Υπάρχει ένα μεγάλο μπέρδεμα με το ζήτημα της διευθέτησης του χρέους. Διευθέτηση επειδή θα χρησιμοποιηθούν τεχνικές εξομάλυνσης μακροχρόνιων υποχρεώσεων, κατά τρόπον ώστε τα ποσά που χρειάζονται για την ετήσια εξόφληση των δόσεων επί του χρέους, αθροιζόμενα με τα ποσά που κοστίζουν οι τόκοι επί του υπολοίπου του χρέους να μην ξεπερνούν το ποσοστό 15% επί του τρέχοντος ΑΕΠ
Υπάρχει ένα μεγάλο μπέρδεμα με το ζήτημα της διευθέτησης του χρέους. Διευθέτηση επειδή θα χρησιμοποιηθούν τεχνικές εξομάλυνσης μακροχρόνιων υποχρεώσεων, κατά τρόπον ώστε τα ποσά που χρειάζονται για την ετήσια εξόφληση των δόσεων επί του χρέους, αθροιζόμενα με τα ποσά που κοστίζουν οι τόκοι επί του υπολοίπου του χρέους να μην ξεπερνούν το ποσοστό 15% επί του τρέχοντος ΑΕΠ. Η Ελλάδα διαθέτει σήμερα μια αρκετά ευκρινή δέσμευση των εταίρων για το τι μπορεί να περιλαμβάνει η συζητούμενη διευθέτηση. Ευτυχώς! Γιατί με την κατάργηση του δεύτερου μνημονίου, όπως τη μεθόδευσαν οι Τσίπρας-Βαρουφάκης, χάθηκε η αρχική υπόσχεση των Ευρωπαίων που είχε διατυπωθεί τον Νοέμβριο 2012, στη συνέχεια πάντως της αρχικής συμφωνίας της 21ης Φεβρουαρίου 2012, όταν συντάχθηκε το δεύτερο μνημόνιο. Η υπόσχεση εκείνη είχε δοθεί αφότου η Ευρωομάδα διαπίστωσε δημοσίως ότι το πρόγραμμα δεν είχε εφαρμοστεί κατά τα συμπεφωνημένα, επειδή οι πολιτικοί μας προτίμησαν να προσφύγουν σε διπλές βουλευτικές εκλογές, καθυστέρηση που ακολουθήθηκε από μια άνευ λόγου επαναδιαπραγμάτευση. Εκείνη η συμφωνία για το χρέος περιέλαβε πρόσθετες μειώσεις και περίοδο χάριτος στα επιτόκια, επέκταση του χρέους κατά 15 χρόνια καθώς και τη δημιουργία αποθεματικού λογαριασμού με τις επιστροφές των κεντρικών τραπεζών επί των ιδιότυπου QE που έγινε την άνοιξη του 2010 με την αγορά ελληνικών ομολόγων. Επιπλέον, τα κράτη υπέγραψαν το ακόλουθο: «Δεσμευόμαστε να προσφέρουμε στην Ελλάδα την κατάλληλη υποστήριξη στη διάρκεια του Προγράμματος και πέραν αυτής μέχρις ότου επιστρέψει στις αγορές, με την προϋπόθεση ότι η Ελλάδα θα ικανοποιήσει πλήρως όλα τα προαπαιτούμενα και τους στόχους του Προγράμματος Προσαρμογής».

Η νέα δέσμευση διατυπώθηκε στο τρίτο μνημόνιο και εξειδικεύθηκε με απόφαση της Ευρωομάδας στις 9 Μαΐου 2016. Τα κράτη του ευρώ συμφώνησαν «με τις ακόλουθες γενικές κατευθυντήριες αρχές ως προς τα πιθανά μέτρα του πρόσθετου χρέους: (α) να διευκολυνθεί η πρόσβαση της χώρας στις αγορές, (β) να εξομαλυνθούν οι δόσεις αποπληρωμής του χρέους, (γ) να δοθούν κίνητρα στη χώρα για τη συνέχιση της προσαρμογής μετά το τέλος του προγράμματος και (δ) να αντιμετωπιστεί με ευελιξία το ενδεχόμενο απρόβλεπτων μελλοντικών εξελίξεων σε ό,τι αφορά την πορεία του ΑΕΠ και των επιτοκίων». Η νέα βοήθεια στο χρέος θα είναι βραχυχρόνια, με την έννοια ότι δεν θα χρειαστεί μεγαλύτερο πρωτογενές πλεόνασμα από το συμφωνηθέν κατά τη 17ωρη διαπραγμάτευση, μεσοπρόθεσμα, με νέα περίοδο χάριτος και νέα επέκταση των λήξεων και, τέλος, μακροπρόθεσμα ώστε να τηρηθεί ο κανόνας του 15% όπως ζήτησε το ΔΝΤ.

Αυτά θα πάρει η Ελλάδα και τίποτε περισσότερο. Το ζήτημα είναι πότε. Ο κ. Τσίπρας έχει ήδη αποδεχθεί ότι υπάρχει θέμα εμπιστοσύνης της Βουλής εάν δεν το επιτύχει τους αμέσως επόμενους μήνες και πάντως πριν από τις γερμανικές εκλογές.

(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 19/10/2016)