Για τους αναλυτές εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας, οι αγωγοί συνήθως είναι το σημείο εισόδου στον κόσμο της ενέργειας. Οι αγωγοί δημιουργούν εξαρτήσεις μεταξύ των χωρών, οι αγωγοί μένουν για δεκαετίες, και οι αγωγοί έχουν μια άκρως συμβολική πολιτική αξία

Για τους αναλυτές εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας, οι αγωγοί συνήθως είναι το σημείο εισόδου στον κόσμο της ενέργειας. Οι αγωγοί δημιουργούν εξαρτήσεις μεταξύ των χωρών, οι αγωγοί μένουν για δεκαετίες, και οι αγωγοί έχουν μια άκρως συμβολική πολιτική αξία.

Στον διάλογο για την ευρωπαϊκή ενεργειακή ασφάλεια, οι αγωγοί αερίου έχουν επίσης μια λειτουργία ταυτότητας: είτε υποστηρίζεις την απελευθέρωση της Ευρώπης από την επικίνδυνη εξάρτησή της από το ρωσικό αέριο υποστηρίζοντας το Νότιο Αγωγό Αερίου -μέχρι πρότινος γνωστό ως Nabucco και σχεδιασμένο για να φέρνει προμήθειες αερίου από την Λεκάνη της Κασπίας, την Κεντρική Ασία και τη Μέση Ανατολή στην Ευρώπη- ή ακολουθείς τυφλά το Κρεμλίνο στην ενεργειακή παγίδα του Nord Stream/South Stream. Η διαφοροποίηση είναι σπάνια.

Σήμερα, οι διαμάχες για την πολιτική των αγωγών έχουν μια μάλλον αναχρονιστική αίσθηση. Αυτό οφείλεται κυρίως στην αυξανόμενη ευελιξία των ευρωπαϊκών -και εν μέρει των παγκόσμιων- αγορών φυσικού αερίου υπό το πρίσμα της μαζικής αύξησης της προσφοράς LNG. Αυτό το νέο περιβάλλον αγοράς δεν έχει μόνο αλλάξει την σχέση μεταξύ παραγωγών και καταναλωτών αλλά έχει επίσης αλλάξει την πολιτική και οικονομική επιρροή των χωρών διέλευσης. Αυτό είναι ιδιαιτέρως σημαντικό όταν κοιτάζουμε τις νέες χώρες διέλευσης, με την Τουρκία να αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα.

Στις ημέρες μας, οι χώρες διέλευσης δεν είναι απλώς πάροχοι υπηρεσιών. Μπορούν επίσης να έχουν μια βαθιά επίδραση στο μερίδιο της αγοράς ενός προμηθευτή. Αυτή η επιρροή μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ένα όχημα για την διαπραγμάτευση υψηλότερων τελών διέλευσης, ανάλογα με την διαθέσιμη ευελιξία της εναλλαγής μεταξύ αγορών και προμηθευτών και στις δύο πλευρές.

Το παράδειγμα της Ουκρανίας ως χώρα διέλευσης, το απεικονίζει αυτό πολύ καλά. Χωρίς εναλλακτικές οδούς εφοδιασμού, η Ουκρανία μπορεί να καθορίσει το μερίδιο αγοράς του ρωσικού αερίου στην Ευρώπη (περίπου 60% της ρωσικής εξαγωγικής ικανότητας στην ΕΕ προέρχεται μέσω ουκρανικού εδάφους). Μόλις κατασκευαστεί ένας αγωγός, ο πειρασμός για προσοδοθηρία στις χώρες διέλευσης είναι τεράστιος. Ως εκ τούτου, είναι κατανοητό το ενδιαφέρον του προμηθευτή στην φυσική διαφοροποίηση των οδών διαμετακόμισης. Αυτό ισχύει τόσο για την μελλοντική αρχιτεκτονική προμήθειας αερίου της Νοτιοανατολικής Ευρώπης όσο και για τον διάλογο για το Nord Stream/Ουκρανία.

Με την υλοποίηση του Trans-Anatolian Pipeline (TANAP)- μια μικρότερη εκδοχή του αρχικά προγραμματισμένου Nabucco Pipeline και τώρα ένα project του Νότιου Διαδρόμου Αερίου- δύο νέες μεταβλητές θα εισέλθουν στην εξίσωση της ευρωπαϊκής ενεργειακής ασφάλειας. Πρώτον, το φυσικό αέριο από το Αζερμπαϊτζάν μπορεί να φθάσει στις ευρωπαϊκές αγορές για πρώτη φορά το 2019 περίπου. Δεύτερον, η Τουρκία θα αποκτήσει την θέση μιας χώρας διέλευσης για εισαγωγές ευρωπαϊκού αερίου. Ομολογουμένως με περιορισμένη επιρροή, από τη στιγμή που μόλις 10 δισ. κυβικά μέτρα ετησίως προβλέπονται για την ευρωπαϊκή αγορά (περίπου το 2%-3% της συνολικής κατανάλωσης αερίου της ΕΕ το 2014).

Εκτός από το project ΤΑΝΑΡ, η πρόσφατη χαλάρωση των εντάσεων μεταξύ Τουρκίας και Ρωσίας έχει αναζωογονήσει συζητήσεις για την κατασκευή του Turkish Stream, ένα project που ξεκίνησε αφού ακυρώθηκε το 2014 μία άμεση σύνδεση αγωγού μεταξύ της Ρωσίας και της Βουλγαρίας μέσω της Μαύρης Θάλασσας (South Stream) εξαιτίας των ρυθμιστικών συγκρούσεων μεταξύ της Gazprom και της Κομισιόν. Ο Turkish Stream θα προμήθευε κυρίως την τουρκική αγορά, αλλά θα μπορούσε επίσης να φέρει το αέριο που προοριζόταν για την αγορά της ΕΕ, στα ελληνοτουρκικά σύνορα.

Επιπλέον, εάν γινόταν εφικτή εμπορικά και τεχνολογικά η εξερεύνηση αερίου στην Θάλασσα της Ανατολικής Μεσογείου, νότια της Κύπρου, οι projects developers θα έμπαιναν στον πειρασμό να σκεφτούν ένα πιθανό αγωγό που να εξυπηρετεί την τουρκική αγορά και πιθανώς θα εξάγει εκ νέουαέριο στην Νοτιοανατολική Ευρώπη. Ο τουρκικός διάδρομος θα ήταν επίσης υποχρεωτικός για όλες τις υποθετικές παραδόσεις από το Ιράκ, το Ιράν ή την Κεντρική Ασία.

Ενώ κάποιοι αναλυτές περιγράφουν θετικά αυτές τις εξελίξεις ως τη δημιουργία του "Διαμετακομιστικού Κέντρου Αερίου της Τουρκίας”, θα μπορούσε κανείς επίσης να τις σχολιάσει ως την πιθανή άνοδο της Τουρκίας ως μια σημαντική χώρα διέλευσης για την προμήθεια ευρωπαϊκού αερίου. Υπήρξε πολύ λίγη συζήτηση μέχρι τώρα για τις επακόλουθες επιπτώσεις στην ασφάλεια.

Με τον εν δυνάμει αυξανόμενο ρόλο της Τουρκίας ως διαμετακομιστικός διάδρομος για το ευρωπαϊκό αέριο, οι συνέπειες θα μπορούσαν να είναι διττές. Από την μία πλευρά, οι μελλοντικές σχέσεις μεταξύ Αζερμπαϊτζάν και ΕΕ θα επηρεαζόταν σημαντικά από τον ρόλο της Άγκυρας ως τον ενδιάμεσο κρίκο στην μεταφορά αερίου. Από την άλλη πλευρά, η Τουρκία θα μπορούσε επίσης να κερδίσει μια σημαντική θέση στις σχέσεις αερίου μεταξύ ΕΕ-Ρωσίας -μικρότερη αλλά συγκρίσιμη με την κατάσταση της Ουκρανίας σήμερα.

Η απειλή της τουρκικής επιρροής στο πόσο αζέρικο ή (κάποιο από το) ρωσικό αέριο θα εισέλθει στις ευρωπαϊκές αγορές και το ενδεχόμενο προσοδοθηρίας στα τέλη διέλευσης, φαίνεται ανησυχητική στο σημερινό πολιτικό περιβάλλον. Η προθυμία της κυβέρνησης της Τουρκίας να συνδέσει θέματα όπως η μεταχείριση των προσφύγων, η απελευθέρωση της βίζας, και οι μεταφορές κεφαλαίων, όπως έχει συμβεί προσφάτως, θα πρέπει να χρησιμεύσουν ως προειδοποίηση.

Αυτό οδηγεί στο συμπέρασμα ότι τόσο τα ρωσικά όσο και τα ευρωπαϊκά συμφέροντα θα εξυπηρετούνταν καλύτερα εάν η Τουρκία έμενε εκτός από τις διμερείς ενεργειακές σχέσεις στο μέλλον. Μια πιθανότητα που μπορεί να γίνει πραγματικότητα μόνο εάν η Τουρκία δεν αναλάβει ρόλο κλειδοκράτορα για διάφορους προμηθευτές ταυτόχρονα.

Επί του παρόντος ωστόσο, το αντίθετο είναι ένα πολύ ρεαλιστικό σενάριο. Από την ακύρωση του project για τον South Stream, η Ρωσία έχει δηλώσει μια απροθυμία να ασχοληθεί με την "πολιτικά υποκινούμενη” νομοθεσία της Κομισιόν σε ό,τι αφορά τον εφοδιασμό της Νοτιοανατολικής Ευρώπης με αέριο, και λίγοι πολιτικοί της ΕΕ έχουν δείξει ενδιαφέρον να ασχοληθούν ξανά με το ζήτημα. Αυτό δεν έχει λύσει κανένα πρόβλημα ωστόσο, από τη στιγμή που ο ανταγωνισμός μεταξύ διαφορετικών προμηθευτών φυσικού αερίου καθώς και ο έλεγχος για την πρόσβαση στην αγορά της ΕΕ, θα μεταφερθεί στα χέρια των τουρκικών αρχών στο μέλλον.

Ως εκ τούτου, η συνέχιση της συζήτησης για μια μικρότερη εκδοχή μιας άμεσης σύνδεσης Ρωσίας-ΕΕ μέσω της Μαύρης Θάλασσας, η οποία θα αποκλείει την Τουρκία, θα πρέπει να επανεξεταστεί σοβαρά από τους Ρώσους και Ευρωπαίους ενδιαφερόμενους φορείς. Με την προϋπόθεση ωστόσο ότι ο ρυθμιστικός έλεγχος του τρίτου ενεργειακού πακέτου θα ισχύσει πλήρως σε ευρωπαϊκό έδαφος.

(Πηγή: Carnegie Europe/capital.gr)