπτώσεις καταναλωτών που αποδεδειγμένα αντιμετωπίζουν σοβαρό πρόβλημα.

Στο φυσικό αέριο σε σύγκριση με το τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας, τα προβλήματα είναι σαφώς μικρότερα και εντελώς άλλης μορφής, αφού η αγορά ευρίσκεται ακόμα, και θα είναι για πολλά χρόνια ακόμη, σε περίοδο ανάπτυξης. Η τρέχουσα φάση προβλέπει την δημιουργία ανταγωνισμού σε επίπεδο οικιακών και βιομηχανικών καταναλωτών και ήδη οι διαδικασίες απόσχισης και επανίδρυσης των ΕΠΑ προχωρούν ενώ παράλληλα η ΔΕΠΑ επιδιώκει την ανάπτυξη δικτύων στη Βόρεια Ελλάδα με ένα μεγάλο μέρος της χρηματοδότησης να έχει εξασφαλισθεί μέσω κοινοτικών πόρων ( regional programmes). Πολιτική βούληση και υποστήριξη όμως απαιτείται για συνέχιση και εμπέδωση της προσπάθειας επέκτασης των δικτύων και των υποδομών μέσω ΔΕΠΑ και ΔΕΣΦΑ.

Προς αυτή την κατεύθυνση ευρίσκεται σε καλό δρόμο η κατασκευή βασικών υποδομών (λ.χ. αγωγός TAP και αναβάθμιση LNG τέρμιναλ στη Ρεβυθούσα). Σε ότι αφορά δε τον ΔΕΣΦΑ και τον εν εξελίξει διαγωνισμό για πώληση του 66%, καλό θα είναι ο κ. Σταθάκης να επιμείνει στην ακύρωση του Διαγωνισμού, όχι μόνο λόγω της τεράστιας καθυστέρησης που έχει παρατηρηθεί (τρέχει ήδη για 3 ½ χρόνια) αλλά κυρίως λόγω του εκβιαστικού και προσβλητικού τρόπου συναλλαγής από τον κυρίως ενδιαφερόμενο (την Αζέρικη κρατική εταιρεία υδρογονθράκων SOCAR) γεγονός που έχει συμβάλλει στη δημιουργία εικόνας αναξιοπιστίας για την Ελληνική κυβέρνηση και το ΔΕΣΦΑ. Υπό αυτές τις συνθήκες είναι απείρως καλύτερη η ακύρωση και επαναπροκήρυξη του διαγωνισμού, με στόχο την πώληση ενός μικρότερου μεριδίου της τάξης του 30% (όπως έγινε στον ΑΔΜΗΕ) και όχι του σημερινού παράλογου 66%, παρά ο συνεχιζόμενος εξευτελισμός του Ελληνικού Δημοσίου (βλέπε άρθρο μας της 7ης Νοεμβρίου «Θέμα Αξιοπιστίας της Κυβέρνησης η Ακύρωση του Διαγωνισμού Πώλησης του ΔΕΣΦΑ».

Σε ότι αφορά τους υπόλοιπους τομείς αρμοδιότητας του νέου Υπουργού ΠΕΝ υπάρχουν ήδη δρομολογημένες ξεκάθαρες δράσεις τόσο στην προώθηση των ΑΠΕ μέσω του νέου νομοσχεδίου (Ν. 4414/16) που θέτει την λειτουργία των νέων μονάδων ΑΠΕ σε πιο λειτουργική βάση ως προς τα έσοδα, με όρους αγοράς, όσο και στην προώθηση της Ενεργειακής Αποδοτικότητας μέσω του νέου προγράμματος «Εξοικονόμηση κατ’ Οίκον». Σε ότι αφορά τον ΑΔΜΗΕ, και μετά την επιτυχία του διαγωνισμού για την πώληση του 24% σε στρατηγικό επενδυτή με ικανοποιητική αποζημίωση της ΔΕΗ, το θέμα θεωρείται λήξαν ενώ σε εκκρεμότητα ευρίσκεται η διαδικασία πώλησης του 17% της ΔΕΗ, μέσω ΤΑΙΠΕΔ, ένα θέμα που αργά ή γρήγορα θα δημιουργήσει ένα πρόσθετο πονοκέφαλο στο νέο Υπουργό. Πάντως ο προκάτοχος του με το Ν. 4388/16 ακύρωσε τον νόμο για την «Μικρή ΔΕΗ» που προέβλεπε ιδιωτικοποίηση του 30% της Επιχείρησης. Σε κάθε περίπτωση ο κ. Πάνος Σκουρλέτης άφησε πίσω του πλούσια παρακαταθήκη στον κ. Σταθάκη αφού και εκτενές νομοθετικό έργο ολοκλήρωσε ως προς την λειτουργία της αγοράς αλλά και προώθησε σημαντικά έργα ενεργειακών υποδομών (λ.χ. αγωγός TAP, IGB και IGF, Μεγάλες Λιγνιτικές Μονάδες ΔΕΗ, ολοκλήρωση LNG τέρμιναλ Ρεβυθούσας, Μονάδα FSRU Αλεξανδρούπολης κά.) ενώ αποκατέστησε την αξιοπιστία της χώρας σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Επιτροπής με ενεργό συμμετοχή της Ελλάδας στην διαδικασία δημιουργίας του Energy Union.

Τέλος, τον κ. Σταθάκη θα πρέπει αναπόφευκτα να απασχολήσει το θέμα των ερευνών υδρογονανθράκων όπου λόγω της αρνητικής συγκυρίας στην διεθνή αγορά πετρελαίου (απότομη πτώση τιμών αργού κατά 60%) αλλά και λόγω παραλείψεων και λαθεμένων χειρισμών των δύο προκατόχων του, η υπόθεση που λέγεται upstream έχει για μία ακόμη φορά βαλτώσει. Ναι μεν έχει ιδρυθεί ο φορέας οργάνωσης, επίβλεψης και ελέγχου των ερευνών, η γνωστή ΕΔΕΥ, όμως απέχει ακόμη από το να είναι μία οργανωμένη εταιρεία σε διεθνή πρότυπα, ικανή να αναλάβει την διεκπεραίωση των απαιτητικών διαδικασιών όπως αυτές που ενέχονται στη προκήρυξη και αξιολόγηση διεθνών γύρων παραχωρήσεων. Έτσι σήμερα παρατηρείται το φαινόμενο να μην έχει ολοκληρωθεί η αξιολόγηση προσφορών που υποβλήθηκαν πριν 15 μήνες στο πλαίσιο του 2ου Γύρου Παραχωρήσεων και να μην έχουν υπογραφεί συμβάσεις για τον διαγωνισμό Open Door της Δυτικής Ελλάδας παρά το γεγονός ότι έχουν αναδειχθεί οι παραχωρησιούχοι εδώ και 7 μήνες. Αυτοί οι εξαιρετικά αργοί ρυθμοί είναι τελείως πρωτόγνωροι σε διεθνές επίπεδο και δεν πείθουν ουδεμία αξιόπιστη πετρελαϊκή ότι η Ελληνική κυβέρνηση έχει σοβαρά σχέδια για την έρευνα και ανάπτυξη των κοιτασμάτων που έχουν εντοπισθεί στην Ελληνική επικράτεια. «Εάν συνεχισθεί η σημερινή νωχελική κατάσταση», παρατηρούν στελέχη του χώρου, «δεν υπάρχει περίπτωση να πατήσει ξένος επενδυτής από τον χώρο του upstream την στιγμή που έχουν πολύ καλύτερες προοπτικές και απείρως πιο θετική υποδοχή σε γειτονικές χώρες όπως είναι η Κύπρος, η Κροατία, το Μαυροβούνιο, για να αναφέρουμε μόνο τρεις».