Όσοι διερωτώνται για το πότε θα συμβεί η επόμενη χρηματοπιστωτική κρίση, ας τοποθετήσουν μία υπόμνηση στο κινητό τους για την 1η Ιανουαρίου 2018. Από την ημερομηνία εκείνη σχεδιάζεται να τεθεί σε ισχύ μια δέσμη μέτρων, τα οποία πιθανώς να περιορίσουν ακόμη περισσότερο τη δυνατότητα χορήγησης πιστώσεων και να οδηγήσουν τις τράπεζες να δίνουν δάνεια μόνο στους καλύτερους δανειολήπτες τους
Όσοι διερωτώνται για το πότε θα συμβεί η επόμενη χρηματοπιστωτική κρίση, ας τοποθετήσουν μία υπόμνηση στο κινητό τους για την 1η Ιανουαρίου 2018. 

Από την ημερομηνία εκείνη σχεδιάζεται να τεθεί σε ισχύ μια δέσμη μέτρων, τα οποία πιθανώς να περιορίσουν ακόμη περισσότερο τη δυνατότητα χορήγησης πιστώσεων και να οδηγήσουν τις τράπεζες να δίνουν δάνεια μόνο στους καλύτερους δανειολήπτες τους. Κάτι τέτοιο θα επιτάχυνε σε διεθνές επίπεδο τον ρυθμό των πτωχεύσεων. 

Πάντως, όπως συμβαίνει με πολλούς από τους κανόνες των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, οι επιπτώσεις τους θα αρχίσουν να γίνονται αισθητές πριν από την ημερομηνία εφαρμογής τους.

Πρόκειται για δύο βασικούς κανόνες: ο ένας αφορά την αναλογία μόχλευσης και ορίστηκε από την Επιτροπή Τραπεζικής Εποπτείας της Βασιλείας και ο άλλος αφορά το νούμερο 9 από τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοπιστωτικής Αναφοράς (IFRS 9), το οποίο ορίστηκε από το Διεθνές Συμβούλιο Λογιστικών Προτύπων. Άλλοι κανόνες, οι οποίοι ζητούν από τις τράπεζες να παύσουν να χρησιμοποιούν τα δικά τους εσωτερικά εργαλεία στην αποτίμηση των κινδύνων, θα τεθούν σε ισχύ από το 2017.

Η Βασιλεία ΙΙΙ έχει επικριθεί για το ότι περιορίζει τη ρευστότητα στις παγκόσμιες αγορές και επιβραδύνει την αύξηση των πιστώσεων. Ο κανόνας IFRS 9, λόγου χάριν, προβλέπει πως οι τράπεζες θα πρέπει να αναγνωρίζουν νωρίτερα τις ζημίες επί των πιστώσεων, κάτι το οποίο, βάσει αναλυτών του κλάδου, ενδεχομένως να αυξήσει τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια ορισμένων τραπεζών έως και κατά ένα τρίτο. Οσο τα επισφαλή δάνεια –ή η αναγνώρισή τους– αυξάνονται, τόσο θα αυξάνονται και τα κεφάλαια που χρειάζονται οι τράπεζες για να έχουν κεφαλαιακή επάρκεια. Με άλλα λόγια, θα καθίσταται πιο δύσκολο και δαπανηρό το να χορηγούν οι τράπεζες πιστώσεις.

Οι νέοι κανόνες της Βασιλείας στόχο έχουν να περιστείλουν το χαλαρό πλαίσιο που απολαμβάνουν σήμερα οι τράπεζες στο πώς αιτιολογούν το επενδυτικό ρίσκο. Αυτοί θα τεθούν σε ισχύ την επόμενη διετία. Οσες ρυθμίσεις επιβλήθηκαν μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση ήδη προβλέπουν οι τράπεζες να θέτουν κατά μέρος περισσότερα κεφάλαια για κάθε δολάριο που δανείζουν αναλόγως του ιστορικού του δανειολήπτη και της συνέπειας στην αποπληρωμή των οφειλομένων.

Το πρόβλημα ήταν ότι τα διεθνή ρυθμιστικά όργανα είχαν αποφασίσει ότι οι ίδιες οι τράπεζες θα αποφαίνονται για τη δανειοληπτική αξιοπιστία των πελατών τους.

Σε έρευνα του 2013, που εκπόνησε η Επιτροπή της Βασιλείας, αποδείχθηκε πως μπορεί να διαφέρει έως και κατά 20% η αποτίμηση του επενδυτικού ρίσκου που σχετίζεται με τα ίδια περιουσιακά στοιχεία. Οπότε, αρχής γενομένης από το 2017, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα δεν θα είναι πλέον σε θέση να χρησιμοποιούν τα εσωτερικά τους πρότυπα για την αποτίμηση του επενδυτικού ρίσκου σε περιουσιακά στοιχεία αντίστοιχα των παραγώγων. 

Το δε 2018 ο κανόνας θα επεκταθεί και στην τιτλοποίηση και κατόπιν, χωρίς να έχει αποφασιστεί συγκεκριμένη ημερομηνία, οι τράπεζες θα πρέπει να αξιολογούν το σύνολο των δανειοληπτών τους, βασισμένες σε πρότυπα καθορισμένα από την Επιτροπή Τραπεζικής Εποπτείας της Βασιλείας.

(Πηγή: Καθημερινή)